Το Ελληνικό Σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης πάσχει και έχει πολλά προβλήματα. Πρώτα απ’ όλα έγινε χωρίς την αναγκαία διαβούλευση που τόσο είναι κρίσιμη σε μια σύγχρονη Πολιτεία, ειδικά όταν θέλει να λάβει υπόψη της τους προβληματισμούς, τις αγωνίες και ανησυχίες, αλλά και τις προτάσεις των παραγωγικών φορέων, των Δήμων και των Περιφερειών.
Ουσιαστικά έγινε μια κατ’ επίφαση διαβούλευση και μάλιστα με απόντες, εκτός τους παραγωγικούς φορείς και τα πολιτικά κόμματα. Το εξίσου αρνητικό είναι ότι διαμορφώθηκε από εξωθεσμικούς παράγοντες ως επί το πλείστον και μια μεγάλη ομάδα τεχνοκρατών και απόντων των αρμοδίων υπουργών. Αυτό ως στοιχείο εξηγεί και την απουσία της λεγόμενης περιφερειακότητας από το Ταμείο Ανάκαμψης που χαρακτηρίζεται ως ένα «μαύρο κουτί» που ουδείς δύναται να γνωρίσει τι έχει μέσα.
Και όμως αυτή είναι μια από τις τελευταίες ευκαιρίες, ίσως η τελευταία, που έχει το Ελληνικό Κράτος για να διαμορφώσει ουσιαστικούς όρους και προϋποθέσεις για την αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Εξάλλου το ποσό που θα λάβει η χώρα είναι τεράστιο (σ.σ. στις σελίδες 3-4 υπάρχει σχετικό δημοσίευμα που είναι και το πρώτο θέμα της εφημερίδας) και αποτελεί μια «χρυσή» ευκαιρία ώστε η Ελλάδα να αλλάξει παραγωγικό μοντέλο προς μια κατεύθυνση οικονομικά διατηρήσιμης, κοινωνικά δίκαιης και περιβαλλοντικά βιώσιμης ανάπτυξης.
Η επιδίωξη του εξορθολογισμού σε όλα τα επίπεδα της κεντρικής πολιτικής του δημοσίου τομέα και της καθημερινότητας του πολίτη δημιουργεί νέες τάσεις που, αν αξιοποιηθούν σωστά από την Πολιτεία, θα διαμορφώσουν τις νέες ισορροπίες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ανυπαρξία πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση σημαίνει δυο πολύ συγκεκριμένα πράγματα: α) να στηριχθεί άμεσα η πραγματική οικονομία που έχει πληγεί ανεπανόρθωτα με την πανδημία για να σταθεροποιηθεί το οικονομικό περιβάλλον και β) να προχωρήσει η διαμόρφωση της νέας οικονομίας, με κύριο χρηματοδοτικό εργαλείο το Ταμείο Ανάκαμψης.
Δυστυχώς όμως και σε αυτό το Σχέδιο, όπως έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν με αρκετές κυβερνήσεις, παρατηρεί κανείς ότι προωθούνται και προτείνονται μέτρα που δεν λαμβάνουν υπόψη την ελληνική ιδιαιτερότητα, υπονομεύοντας επί της ουσίας την αναπτυξιακή προοπτική της Ελλάδας.
Σχέδια υπάρχουν πολλά από το παρελθόν και κατά καιρούς έχουν συζητηθεί σε διάφορες ημερίδες και συνέδρια. Επίσης, αρκετοί φορείς και οργανισμοί κατέθεσαν σειρά μέτρων το τελευταίο διάστημα –όχι σε οργανωμένη από την κυβέρνηση διαδικασία διαβούλευσης- αλλά το ζήτημα είναι τι αποδέχθηκε η ομάδα των τεχνοκρατών που διαμόρφωσε το Ελληνικό Σχέδιο.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι επιβάλλεται η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της, η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της ελληνικής οικονομίας, ακόμα και εν μέσω πανδημίας, με κεντρικό στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης και την αύξηση της απασχόλησης. Είδαμε όλοι πρόσφατα το πακέτο – μαμούθ με μέτρα περίπου 3 τρισεκ. δολάρια που ανακοίνωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Μπάιντεν.
Η περιφερειακή ανάπτυξη προϋποθέτει όμως ότι οι περιφέρειες είναι στο επίκεντρο και μέσω αυ των να βοηθηθούν οι υγιείς δυνάμεις της οικονομίας και της κοινωνίας και να μην συντηρούνται τα διαχρονικά παρασιτικά συστήματα.
Στην περίπτωση της Ηπείρου ανακύπτει μείζον θέμα με την αντιμετώπισή της από την κεντρική εξουσία. Στην Ήπειρο οφείλουν πολλοί πολλά και ως εκ τούτου πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Το συγκεκριμένο Σχέδιο δεν δίνει την προσοχή που πρέπει στην περιφέρειά μας με τις τόσες πολλές δυνατότητες. Και δεν θα λέγαμε ότι είμαστε ικανοποιημένοι, ούτε καν εάν στο Σχέδιο διαβάζαμε για τον δρόμο έως την Κακαβιά, όπως έγινε με τον ΒΟΑΚ στην Κρήτη που όντως πρέπει να τελειώσει κάποια στιγμή.
Η Ήπειρος αξίζει πολλά περισσότερα από έναν οδικό άξονα και αυτό οφείλουν όλοι να το συνειδητοποιήσουν και να μην λαμβάνουν αποφάσεις που φέρνουν τους Ηπειρώτες, ανεξαρτήτως πολιτικών και κομματικών προτιμήσεων, σε δύσκολη θέση.
Σίγουρα ο τόπος δεν έχει την πολυτέλεια των άγονων πολιτικών συγκρούσεων και ανούσιων αντιπαραθέσεων, αλλά όταν μια περιφέρεια την πνίγει το δίκαιο των αιτημάτων της (σ.σ. διαβάστε ενδεικτικά π.χ. την επιστολή των Ξενοδόχων στην σελίδα 7) οφείλει να υψώσει ανάστημα και να φωνάξει: Η Ήπειρος δεν είναι επαίτης!