Οι διπλές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού επιβεβαίωσαν αυτό για το οποίο αρκετές και αρκετοί προειδοποιούσαμε. Ότι ο τυφλός θυμός που διέπει την ελληνική κοινωνία, τουλάχιστον μετά την κομβική ήττα του Ιουλίου του 2015, έχει δεξιό πρόσημο. Κι αυτό, γιατί επί της ουσίας, κάθε τυφλός
θυμός, έχει σε τελική ανάλυση δεξιό πρόσημο. Καταλήγει να στρέφει τον έναν αδικημένο εναντίον του άλλου, να αντιπαρατάσσει τον έναν αδύναμο απέναντι στον άλλον, δηλαδή να μετατρέπει την κοινωνία σε έναν ακροδεξιό θατσερικό εφιάλτη.
Ο θυμό αυτός, που βασίζεται σε υπαρκτά κοινωνικά αδιέξοδα, στην ουσιαστική φτωχοποίηση, την ακρίβεια, τη διάλυση των δημόσιων κοινωνικών υπηρεσιών, δεν μετασχηματίζεται έτσι σε μια κοινωνική και πολιτική κίνηση αλλαγής των πραγμάτων.
Με αυτό το δεδομένο, στην Αριστερά, είμαστε υποχρεωμένοι και υποχρεωμένες, εν όψει των ευρωεκλογών, να οργανώσουμε την αντιπαράταξη σε αυτή τη συνθήκη. Δηλαδή να δουλέψουμε για την παρουσίαση ενός συνεκτικού σχεδίου, το οποίο θα συνεισφέρει στο να βγούμε από τον φαύλο κύκλου του τυφλού θυμού και να τον μεταμορφώσουμε σε δράση με συγκεκριμένες διεκδικήσεις. Στο σχέδιο αυτό πρέπει να υπάρχουν στοιχεία αυτοκριτικής που να εντοπίζουν γιατί η Αριστερά έπαψε την τελευταία 10ετία να είναι χώρος υποδοχής της κοινωνικής δυσαρέσκειας, αλλά κυρίως πρέπει να υπάρχει το σπέρμα της αναγέννησης, δηλαδή οι προτάσεις και οι ιδέες που θα τροφοδοτήσουν ξανά την κοινωνική κίνηση.
Με λίγα λόγια, πρέπει να ξαναμιλήσουμε με αξιοπιστία και σαφήνεια στην κοινωνία για τα τρία μεγάλα προτάγματα της εποχής; Την κοινωνική ισότητα, την πολιτική ελευθερία και την κλιματική δικαιοσύνη. Το ουσιαστικά δύσκολο όμως δεν είναι να πειστεί η κοινωνία ότι αυτά είναι σημαντικό να υπάρχουν, αλλά ότι είναι εφικτό να υπάρξουν και ότι η Αριστερά είναι πάλι ο πολιτικός φορέας που θα τα προωθήσει. Να αρνηθεί δηλαδή τη μοιρολατρική ιδέα ότι «δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική» και να ανακτήσει την εμπιστοσύνη που χάθηκε κατά την τετραετία 2015-2019, μετά στη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ, και πλέον κινδυνεύει να εξαφανιστεί οριστικά μέσα σε ένα κλίμα καθημερινού πολιτικού διασυρμού.
Το ΜέΡΑ25 φιλοδοξεί να γίνει ο καταλύτης στην υπέρβαση αυτής της κατάστασης, δηλαδή να εκφράσει τη φωνή μιας mΑριστεράς που να είναι ταυτόχρονα ώριμη, αποτελεσματική, ριζοσπαστική και χρήσιμη.
Για να το πετύχει αυτό, από την επομένη των εκλογών επεξεργάστηκε και μετά την ολοκλήρωσή του συνεδρίου του είναι σε θέση να παρουσιάσει τις προτάσεις του προς την κοινωνία, αλλά και όποιες πολιτικές δυνάμεις συναντούν τον εαυτό τους σε αυτό το σχέδιο, ένα πολιτικό πρόγραμμα
δράσης εν όψει των ευρωεκλογών, το οποίο περιλαμβάνει:
-Βασικό εισόδημα και εξασφάλιση σε κάθε κάτοικο τροφής
και στέγης
-Ριζοσπαστικές αλλαγές στο φορολογικό σύστημα και την
τιμολόγηση των βασικών προϊόντων, σε όφελος των
χαμηλών οικονομικών στρωμάτων.
-Κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας .
-Την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων
-Σύσταση δημοσίου φορέα κόκκινων δανείων και
συγκρότηση οργανισμού κοινωνικής στέγης που θα παρέχει
ανθρώπινες οικολογικέ κατοικίες με συμβολικό ενοίκιο
-Δημόσια υγεία και παιδεία
-Απαγόρευση κάθε εξόρυξης και έμπρακτη στήριξη των
περιβαλλοντικών κινημάτων
-Κοινωνικός σχεδιασμός στα δημόσια ΜΜΕ
-Δημόσιο σύστημα πληρωμών και δανεισμού και δημιουργία
δημόσιας αναπτυξιακής αγροτικής τράπεζα
-Υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων των ευάλωτων
ομάδων
-Αποτελεσματική πολιτική προστασία και κοινωνική
ασφάλεια χωρίς αυταρχισμό.
Η ισχυρή καταγραφή αυτή της αντίληψης στις ερχόμενες ευρωεκλογές και η παρουσία του ΜέΡΑ25 στο Ευρωκοινοβούλιο για να την διεκδικήσει, σημαίνει επιστροφή της Αριστεράς στην πολιτική διαπάλη ως δύναμη αντίστασης.
Σημαίνει δηλαδή, ουσιαστική αντιπαράθεση με μια κυβέρνηση η οποία πίσω από τα μεγάλα φώτα της προπαγάνδας, εδώ και πέντε χρόνια αναδιανέμει το εισόδημα υπέρ των πλουσίων, διαλύει τις δημόσιες υπηρεσίες και αφήνει ασύδοτη την ιδιωτική κερδοφορία ενάντια στην κοινωνία.
*Η Ηρώ Διώτη είναι συν-συντονίστρια της Κ.Ε. του ΜέΡΑ25