Η ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική οδηγεί στην όξυνση των ανισοτήτων, στη διάλυση της κοινωνικής συνοχής και στη δημιουργία νέων αποκλεισμένων. Η κυβέρνηση της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη ακολουθεί πιστά την πραγματική της ατζέντα και αξιοποιεί την πανδημία για να υλοποιήσει την πιο ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική.
Αντί να αξιοποιήσει τους νέους χρηματοδοτικούς πόρους για τη στήριξη αυτών που το έχουν ανάγκη, τους κατευθύνει αποκλειστικά σε μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, αποκλείοντας τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις από τον τραπεζικό δανεισμό και από τους πόρους του ταμείου ανάκαμψης.
Αντί να αναδιανείμει τον πλούτο με δίκαιο τρόπο υπέρ των μεσαίων και των φτωχών στρωμάτων της κοινωνίας, μεροληπτεί προκλητικά υπέρ των Τραπεζών και των ολιγαρχικών συμφερόντων και ενισχύει τα υψηλά και πολύ υψηλά εισοδήματα.
Αντί να ενισχύσει το δημόσιο έναντι του ιδιωτικού, απαξιώνει τη δημόσια υγεία, βάζει συνεχώς εμπόδια στην πρόσβαση των νέων στην εκπαίδευση και μετατρέπει την κοινωνική ασφάλιση και άλλα κοινωνικά δικαιώματα σε ατομική υπόθεση.
Αντί να στηρίξει τους νέους και να τους δώσει προοπτική, επιδιώκει να τους εξαπατήσει με χυδαίες πρακτικές εξαγοράς ψήφων. Οι νέοι όμως τους έχουν γυρίσει την πλάτη οριστικά.
Αντί να αναλάβει πρωτοβουλίες για το ζήτημα της ακρίβειας εδώ και μήνες, υποβαθμίζει το ζήτημα, δεν παρεμβαίνει στην αγορά για να τηρηθούν οι κανόνες του ανταγωνισμού και επιδεικνύει πλήρη αδιαφορία.
Η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με ακραία φαινόμενα αύξησης του ρεύματος και αισχροκέρδειας. Σε μια περίοδο ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση ξεπουλάει τη ΔΕΗ, με αποτέλεσμα να στερηθεί η χώρα και η κοινωνία το κεντρικό εργαλείο ενεργειακής πολιτικής.
Η καταπολέμηση της ακρίβειας είναι κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα. Αλλά η ιδεοληπτική εμμονή ότι η αγορά θα αυτορρυθμιστεί και ο ανταγωνισμός θα φέρει μείωση τιμών, τους καθιστά επικίνδυνους. Παραιτείται, δηλαδή, από την άσκηση πολιτικής στην αγορά ενέργειας και δίνει ψίχουλα ως μέτρα στήριξης στους ευάλωτους. Τον λογαριασμό όμως αυτής της αδιαφορίας τον πληρώνουν ήδη οι πολίτες.
Ένα πραγματικό σχέδιο προστασίας της κοινωνίας θα περιελάμβανε μέτρα ουσιαστικής αντιμετώπισης της ακρίβειας, όπως η παρέμβαση στις αγορές για τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού και η καταπολέμηση των καρτέλ, η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ και η μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα στα κατώτατα ευρωπαϊκά επίπεδα για όσο διαρκεί το κύμα της ακρίβειας. Η κυβέρνηση, όμως, επέλεξε τη μείωση φορολογίας των μεγάλων επιχειρήσεων, της συγκέντρωσης κεφαλαίου και των γονικών παροχών έως και 1,6 εκατ. ευρώ για δύο γονείς.
Η κυβέρνηση της ΝΔ απέτυχε τόσο στο οικονομικό όσο και στο υγειονομικό πεδίο, αδιαφορώντας για τις καταστροφικές συνέπειες της πανδημίας. Την ώρα που η χώρα καταγράφει αρνητικά ρεκόρ σε όλη την Ευρώπη, η κυβέρνηση αρνείται επιδεικτικά να ενισχύσει το ΕΣΥ και να προσλάβει μόνιμο προσωπικό, βγάζοντας στο σφυρί τη δημόσια υγεία.
Μπροστά στην αποτυχία και τα αδιέξοδα που παράγει η ίδια η πολιτική της, η κυβέρνηση λειτουργεί αλαζονικά και επιχειρεί να διχάσει τους πολίτες. Απειλεί και εκβιάζει, ρίχνοντας την ευθύνη για το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού στους πολίτες.
Αυτή η κυβέρνηση δεν μπορεί να εγγυηθεί τη σταθερότητα που χρειάζεται η χώρα, αλλά είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τις νέες κρίσεις που απειλούν την κοινωνία και την οικονομία.
Η χώρα έχει ανάγκη από μια νέα αρχή. Αυτή η νέα αρχή προϋποθέτει προοδευτικές αλλαγές και τολμηρές μεταρρυθμίσεις που θα έχουν στον πυρήνα τους τα συμφέροντα των μισθωτών, των εργαζόμενων, της νεολαίας, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Οι πολίτες αναζητούν μια νέα σχέση με την πολιτική. Για να γίνει μια νέα αρχή, οφείλουμε να εργαστούμε για τη συγκρότηση μιας μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας για τη νίκη στις επόμενες εκλογές. Μια τέτοια πλειοψηφία αποτελεί σήμερα την προϋπόθεση για τον σχηματισμό μιας προοδευτικής κυβέρνησης, αναγκαίας για τη μεγάλη πολιτική αλλαγή που έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία.
Τα σοβαρά θέματα της οικονομίας, του κοινωνικού κράτους, της κλιματικής κρίσης, επιζητούν προοδευτικές απαντήσεις. Μόνο μια ισχυρή προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να εκφράσει και να υπηρετήσει μια εναλλακτική και ρεαλιστική απάντηση στις σύγχρονες ανάγκες και αγωνίες, για να μπορέσουν οι πολίτες να οργανώσουν με ασφάλεια και ηρεμία το μέλλον τους.