in

Άποψη για την αξιολόγηση

editor_image

Tου Νίκου Γράψα
Εκπαιδευτικός


«…Κι όμως, οι μόνοι που θεωρούνται υπεύθυνοι για τις επιδόσεις των μαθητών είναι οι εκπαιδευτικοί» (Diane Ravitch)

Είναι γνωστό ότι οι σχεδιασμοί του ΥΠΑΙΘ αποτελούν εφαρμογές των κατευθύνσεων του ΟΟΣΑ. Όμως, το να υποστηρίζονται άκριτα και, επιμένω, με ερασιτεχνικό τρόπο τα αγγλοσαξωνικά μοντέλα αξιολόγησης – τα οποία αμφισβητούνται, πλέον, στις αναπτυγμένες χώρες – , σαν να πρόκειται για μαγικές συνταγές για την ολική, ‘αναβάθμιση’ της παιδείας, κάνει την ηγεσία του ΥΠΑΙΘ να φαίνεται και συντηρητική και αναχρονιστική, αδιάφορη και αναποτελεσματική ως προς το σχολείο και ιδιαίτερα ως προς το δημόσιο σχολείο, το ταμείο του οποίου ελέγχει.

Έχει, άραγε, υπ’ όψιν της η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΑΙΘ όσα έχει πει δημόσια η υφυπουργός Παιδείας των ΗΠΑ, μιας χώρας που συχνά εισηγείται αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα, για τα αποτελέσματα της πολιτικής της αξιολόγησης των σχολείων και των εκπαιδευτικών;

Η υφυπουργός Παιδείας των ΗΠΑ, λοιπόν, που σχεδίασε το σύστημα αξιολόγησης μιλάει εναντίον του.

Η Diane Ravitch ανέλαβε το 1991 καθήκοντα υφυπουργού Παιδείας στην κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους πατέρα. Υπήρξε βασικός υποστηρικτής της αρχής της αμοιβής του εκπαιδευτικού ανάλογα με την ‘αξία του’. Υποστήριζε τη γενίκευση των τεστ αξιολόγησης, ούτως ώστε να εντοπίζει με ακρίβεια ‘τους άριστους’. Το 2001, το Κογκρέσο ψήφισε έναν νόμο προς αυτήν την κατεύθυνση, τον νόμο NCLB (‘Νο Child Left Behind’, ‘Κανένα παιδί δεν θα εγκαταλειφθεί στην τύχη του’) και τον εφάρμοσε η επόμενη κυβέρνηση του υιού Μπους. Η κυβέρνηση Ομπάμα μετά το 2009 τον συνέχισε και τον επεξέτεινε. Τα αποτελέσματα υπήρξαν καταστροφικά για τα δημόσια σχολεία.

Σε άρθρο της με τίτλο ‘Γιατί άλλαξα γνώμη’, στο περιοδικό ‘The Nation’ – Νέα Υόρκη), η Diane Ravitch ανάμεσα σε άλλα αναφέρει:

‘Όταν το 1991 ανέλαβα καθήκοντα υφυπουργού Παιδείας στην κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους πατρός, δεν είχα κάποια κατασταλαγμένη άποψη για το ζήτημα της «ελεύθερης επιλογής» στην εκπαίδευση ή για το πώς θα καταστούν οι εκπαιδευτικοί «περισσότερο υπεύθυνοι». Όμως, όταν, δύο χρόνια αργότερα εγκατέλειψα την κυβέρνηση, υποστήριζα την αρχή της αμοιβής του εκπαιδευτικού ανάλογα με την αξία του. Θεωρούσα ότι οι εκπαιδευτικοί των οποίων οι μαθητές επιτύγχαναν καλύτερα αποτελέσματα, έπρεπε να αμείβονται καλύτερα από τους υπόλοιπους. Υποστήριζα, επίσης, τη γενίκευση των τεστ αξιολόγησης τα οποία μου φαίνονταν χρήσιμα, ούτως ώστε να εντοπίζουμε με ακρίβεια ποια σχολεία χρειάζονταν συμπληρωματική βοήθεια. Έτσι, εξέφρασα τον ενθουσιασμό μου όταν, το 2001, το Κογκρέσο ψήφισε έναν νόμο προς αυτήν την κατεύθυνση, τον νόμο NCLB («Νο Child Left Behind», «Κανένα παιδί δεν θα εγκαταλειφθεί στην τύχη του»), και ο πρόεδρος Μπους τον έθεσε σε ισχύ με την υπογραφή του.

Σήμερα, παρατηρώντας τις χειροπιαστές επιπτώσεις της συγκεκριμένης πολιτικής, έχω αλλάξει γνώμη, θεωρώ, πλέον, ότι η ποιότητα της εκπαίδευσης που λαμβάνουν τα παιδιά έχει μεγαλύτερη σημασία από τα προβλήματα διαχείρισης, οργάνωσης ή αξιολόγησης των σχολικών μονάδων.

Ξοδεύτηκαν δισεκατομμύρια δολάρια για τη σύνταξη όλων αυτών των τεστ στα οποία στηρίζονται τα συστήματα αξιολόγησης, καθώς και για τη διεξαγωγή των αντίστοιχων εξετάσεων.

Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι τα αποτελέσματα που επιτυγχάνουν οι μαθητές στα τεστ, ούτε και ο τρόπος με τον οποίο οι πολιτείες και οι πόλεις κατορθώνουν να επιτύχουν τα αποτελέσματα. Το πραγματικό θύμα αυτής της επιμονής των αρχών σε παρόμοιες μεθόδους είναι η ποιότητα της εκπαίδευσης. Καθώς η ανάγνωση και τα πρακτικά μαθηματικά έχουν πλέον απόλυτη προτεραιότητα, οι εκπαιδευτικοί συνειδητοποιούν ότι αυτά τα δύο μαθήματα καθορίζουν το μέλλον του σχολείου τους -αλλά και τη διατήρηση της θέσης τους-, με αποτέλεσμα να παραμελούν τα υπόλοιπα. Η ιστορία, η λογοτεχνία, η γεωγραφία, οι φυσικές επιστήμες, οι ξένες γλώσσες, η αγωγή του πολίτη και τα καλλιτεχνικά μαθήματα υποβαθμίζονται σε εντελώς δευτερεύοντα.(δηλαδή, οι ανθρωπιστικές σπουδές, που κάνουν τον άνθρωπο, άνθρωπο)

Δεν χαιρόμαστε καθόλου, λοιπόν, όταν η δική μας ηγεσία του ΥΠΠΑΙΘ, υπακούοντας στο κυβερνητικό πρόγραμμα, φυσικά, δεν αντιλαμβάνεται το κακό που θα επιφέρει στο ήδη τραυματισμένο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, μόνο και μόνο για να επιδείξει δύναμη ισχύος απέναντι στο συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας, αν και γνωρίζει πολύ καλά ότι την προηγούμενη χρονιά σε ποσοστό 85% οι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν στην απεργία- αποχή της συγκεκριμένης αξιολόγησης.

• Η ‘αξιολόγηση’ της σχολικής μονάδας
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας συνεχίζει να αντιμετωπίζει απαξιωτικά και αντιδημοκρατικά τους εκπαιδευτικούς, αυτούς δηλαδή που συνεχίζουν να κρατούν όρθιο το δημόσιο σχολείο και στις πλέον δύσκολες συνθήκες, όπως της πανδημίας.

Θα περίμενε κανείς η κα υπουργός, μετά τη σχεδόν ομόφωνη απόρριψη του νόμου της για την αξιολόγηση από τον εκπαιδευτικό κόσμο, να αντιληφθεί πως πρέπει να συζητήσει με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες και να αποδεχτεί τις ώριμες και τεκμηριωμένες προτάσεις τους.

Αντ’ αυτού επιμένει να συκοφαντεί τους εκπαιδευτικούς ως ‘αρνητές’ κάθε αξιολόγησης, παρότι γνωρίζει καλά ότι οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες έχουν συγκεκριμένες προτάσεις, μετά, μάλιστα, την νομοθέτηση των ακραίων και εκφοβιστικών διατάξεων (άρ. 56 του ν. 4823/21), προσπαθεί να απαγορεύσει έμμεσα το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της απεργίας (άρθρο 23 παρ.2 εδ.δ), ανοίγοντας πόλεμο με τους ‘εκπαιδευτικούς μας που είναι οι μόνοι που μπορούν να στηρίξουν το σχολείο’, κατά τα λεγόμενά της.

Ας επαναλάβουμε, λοιπόν, πραγματικά προβλήματα ποιότητας του δημόσιου σχολείου

• 24% αναπληρωτές καθηγητές!
Πριν από 10 χρόνια, το σχολικό έτος 2011-2012, το ποσοστό των αναπληρωτών και ωρομίσθιων εκπαιδευτικών επί των μόνιμων εκπαιδευτικών ήταν 8%, για να φτάσουμε το 2015-2016 στο 14% ενώ για τη νέα σχολική χρονιά αναμένεται ποσοστό περίπου 24%!

Επί πλέον, στη νέα σχολική χρονιά περίπου 15.000 καθηγητές θα διδάσκουν σε 2 σχολεία, τουλάχιστον, σε Γυμνάσια και Λύκεια της χώρας. Πολύ χειρότερα θα είναι τα πράγματα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση για τους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων Αγγλικών, Γαλλικών, Φυσικής Αγωγής, Πληροφορικής, καλλιτεχνικών μαθημάτων, μουσικούς, Θεατρικής Παιδείας κ.λπ…

Δεύτερο κύμα φυγής ιδιωτικών εκπαιδευτικών από πολλά ιδιωτικά σχολεία σε όλη τη χώρα αναμένεται με την ανακοίνωση της β’ φάσης προσλήψεων αναπληρωτών προς το τέλος Σεπτέμβρη.
Ήδη, στο πρώτο κύμα, σύμφωνα με πληροφορίες της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών (ΟΙΕΛΕ), από τα ιδιωτικά σχολεία της χώρας αποχώρησαν περισσότεροι από 700-800 εκπαιδευτικοί, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό περίπου 8% του συνόλου!

Οι άνθρωποι που επιλέγουν να αποχωρήσουν βιώνουν μια ακραία αδικία, ατέλειωτες ώρες υπερωριών που δεν αμείβονται, σφουγγάρισμα τουαλετών, καθαρισμό κήπων, απογευματινές μελέτες που δεν πληρώνονται, καλοκαιρινές φυλάξεις που δεν πληρώνονται, τα ατελείωτα Σαββατοκύριακα με bazzaars, opening days, εκδηλώσεις κ.λπ. που δεν πληρώνονται, την τραγωδία με τα ιδιωτικά νηπιαγωγεία που υποχρεώνουν τις συναδέλφισσες να τους επιστρέφουν το μισό μισθό στο χέρι, bullying και ύβρεις, κάποιες φορές ακόμη και χειροδικία, σεξουαλική παρενόχλησ…με τον τραγικό νόμο της ΝΔ για την ιδιωτική εκπαίδευση ο ιδιοκτήτης χωρίς καμιά αιτιολογία, σε αντίθεση με ό, τι συμβαίνει σχεδόν παντού στην Ε.Ε., μπορεί ανά πάσα στιγμή να πετάξει τον εκπαιδευτικό εκτός σχολείου. Ακόμη και μια μέρα πριν την κατάθεση βαθμολογιών ή τη διεξαγωγή εξετάσεων. Εκεί που καραδοκεί ο γονιός-πελάτης (κι ο νοών νοείτω…)… σε πλούσια σχολεία, ισχυρά σχολεία που εισπράττουν υψηλότατα δίδακτρα και όπου οι πιέσεις στους εκπαιδευτικούς είναι αφόρητες, δεν δίνεται ούτε ψίχουλο ηθικού ή οικονομικού κινήτρου. Backstabbing, χαφιεδισμός, τρομοκρατία από διευθυντικά στελέχη..

Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η πολιτική της ΝΔ για την παιδεία και την εκπαίδευση αφορά την ‘ποιοτική αναβάθμιση’ των σχολείων…