in ,

Διάκριση μεταξύ της Δικαστικής και της Εκτελεστικής εξουσίας και Κράτος Δικαίου | της Λίλας Σουλελέ

Μέλους Ν.Ε. Ιωαννίνων ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Μέλους Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.


Είναι απογοητευτική η απαξιωτική για ολόκληρο το νομικό κόσμο διάψευση της ρητορικής περί αριστείας της κυβέρνησης της ΝΔ, που κατέρρευσε με ιδιαίτερο κρότο ιδίως στο πεδίο της Δικαιοσύνης.

Η κυβέρνηση με τις ιδεοληψίες της, με τη διαχειριστική της ανεπάρκεια και με την αδιαφορία της κατάφερε να πολλαπλασιάσει τις κρίσεις που ζει η χώρα. Ιδιαίτερα, αποκαλύφθηκε η τάση της, κάθε είδος κρίσης να το μετατρέπει τελικά σε κρίση αξιών και θεσμών -πρόβλημα που προφανώς αντανακλάται στο πεδίο της Δικαιοσύνης. Η Δικαιοσύνη θυσιάζεται στο βωμό της επικοινωνιακής διαχείρισης και αυτό που παίρνει τη θέση της ως κοινό αίσθημα είναι ο φόβος και ο θυμός.

Το μέλλον της Δικαιοσύνης είναι νοσηρό όταν έχουμε περιορισμό δικαιωμάτων ή αυθαίρετους ή ταξικούς περιορισμούς στην πρόσβαση αυτής, όπως γίνεται μέσα από υψηλά δικαστικά τέλη ή διαδικασίες διευρυμένης ιδιωτικοποίησης της Δικαιοσύνης.

Τα αυξημένα προβλήματα που παρουσιάζονται στη λειτουργία της δικαστικής δικαιοσύνης, τα υπερπρονόμια του Δημοσίου και η δικονομική αποδυνάμωση των δικαιωμάτων των πολιτών καθιστούν την απονομή της “γράμμα κενό”, οι δε τεράστιες καθυστερήσεις που παρατηρούνται αγγίζουν τα όρια της αρνησιδικίας και της ουσιαστικής αποφλοίωσης του δικαιώματος της δικαστικής προστασίας των πολιτών.

Η ταχεία και ορθή απονομή της Δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο λίθο για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Μετά από την 10ετή Μνημονιακή επιδρομή στα εισοδήματα των επιστημόνων ελευθέρων επαγγελματιών, τη διετή αναστολή της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας covid-19, όπου η Κυβέρνηση αγνόησε παντελώς τον κλάδο των δικηγόρων, ως προς τα μέτρα οικονομικής στήριξης σε σχέση με άλλους επαγγελματικούς χώρους, δίδοντας μόνο ψίχουλα σε αυτούς, αλλά και την καθοριστική ενεργειακή κρίση που μαστίζει το βιοτικό επίπεδο τόσο των συναδέλφων όσο και όλων των Ελλήνων πολιτών.

Κοινό γνώρισμα για όλα τα δικαστήρια της χώρας είναι η βραδύτητα απονομής της δικαιοσύνης, που σε μερικές φορές φτάνει τα όρια της αρνησιδικίας. Η καθυστέρηση έκδοσης αποφάσεων παρουσιάζεται σε όλα τα δικαστήρια της χώρας, υπάρχουν δε περιπτώσεις που σε πολιτικές δίκες δεν έχουν εκδοθεί αποφάσεις πέραν της τριετίας από τη συζήτησή τους, αλλά οι πολίτες, λόγω απογοητεύσεως και μιθριδατισμού δεν αντιδρούν. Στα ποινικά δικαστήρια, ως επί το πλείστo, οι υποθέσεις εκδικάζονται στα όρια της παραγραφής, και πολλές από αυτές όταν αφορούν μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα (βλ. Novartis) δεν εκδικάζονται καθόλου διότι παραγράφηκαν είτε αρχειοθετούνται λόγω αδιευκρίνιστων “ποσών.

Η ανεπάρκεια της Δικαιοσύνης τόσο κατά την ταχύτητα απονομής της όσο και κατά την ποιότητα των αποφάσεων έχει σοβαρές επιπτώσεις όχι μόνο στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, γιατί δεν παρέχει την απαραίτητη για τις επενδύσεις ασφάλεια δικαίου, στην οικονομική και κοινωνική ζωή των πολιτών με την έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού για την αποτελεσματικότητά της και τη μείωση του κύρους της, που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε εξωδικαστικές πρακτικές, αλλά και στις εκατοντάδες καταδίκες της χώρας από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια σε μεγάλα πρόστιμα κυρίως για την καθυστέρηση απονομής της. Πρέπει λοιπόν να διαμορφώσουμε το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο απόκρουσης κάθε προσπάθειας αποδιάρθρωσης της Δικαιοσύνης, ώστε να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στη λειτουργία της Δικαιοσύνης με ένα ολοκληρωμένο μεταρρυθμιστικό πλαίσιο.

Δεν μπορούμε να είμαστε στην ίδια κατεύθυνση με την κυβέρνηση της ΝΔ ,για να αποκαταστήσουμε τον θεσμό της Δικαιοσύνης θα πρέπει να την ενισχύσουμε θεσμικά αλλά να βάλουμε και κανόνες διαφάνειας. Κανόνες διαφάνειας οι οποίοι στο τέλος θα ενισχύουν τον ίδιο τον δικαστή, ο οποίος είναι έρμαιο της κάθε εξουσίας, αλλά και το έργο του. Ο εκάστοτε δικαστικός λειτουργός δεν θα μπορεί να δελεάζεται με θέσεις ηγεσίας. Θα πρέπει να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο μεταξύ της δικαστικής και της εκτελεστικής εξουσίας και να θεσπίσουμε την διατύπωση γνώμης από Δικαστικές Ενώσεις και τους Δικηγορικούς Συλλόγους για την επιλογή στην ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων.

Πρέπει να σταματήσουν οι χυδαίες παρεμβάσεις στην Δικαιοσύνη, όπως έγινε με την κατάπτυστη απόπειρα της Κυβέρνησης της ΝΔ να κάνει όλους τους δικαστές στο Ειδικό Δικαστήριο για τον κ. Παπαγγελόπουλο, αντιπροέδρους.

Να εκπονήσουμε ένα χρονικό πλάνο μέσα στο οποίο σταδιακά θα καλυφθούν τα κενά των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών και των δικαστικών υπαλλήλων και να αποκαταστήσουμε τις μισθολογικές και φορολογικές αδικίες σε όλους του λειτουργούς της δικαιοσύνης. Επίσης σημαντική είναι η αναβάθμιση των κτιριακών υποδομών των δικαστηρίων της χώρας, αξιοποιώντας προγράμματα όπως αυτό της ενεργειακής αναβάθμισης που διασφάλισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για μια σειρά από δικαστικά μέγαρα της χώρας, καθώς και προγράμματα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στα δικαστήρια των Α.Μ.Ε.Α.

Να υποστηρίξουμε τη διευκόλυνση της πρόσβασης των πολιτών στη δικαιοσύνη μέσω της φορολογικής ελάφρυνσης των δικηγόρων και να στηρίξουμε τους ασθενέστερους νέους δικηγόρους, με προγράμματα επιδότησης ορισμένων πάγιων εξόδων τους, αλλά και τους ασκούμενους δικηγόρους σχεδιάζοντας και εκτελώντας προγράμματα όπως αυτό για την άσκηση 2.500 δικηγόρων σε δικαστήρια και δικηγορικά γραφεία που διασφάλισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και η σημερινή κυβέρνηση έχει παγώσει.

Να αναδιαμορφώσουμε το περιεχόμενο των σπουδών στη Σχολή Δικαστών, ώστε να μπορούν να αξιοποιούνται τα πορίσματα που έχουν από τη λειτουργία της δικαιοσύνης εκπρόσωποι της μαχόμενης δικηγορίας και των φορέων της κοινωνίας (λ.χ. φορείς απεξάρτησης, σωματεία καταναλωτών, εργαζομένων κλπ).

Να προβλέψουμε νομοθετικά υποχρεωτική συμμετοχή των δικηγορικών συλλόγων και των δικαστικών ενώσεων στις νομοπαρασκευαστικές επιτροπές και υποχρεωτική συμπερίληψη των απόψεών τους σε ξεχωριστό κεφάλαιο σε όλες τις αιτιολογικές εκθέσεις των σχεδίων νόμων.
Να καταργήσουμε όλες τις ποινικές ασυλίες που έχουν προβλεφθεί τα τελευταία χρόνια , από
τις ασυλίες των λοιμοξολόγων μέχρι τις ασυλίες των τραπεζικών στελεχών.

Όλα τα παραπάνω συνιστούν ενδεικτικές προτάσεις. Εκφράζουν, όμως, ήδη την αντίληψη ότι ένα νέο παράδειγμα πολιτικής πρέπει να στρέφει το βλέμμα προς τον ορίζοντα της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ανόρθωσης της ελληνικής κοινωνίας, με κοινή αναφορά να μη συνηθίσουμε στις ανισότητες, στην εκμετάλλευση και στις καταρρεύσεις στις οποίες την οδήγησαν ξεπερασμένες πολιτικές .