in ,

Παρελθόν, παρόν και μέλλον για τον κάμπο της Άρτας [του Πάνου Χριστουδούλου & Κώστα Πανταζή]


Πάνος Χριστοδούλου

• Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός
• MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας
• Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών
• PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης,
• Μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Τρόφιμα, Διατροφή και Μικροβίωμα της ιατρικής του ΔΠΘ

Κώστας Πανταζής

• Ηλεκτρολόγος μηχανικός ΕΜΠ

 

 

Ουκρανική, επισιτιστική, διατροφική, κοινωνική ή βαθιά ελληνική κρίση κακών επιλογών μακροχρόνια; Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας φανέρωσε αδυναμίες της χώρας μας με μια απ’ αυτές να είναι η επισιτιστική κρίση, με τα Σούπερ Μάρκετ να σου απαγορεύουν να προμηθευτείς όσο αλεύρι θέλεις. Γιατί όμως δεν έχουμε δικό μας σιτάρι; Οι εξαγωγές απαίτησαν τη παραγωγή συγκεκριμένων προϊόντων βοηθώντας την Οικονομία, ταυτόχρονα όμως διαστρέβλωσαν την εγχώρια αγορά τροφίμων , φτάνοντας στο σημείο να μην παράγουμε βασικά αγαθά. Μήπως λοιπόν είναι η ώρα για ένα Great Reset φτιάχνοντας μια διατροφική αποθήκη κατ’ αντιστοιχία με την αποθήκευση ενέργειας; Όσο σημαντικό είναι να συμμετέχει ο δικός μας λιγνίτης στο ενεργειακό μίγμα, ώστε να συγκρατούνται οι τιμές, άλλο τόσο σημαντικό είναι να παράγουμε το 20-30% των βασικών τροφίμων που χρειαζόμαστε και να μην κάνουμε σημαία μόνο το κόστος παραγωγής , αλλά την επάρκεια τροφίμων και τη τιμή των προϊόντων στο τελικό καταναλωτή.

Ας μην είναι όμως η παραγωγική ανασυγκρότηση η επόμενη μορφή πελατειακού κράτος, αλλά ας ακολουθήσουμε νέα μονοπάτια: να μην ευνοήσουμε απλά νέους αγρότες, αλλά κυρίως αυτούς με το αντίστοιχο επιστημονικό υπόβαθρο, να μην προωθήσουμε κτηνοτροφικές μονάδες καθαρά σταβλισμένες στα πρότυπα και τις επιταγές των βιομηχάνων και της Ε.Ε., αλλά διασπαρμένες μονάδες βασισμένες στη παραδοσιακή κτηνοτροφία βοηθώντας περισσότερους αγρότες και παράγοντας προϊόντα με υψηλή διατροφική αξία, να προωθήσουμε τη δημιουργία ομάδων παραγωγών και συνεταιρισμών και τη πρόσβαση αυτών σε κεντρικές λαχαναγορές και σούπερ μάρκετ, περιορίζοντας εμπόρους αμφιβόλου προέλευσης και ποιότητας προϊόντων.

Είναι όμως εφικτή η αγροτική ανασυγκρότηση ή εμπεριέχει και άλλα προβλήματα όπως αυτό της ερημοποίησης των χωριών; Τα πολλά υποσχόμενα σχέδια «Καποδίστριας» και «Καλλικράτης» όχι μόνο δε πέτυχαν αλλά επιτάχυναν το πρόβλημα αφού ακόμα εκλέγονται Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες με βαθιά πελατειακή αντίληψη των πραγμάτων. Ποιο είναι λοιπόν το μοντέλο που πρέπει να ακολουθηθεί; Ας πάρουμε για παράδειγμα την ευρύτερη περιοχή της Άρτας. Ως γνωστόν το παρατσούκλι των πολιτών του νομού Άρτας είναι 《νερατζόκωλοι》, γεγονός που παρέπεμπε στην μαζική παραγωγή εσπεριδοειδών στον κάμπο της περιοχής. Στην περιοχή υπάρχει το εμπορικό λιμάνι της Κόπραινας, και λειτουργούν σιδηροδρομικές γραμμές ευρύτερα στη δυτική Ελλάδα, ενώ δεν είναι τυχαίο πως τα χωριά του κάμπου έχουν αυξημένο πληθυσμό (χαρακτηριστικά το Νεοχώρι φτάνει τους 3000 κατοίκους) και γνωρίζουν σημαντική ανάπτυξη που αντικατοπτρίζεται και στο βιοτικό επίπεδο (καφετέριες, κέντρα διασκέδασης, εκπαιδευτικά ιδρύματα, εμπορικά καταστήματα, κέντρα εστίασης). Μάλιστα έως τα μέσα της δεκαετίας του 90 υπήρχαν τέσσερα εργοστάσια παραγωγής συσκευασμένου χυμού πορτοκαλιού. Την ίδια περίοδο υπάρχουν επίσης καλλιέργειες διάφορων άλλων εσπεριδοειδών (μανταρίνια, λεμόνια, νεράντζια), ελιών (με την αντίστοιχη ύπαρξη ελαιοτριβείων), και διαφόρων οποροκηπευτικών. Όλα αυτά όμως μέχρι τη δεκαετία του 90. Μετά την αγροτική μεταρρύθμιση της ΕΕ και την περίοδο της χαβούζας (επιδοτούμενη καταστροφή προϊόντων) η παραγωγή ξεκινά να περιορίζεται έως και να εξαφανίζεται, και μαζί με αυτή αρχίζει η αποσύνθεση ολόκληρου του κοινωνικού ιστού: τα εργοστάσια κλείνουν, τα λιμάνια κλείνουν, οι σιδηρόδρομοι εξαφανίζονται και τελικά μειώνεται σημαντικά ο πληθυσμός των χωριών του κάμπου (το Νεοχώρι για παράδειγμα φτάνει πλέον τους 1700 κατοίκους) και κατά επέκταση περιορίζεται η υπόλοιπη παραγωγική και οικονομική δραστηριότητα σε αυτά.

Η πρόσφατη εμπειρία από την πανδημία του sars cov 2 και της επερχόμενης επισιτιστικής και ενεργειακής κρίσης δείχνουν τα όρια της αστυφιλίας και της αρχιτεκτονικής που εμπεριέχεται στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Με βάση αυτό και τα προηγούμενα, είναι απαραίτητο για να επιβιώσει η επαρχία και μαζί με αυτή να οικοδομηθεί ένα πιο υγιές και ισορροπημένο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα οργάνωσης, να τεθεί ένα σχέδιο ανασυγκρότησης για την επαρχία, το οποίο θα μπορεί να αξιοποιεί τις δυνατότητες του κάμπου της Άρτας, και συγκεκριμένα του τμήματος που βρίσκεται γύρω από τον Αμβρακικό κόλπο με άξονα την ανακαλλιέργεια των εκτάσεων με βάση γεωπονικές μελέτες, την αξιοποίηση της υπάρχουσας παραγωγής εσπεριδοειδών και ελιών, είτε προς εξαγωγή είτε ως προς την κατανάλωση στις κρατικές και δημοτικές δομές με ξενοδοχειακή λειτουργία (νοσοκομεία, σχολεία, στρατόπεδα, φυλακές), την ασφαλτόστρωση των δρόμων που συνδέουν τις αγροτικές εκτάσεις , ενώ θα πρέπει να δημιουργηθούν μόνιμοι μηχανισμοί αγροτικής καινοτομίας (cluster) που να συνδέονται με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να γίνουν δράσεις όπως η ανάπλαση της παραθαλάσσιας περιοχής από την Κορονησία έως το Νεοχώρι και την Κόπραινα με λειτουργία πλοίου, πλαζ και δημοτικής εστίασης, , η δημιουργία κέντρου υγείας αστικού τύπου, ώστε να ξανακερδίσει η περιοχή το ενδιαφέρον των πολιτών για μόνιμη κατοικία. Ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να λειτουργήσει καλύτερα με την περιοχή αυτή να οργανώνεται σε ενιαίο Δήμο με διασύνδεση μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων και της Άρτας με ποδηλατόδρομο σε παραποτάμιο επίπεδο.

Όλα αυτά όχι μόνο αξιοποιούν τις υπάρχουσες δομές, αλλά δίνουν τη δυνατότητα για συνολική ανάπλαση του νομού, από τη διασύνδεση με το Πανεπιστήμιο έως την ένταξη νέων επιστημόνων (μηχανικών, γεωπόνων, ιατρών, κτηνιάτρων, διαιτολόγων) για την παραγωγή και πιστοποίηση αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων και τον αντίστοιχο ποιοτικό έλεγχο. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ του εργατοαγροτικού και του επιστημονικού προλεταριάτου, και να υπάρχει πραγματικό κίνητρο για την παραμονή ή επιστροφή νέων ανθρώπων στον τόπο τους. Γιατί μόνο με σέλφι, μαρκίζες και εποχιακό τουρισμό δε μπορεί να ανασυγκροτηθεί μια κοινωνία. Δυνατότητες υπάρχουν, και ευτυχώς και αρκετός κόσμος που ονειρεύεται μια διαφορετική και πιο ποιοτική ζωή στην επαρχία και θέλει να δει τον τόπο του να αξιοποιεί τις σύγχρονες τεχνολογίες και όχι να μαραζώνει. Το στοίχημα είναι να μην απογοητευτούμε για άλλη μια φορά, αλλά να συσπειρωθούμε γύρω από ένα κοινό όραμα για το μέλλον μας.

Την ίδια στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο αγροτικοί συνεταιρισμοί της Μακεδονίας διαμαρτύρονται για αδιάθετη παραγωγή των μήλων, κι αυτοί της Νάξου για μειωμένη παραγωγή γάλακτος με συνέπεια την έλλειψη της Π.Ο.Π γραβιέρας του νησιού από τα ράφια των σούπερ μάρκετ χάνοντας το μερίδιο αγοράς που τους αναλογεί. Και είναι πολύ καλό να υπάρχουν όλες αυτές οι αντιδράσεις και να διευρύνονται ώστε να αντιληφθεί όλος ο κόσμος το μέγεθος του προβλήματος: ότι από τη μία πλευρά βρισκόμαστε εντός μιας επισιτιστικής κρίσης και από την άλλη προϊόντα μένουν αδιάθετα και αγροτικές περιοχές εγκαταλείπονται.