Στις 15 Φλεβάρη 1999, ο Οτσαλάν έπεφτε στα χέρια των Τούρκων, με εμπλοκή της τότε ελληνικής κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον κ.Σημίτη.
Την επόμενη μέρα, κι ενώ ο ελληνικός λαός είχε σαστίσει μαθαίνοντας τι είχε συμβεί την προηγούμενη νύχτα στην ελληνική πρεσβεία στην Κένυα, τέθηκε στον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο μια ερώτηση που ουδέποτε είχε τεθεί μέχρι τότε σε εκπρόσωπο κυβέρνησης: «Ποιος είναι ο ορισμός που δίνει η κυβέρνησή σας στις έννοιες “φιλότιμο” και “αξιοπρέπεια”;», ήταν η ερώτηση…
Ο Οτσαλάν από τα χέρια της Ελλάδας είχε βρεθεί στα χέρια της τουρκικής ΜΙΤ. Και τούτο ενώ δύο μήνες πριν, τα 2/3 της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ (ανάμεσά τους και υπουργοί…), είχαν υπογράψει ψήφισμα με το οποίο καλούσαν τον Οτσαλάν να έρθει στην Ελλάδα για να βρει άσυλο…
Τι δήλωσε στην ανακοίνωση του ο κύριος Σημίτης; Επέλεξε, μιλώντας για το «κουρδικό ζήτημα», να δηλώσει: «Είμαστε κατά των ένοπλων ανταρσιών και των πράξεων τρομοκρατίας και βίας»!
«Ένοπλη ανταρσία» (!), λοιπόν, ο αγώνας του κουρδικού λαού για ελευθερία! «Τρομοκρατία και βία» η πάλη των Κούρδων για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους! Αυτά ήταν τα λόγια του κυρίου Σημίτη, μόλις δύο 24ωρα από την παράδοση του Οτσαλάν!
Αυτά ήταν τα λόγια που ειπώθηκαν σε μια στιγμή που ολόκληρος ο ελληνικός λαός ένιωθε οργή και ντροπή. Οργή για το κατάντημα της κυβέρνησης, κατάντημα, όμως, για το οποίο η ίδια η τότε κυβέρνηση όχι μόνο δεν ένιωθε ντροπή, αλλά καυχιόταν κιόλας για την αποστολή που εκτέλεσε.
Εξάλλου, στην ίδια εκείνη ανακοίνωση, ο κ. Σημίτης, που θέλοντας να διασώσει εαυτόν είχε θυσιάσει τρεις υπουργούς (Πάγκαλο, Παπαδόπουλο, Πετσάλνικο), ισχυριζόταν ότι:
«Κάναμε το χρέος μας με τον καλύτερο τρόπο, απέναντι στην Ελλάδα και τα συμφέροντά της, απέναντι στο κουρδικό ζήτημα και τον ίδιο τον Οτσαλάν»!
Θα το επαναλάβουμε: Εκείνη η απίστευτη ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ και του πρωθυπουργού Σημίτη είχε εκδοθεί τη στιγμή που οι εικόνες του δέσμιου Οτσαλάν έκαναν το γύρο του κόσμου!
Αν προσπαθούσαμε να γυρίσουμε πίσω το χρόνο στο κλίμα εκείνης της εποχής θα λέγαμε ότι ακόμα κι αν κάποιος (ως υπόθεση εργασίας και μόνο) δεχόταν σαν ειλικρινή την εκδοχή της ελληνικής κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ ότι δεν ευθυνόταν για την σύλληψη Οτσαλάν από την Τουρκία, το ερώτημα που ετίθετο ήταν: Μετά από εκείνη την ανακοίνωση του πρωθυπουργού Σημίτη, ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι επρόκειτο για μια «αθώα» κυβέρνηση και όχι για μια «κυβέρνηση – καταδότη», όπως φώναζαν οι διαδηλωτές στους δρόμους της Αθήνας και σε όλες τις πόλεις της χώρας;
Μια κυβέρνηση που είχε ήδη στο ενεργητικό της τα «ευχαριστώ» προς τις ΗΠΑ μετά τα Ίμια, είχε συνυπογράψει την ελληνοτουρκική συμφωνία της Μαδρίτης κατ’ εντολήν της Ολμπράιτ, είχε ήδη αποδεχτεί τη συμφωνία για τη νέα δομή του ΝΑΤΟ που δημιουργούσε νέα αρνητικά δεδομένα όσον αφορά τη «διευθέτηση» των ελληνοτουρκικών προβλημάτων του Αιγαίου, είχε φερθεί με το γνωστό τρόπο στην υπόθεση των πυραύλων «S-300» μετά από απαίτηση των Αμερικανών, ποιος θα μπορούσε να την πιστέψει την ώρα που ο Οτσαλάν έπεφτε στα χέρια των Τούρκων;…
Η έκθεση του πρέσβη, που ήρθε στο φως περίπου ένα μήνα αργότερα, ήταν αποκαλυπτική: Εκεί, στην έκθεση – ομολογία και αποκάλυψη, καταγραφόταν ότι η εντολή από την Αθήνα προς τον πράκτορα της ΕΥΠ που συνόδευε τον Οτσαλάν στην ελληνική πρεσβεία της Κένυας ήταν: «Σάββα, παιδί μου, πέτα τον έξω»! Αυτή ήταν η εντολή…
Ας θυμηθούμε ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα από την έκθεση του Έλληνα πρέσβη στην Κένυα, του κ. Γ. Κωστούλα, που ήρθε στο φως το Μάρτη του 1999, και στα οποία γίνεται αναφορά στους χειρισμούς του «Μεγάλου τραγουδιστή», των συνεργατών του, στελεχών της ΕΥΠ και κρατικών παραγόντων, που προηγήθηκαν της σύλληψης του Οτσαλάν από τους Τούρκους.
«(…) Συνομιλία με Κιθουρίμα (σσ: Κενυάτης αξιωματούχος), περίεργο τηλεφώνημα Αμερικανού και αναχώρηση δυο επισκεπτών αναφέρονται αμέσως σε κ. Παπαϊωάννου (σσ: διευθυντής διπλωματικού γραφείου υπουργού Θ. Πάγκαλου), οποίος λέγει ότι θα τα μεταφέρει σε «μεγάλο τραγουδιστή», δηλαδή κ. υπουργό (σσ: Θ. Πάγκαλο), και αναλαμβάνει υποχρέωση “να μας τραγουδήσει, αφού ακούσει τραγούδι μεγάλου τραγουδιστή”(…).
Περί 10.00, κ. Καλεντερίδης επικοινωνεί με αρχηγό του. Τελευταίος μόλις έχει πληροφορηθεί τα περί αιτήσεως ασύλου (σσ: από τον Οτσαλάν ) και εξαγριωμένος απαντά ως εξής: “Να του πεις ότι είναι ηλίθιος. Διέπραξε αθλιότητα. Αυτό που έκανε δεν είναι τίποτα. Δεν ισχύει. Να του πεις να τσακιστεί να φύγει γρήγορα και να πάει όπου θέλει. Εμείς δεν του τάξαμε τίποτα. Πέτα τον έξω, ρε Σάββα, να τελειώνουμε. Σε παρακαλώ, παιδί μου” (…)
Μετ’ ολίγον, κος Διακοφωτάκης απαντά σε τηλέφωνο, σε οποίο “κάποιος ονόματι Μιχάλης” ζητά κ. Καλεντερίδη. Κος Καλεντερίδης προσέρχεται και σε ανοιχτή ακρόαση λέγονται εξής:
“Σάββα άκουσέ με, είμαι ο Τζοβάρας, είναι εδώ τρεις υπουργοί και ο αρχηγός, κρέμονται τρεις υπουργοί από σένα, το καταλαβαίνεις; Να πας αμέσως και να τον πετάξεις έξω με τη βία” (…). Τζοβάρας συνεχίζει:
“Σε παρακαλώ Σάββα, πέτα τα έξω τα μ….πανα να τελειώνουμε. Μπορείς να το κάνεις. Πρόσεξε γιατί αν δεν το κάνεις, όταν έρθεις πίσω θα σε αποστρατεύσουν. Μπορείς να το κάνεις. Είναι τρεις υπουργοί εδώ» (…).
Λίγο αργότερα, μας τηλεφωνεί κ. Παπαϊωάννου και ζητά να “ερευνήσωμε αγορά” ώστε εξευρεθούν ντόπιοι “φουσκωτοί”, δηλαδή, μπράβοι, οποίοι αναλάβουν επιχείρηση βίαιης αποχωρήσεως Οτσαλάν και συνοδών του από κατοικία (…).
Ύστερα, δεχτήκαμε τηλεφωνήματα από κ. Παπαϊωάννου και ΕΥΠ και μας έγινε γνωστό ότι Αθήνα αποφάσισε εδώ έλευση τεσσάρων “φουσκωτών”, οποίοι αναλάβουν επιχείρηση βίαιης απομακρύνσεως (…)».
Και κάτι ακόμα: Το καλοκαίρι του 2004, στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» (25/8/2004) αναδημοσιεύτηκε κείμενο της τουρκικής εφημερίδας «Ραντικάλ» στο οποίο γινόταν λόγος για την υπόθεση Οτσαλάν. Στο κείμενο υποστηριζόταν ότι:
«… ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα, Νίκολας Μπερνς, πραγματοποίησε συνάντηση με τον κ. Πάγκαλο, ο οποίος του τόνισε ότι η ελληνική πλευρά επιδιώκει μεν να απομακρύνει από τη χώρα τον Οτσαλάν, αλλά αυτό δεν κατέστη εφικτό μέχρι στιγμής. Τότε – κατά τη “Ραντικάλ” – ο Μπερνς πραγματοποίησε μια κρίσιμη επέμβαση: “Φροντίστε να αποστείλετε τον Οτσαλάν στην Κένυα και τα υπόλοιπα είναι δική μας υπόθεση”, φέρεται ειπείν στον Θ. Πάγκαλο…».
Αυτά έγραφε η «Ραντικάλ» και αναδημοσιεύτηκαν στον ελληνικό Τύπο. Και, βεβαίως, δεν είναι δική μας πρόθεση να τα υιοθετήσουμε. Είναι όμως υπόθεση του καθενός να αναρωτηθεί: Υπήρξε η ευθιξία από τους πρωταγωνιστές εκείνης της ντροπιαστικής υπόθεσης να καταρρίψουν τους ισχυρισμούς των λόγω δημοσιευμάτων;
Τέτοια ευθιξία απέναντι στο συγκεκριμένο δημοσίευμα, δεν υπέπεσε στην αντίληψή μας, κι αν υπήρξε ήταν προφανώς πολύ μικρότερης έντασης από την ένταση με την οποία καταγράφηκε στην συλλογική μνήμη του ελληνικού λαού εκείνο το «Σάββα, παιδί μου, πέτα τον έξω»…
Το έχουμε ξαναγράψει και θα το επαναλάβουμε: Όποια κι αν θα είναι η τελική κρίση της Ιστορίας, πρώτα και κύρια του κουρδικού λαού, για το πρόσωπό του Οτσαλάν, το γεγονός παραμένει: Από τα χέρια μιας ελληνικής κυβέρνησης, της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ο Οτσαλάν βρέθηκε στα χέρια της Τουρκίας. Κι αυτό, ως στιγμιότυπο της – ελληνικής – Ιστορίας, θα αποτελεί εσαεί κηλίδα ντροπής. Για εκείνους τους «μεγάλους τραγουδιστές» που δια πράξεων ή παραλείψεων πρωταγωνίστησαν σε αυτή την εξέλιξη.