Οι Γερμανοί αφού είχαν σκοτώσει τους 317 στο Κομμένο στις 16 Αυγούστου του 1943 και δεν είχαν χορτάσει από αίμα, δεν άφηναν κανένα χωριό να δούνε άσπρη μέρα. Οι κάτοικοι του κάμπου ιδιαίτερα άκουγαν ότι έρχεται Γερμανός κι εξαφανίζονταν από το χωριό τους, παίρνοντας μαζί τους ότι μπορούσαν κι πρώτον τα παιδάκια τους κι ότι μπορούσαν να φορτώσουν σ΄ ένα άλογο, τραβώντας κι τις μανάρες κοντά τους.
Η Βαγγελή στο Κομπότι έκανε ότι κι άλλοι χωριανοί της, φώναξε τα εφτά παιδιά της, από δεκατεσσάρων χρονών και κάτω, έβγαλε έξω τα λίγα πράγματα της, έτοιμη να φορτώσει και να ακολουθήσει τον δρόμο. Ήρθε ο Λίας ο άνδρας της, της έβαλε τις φωνές, να τα βάλει πάλι μέσα τα πράγματα και να μην ακολουθήσουν τους άλλους γιατί θα έρθουν οι πλιατσικολόγοι πίσω από τους Γερμανούς και θα ρημάξουν τα σπίτια. Ο Λίας αφού πήρε ένα τσακωμό με τον αδελφό του φώναζε περισσότερο κι ευτυχώς τα μεγαλύτερα δύο αγόρια του Λία και της Βαγγελής ακολούθησαν τον μπάρμπα τους.
Ο Λίας έκανε την δουλειά του πήγε στο χωράφι του, η Βαγγελή έκανε τις νυκτερινές δουλειές πέρα από το ξεφλούδημα στα λίγα καλαμπόκια κι το μυαλό της στον Λία. Εμφανίστηκαν οι Γερμανοί, λίγες κουβέντες, αρκετές ερωτήσεις, που είναι, που πήγαν, τι παίρνουν μαζί τους οι χωριανοί. Ήρθε κι ο Λίας, συνεννοήθηκαν οι Γερμανοί κι έφυγαν παίρνοντας μαζί τους τον Λία, ο Λίας έδωσε τις τελευταίες ορμήνιες στην γυναίκα του για τα παιδιά, τις γίδες, την φοράδα.
Πέρασε η νύχτα και πουθενά ο Λίας, η Βαγγελή όλο σκέψεις, εμφανίστηκε κι ο κουνιάδος της, ρώτησε για τον αδελφό του, οι απαντήσεις μικρές δικαιολογίες για τον άνδρα της. Την παρακάλεσε να πάει μαζί του με τα παιδιά και λίγα πράγματα, αλλά και αυτή δεν άκουσε είχε διαταγή απάντησε να μην φύγει από το σπίτι και τον παρακάλεσε να φέρει και την μάνα του στο σπίτι για συντροφιά.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1943 ένας Ελασίτης πυροβόλησε έναν Γερμανό και εκεί άρχισε το κακό, γύρισαν η φάλαγγα στο χωριό κι άρχισαν να καίνε τα σπίτια, παντού φωτιές και καπνοί, ότι έβλεπαν το έκαιγαν. Το βράδυ γύρισε ο κουνιάδος να ιδεί τι έγιναν, βρήκε αποκαϊδια και τίποτα άλλο, στάχτες παντού, φωνή πουθενά, μόνο τα ζώα ήταν στην άκρη. Πολλές σκέψεις έκανε αλλά πάντα στο κακό το μυαλό του, τους έκαψαν όλους και τη μάνα και τα μικρά παιδιά.
Οι εγκληματίες οι Γερμανοί έκαψαν και τους 7, την Θεοδώρα, την Βαγγελή και τα 5 παιδιά Φερενίκη, Πέτρο, Βασιλική, Αναστασία, Ελένη.
Στο Κομπότι οι κακούργοι Γερμανοί τον Σεπτέμβρη του 1943 σκότωσαν 18. Τα 2 παιδιά της Βαγγελής που σώθηκαν μεγάλωσαν με την βοήθεια των συγγενών, ο ένας θέλησε να γίνει χωροφύλακας αλλά τον έκοψαν λόγω μπαρμπάδων.
Υ.Γ ‘Όλα τα παραπάνω είναι από το βιβλίο «Νυχτολόγιο 1940-1949 του αξιόλογου δάσκαλου Λάμπρου Τατσιόπουλου, αδελφού της Βαγγελής και μετέπειτα θείου της συζύγου μου.