Ακόμη και μετά την απόφαση-χαστούκι του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα των νόμων του, το «επιτελικό» κράτος Μητσοτάκη περνά για άλλη μια φορά πολύ κάτω από τον πήχη της δημοκρατικής διακυβέρνησης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αυτό το «ενός ανδρός αρχή» μοντέλο που επιχείρησε να επιβάλλει στους ΟΤΑ, αλλάζοντας τους νόμους μετά τις εκλογές, εξακολουθεί να το στηρίζει με τις τελευταίες ρυθμίσεις Βορίδη.
Ρυθμίσεις που αποσκοπούν στον ασφυκτικό έλεγχο της Αυτοδιοίκησης και που είναι φανερό ότι δημιουργούν νέα προβλήματα στην λειτουργία των ΟΤΑ, αν δεν τους βάζουν σε περιπέτειες.
Στην επιδίωξή τους λοιπόν να «συμμορφωθούν» με την απόφαση του ΣτΕ, θέλησαν να επανακαθορίσουν –κατά το δοκούν πάντα– τις αρμοδιότητες των οργάνων περιφερειών και δήμων, συμβουλίων και επιτροπών. Έτσι πριν λίγες ημέρες ψηφίστηκαν στη Βουλή 7 άρθρα στο ν/σ για την…πολυεπίπεδη διακυβέρνηση!!! που επιχειρούν να προσαρμόσουν νομοθετικά τη διοίκηση των ΟΤΑ, μετά την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ που έκρινε ότι οι διατάξεις του νόμου Θεοδωρικάκου (4623/2019) σχετικά με τη σύνθεση των οικονομικών επιτροπών και τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, ήταν αντισυνταγματικές.
Τα συγκεκριμένα άρθρα (τροπολογία), που κατετέθησαν την τελευταία στιγμή για να μην υπάρχει δυνατότητα να εκφέρει γνώμη η επιστημονική επιτροπή της Βουλής, δεν καλύπτουν –νομικά και πολιτικά– την απόφαση του ΣτΕ. Γιατί ενώ επαναφέρουν σοβαρές αρμοδιότητες στα δημοτικά-περιφερειακά συμβούλια από τις οικονομικές επιτροπές, δεν αλλάζουν τη σύνθεση των τελευταίων. Αξίζει να παραθέσουμε το αντίστοιχο εδάφιο της απόφασης του ΣτΕ: «Συνεπώς, οι ρυθμίσεις αυτές, οι οποίες, κατά τη βούληση του νομοθέτη, συνέχονται μεταξύ τους ως ενιαίο σύνολο και δεν μπορούν να εφαρμοσθούν αυτοτελώς, πρέπει να παραμερισθούν στο σύνολό τους ως αντισυνταγματικές και να εφαρμοσθούν κατά τη συγκρότηση των εν λόγω δημοτικών επιτροπών οι προϋφιστάμενες αυτών διατάξεις.»
Σύμφωνα με τα παραπάνω είναι σαφές ότι και μετά την τελευταία –«πολυεπίπεδης διακυβέρνησης»– τροπολογία Βορίδη, παραμένει το σοβαρό πρόβλημα νομιμότητας των αποφάσεων των οικονομικών επιτροπών και εξακολουθεί να υφίσταται το θεσμικό και πολιτικό θέμα που ανέδειξε η απόφαση του ΣτΕ αφού δεν αλλάζει η σύνθεσή τους. Είναι άποψη που έχουν ακόμη και κυβερνητικοί δήμαρχοι –μέλη του Δ.Σ. της ΚΕΔΕ– που σχεδόν όλα τα θέματα-ζητήματα τα εισάγουν για συζήτηση και λήψη απόφασης στο Δ.Σ., αν και μερικοί απ’ αυτούς δεν έχουν δεδομένη πλειοψηφία.
Για την δημοτική αρχή Λευκάδας και την αυτοδιοικητική-πολιτική συμπεριφορά της στο συγκεκριμένο ζήτημα δημοκρατίας, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να αναφερθούμε αφού είναι πλέον γνωστό ότι σε όλη τη θητεία της υπήρξε «βασιλικότερη του βασιλέως» κατά πολύ!
Είναι λοιπόν φανερό ότι η σχεδόν ομόφωνα (17-2) απόφαση του ΣτΕ απέδειξε και πάλι την περιφρόνηση του Συντάγματος από τους «άριστους», τους μη «λαϊκιστές», τους οποίους δυστυχώς συνεπικούρησαν τόσο «γαλάζιοι» όσο και «παντός καιρού» αυτοδιοικητικοί.
Επίσης αποδεικνύει περίτρανα ότι η αντίδραση όλων όσων επιδιώκαμε και επιδιώκουμε μια δημοκρατική αυτοδιοίκηση, δεν ήταν ούτε στείρα αντιπολίτευση, ούτε υπερβολή αλλά πίστη στις αξίες και τη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Άλλωστε, η αναγκαστική κατά το ήμισυ υποχώρηση της κυβέρνησης μετά την απόφαση του ΣτΕ, δικαιώνει απόλυτα την θεσμική θέση μας για συζήτηση των θεμάτων στα συμβούλια.
Δυστυχώς οι πρόσφατες μεσοβέζικες λύσεις του ΥΠΕΣ, που προέρχονται από την εμμονή της ΝΔ για έλεγχο της αυτοδιοίκησης, θα δημιουργήσουν μεγάλα προβλήματα στους ΟΤΑ σε μια δύσκολη περίοδο. Το ζήτημα δεν είναι μόνον η λειτουργία της Οικονομικής Επιτροπής, σε ότι αφορά τις ενισχυμένες (και πάλι) αρμοδιότητές της αλλά το όργανο που θα λάβει τις αποφάσεις.
Τελικά ποιο είναι το αποφασιστικό όργανο και ποιος αποφασίζει;
Το Δημοτικό Συμβούλιο ή η Οικονομική Επιτροπή;