Πάντοτε η Άρτα είχε λαϊκή αγορά από το 1820 γράφει ο Γιάννης Τσούτσινος, ήταν στο Μονοπλιό, εκεί έρχονταν οι αγρότες και πουλούσαν την παραγωγή τους, αν κι η πλατεία αυτή είχε κακό όνομα γιατί εκεί εκτελούσαν οι Τούρκοι τους καταδικασμένους σε θάνατο. Άγνωστο πότε μεταφέρθηκε στην κεντρική πλατεία στο πάνω μέρος (ίσως το 1940) που ποτέ δεν είχε όνομα και ήταν αδιαμόρφωτη, αλλά τότε με μία απόφαση του Δημοτικού συμβουλίου και την αντίδραση δύο δημοτικών συμβούλων έγινε στην σημερινή μορφή. Τότε πάρθηκε (1955) η απόφαση και μεταφέρθηκε στην σημερινή θέση, ήταν το χοροδιδασκαλείο του Παλάντζα, που μάθαιναν να χορεύουν οι Αρτινές.
Εκείνα τα χρόνια στηρίζονταν κυρίως στους ντόπιους παραγωγούς και ότι αυτοί είχαν στην παραγωγή τους, στο κτήμα τους, στον κήπο τους και μέχρι εκεί, δεν υπήρχαν θερμοκήπια. Ο μεγάλος αριθμός ήταν γυναίκες από όλα τα χωριά του κάμπου σχεδόν, αλλά ο μεγάλος αριθμός ήταν από το Πέτα. Σιγά σιγά γύρο από την λαϊκή άρχισε να δημιουργείται μια πολύ δυναμική αγορά με χονδρεμπόρους όλων των ειδών αγροτικών προϊόντων και φρούτων, μετά την πλατεία Κιλκίς από εδώ περνούσαν όλοι για τις αγορές τους για όλα τα μανάβικα, μπακάλικα κι όλα τα χωριά. Τα λίγα αυτοκίνητα, τα κάρα του κάμπου, τα άλογα από εδώ περνούσαν καθημερινά. Λίγοι ήταν οι άνδρες παραγωγοί, άνδρες ήταν οι μικροπωλητές, οι έμποροι. Πολλές φορές εμφανίζονταν κι ελάχιστοι από τα ορεινά να πωλήσουν την παραγωγή τους.
Κάθε εποχή είχε τα δικά της προϊόντα και γύρο από αυτά κινούνταν η αγορά πλην το χονδρεμπόρων και έφερναν φρούτα άλλης εποχής, λίγα τα ψυγεία του Μπανταλούκα. Από τα φρούτα στην λαϊκή μας κυριαρχούσε το πορτοκάλι που είχαμε τόνους κι τόνους από Γλυκόριζο, Αϊ Γιώργη κι άλλα χωριά. Αν αρχίσουμε από Νοέμβρη, Δεκέμβρη και Γενάρη η λαϊκή κινούνταν γύρο από τα λαχανικά για πίτες κυρίως ή καμιά φορά για βράσιμο, άνηθος, κουνουπίδι, καρότα, λάχανο, λάπατα, μαρούλια, μαϊντανό, μπρόκολο, παντζάρι, πράσα, ραδίκια, σέλινο, σέσκουλο, σπανάκι, λίγες αγκινάρες από το Πέτα. Μην νομίζουμε ότι οι γυναίκες είχαν μεγάλες ποσότητες, μικροποσότητες, λίγες οκάδες 2-5. Είχαμε βέβαια τις ελιές που όλες οι γυναίκες της πόλης αγόραζαν για έναν- δύο τενεκέδες να περάσουν τη χρονιά, όλες οι γυναίκες από Πέτα είχαν κι ελιές για πώληση, είχαν κι τσοπέλες (σύκα). Από τα φρούτα, πορτοκάλια, λίγα μανταρίνια και βέβαια πάντα λεμόνια. Είχαμε και τα κάστανα από Πιστιανά και Ροδαυγή, πολύ μικρές ποσότητες καρυδιών ντόπια ή ελάχιστα αμύγδαλα. Υπήρχαν τα μήλα που τα εμπορεύονταν οι έμποροι πλην τα φιρίκια που είχε λίγα η περιοχή. Με τον Μάρτιο και Απρίλιο συνεχίζονταν τα λαχανικά και κυρίως κυριαρχούσαν τα μαρούλια και τα κρεμμυδάκια, τα σκορδάκια, λίγα φρούτα. Με τον Μάη που άρχιζε να μυρίζει καλοκαίρι, λίγα αγγούρια, πολλά μαρούλια, βλίτα, ελάχιστες πιπεριές, εμφανίζονταν τα σπαράγγια από το Γρίμποβο, παντζάρια, τα πρώιμα φασολάκια από Νεοχώρι, μπρόκολα και από φρούτα τα ξινά πορτοκάλια, είχαμε κεράσια από κάμπο, τζάνεργα και ελάχιστα βερίκοκα. Με τον Ιούνιο και Ιούλιο άρχιζαν όλα τα καλά, φασολάκια στο φουλ, ντομάτες από Πέτα κυρίως και όλα τα χωριά, αγγούρια, τα περισσότερα ήταν πικρά, κολοκύθια, κρεμμύδια, μελιτζάνες, πατάτες από Ροδαυγή. Στα φρούτα όλα τα καλά μούσμουλα, κεράσια, βερίκοκα, βύσσινα, ροδάκινα, λίγα αχλάδια από Γραμμενίτσα, Κορφοβούνι, καρπούζια, πολλά σύκα από Πέτα, όλων των ειδών και τα πεπόνια. Στον Αύγουστο με τις μεγάλες ζέστες οι ντομάτες σε όλους τους πάγκους, τα αγγούρια, τα κολοκυθάκια, τα κολοκύθια για πίτες, οι πατάτες, τα καρότα, κρεμύδια, κρεμμύδια σε αρμάθες, μελιτζάνες, μπάμιες, πιπεριές, σκόρδα. Στα φρούτα αχλάδια, δαμάσκηνα, καρπούζια, μήλα, πεπόνια, ροδάκινα, σταφύλια και σύκα. Με τον Σεπτέμβρη στα λαχανικά τα ίδια και λίγο λιγότερα, στα φρούτα τα αχλάδια της περιοχής, τα σταφύλια, τα τελευταία καρπούζια, νωπά καρύδια, αλλά την διαφορά την έκαναν από εδώ και πέρα ήταν οι ελιές από το Πέτα κυρίως, όλες είχαν αρκετές ποσότητες να πωλήσουν. Τον Οκτώβρη που άρχιζαν τα κρύα είχαμε τα κολοκύθια, τις πατάτες, τα κουνουπίδια, τα μπρόκολα, τα λάχανα, τα παντζάρια τα πράσα και το σπανάκι. Στα φρούτα επικρατούσαν, τα αχλάδια, τα μήλα, τα ρόδια, τα κυδώνια και τα πρώτα πορτοκάλια, επίσης πολλά καρύδια και κάστανα. Οι γυναίκες ήταν από όλα τα χωριά αλλά κυριαρχούσαν από Πέτα, Χαλκιάδες, Καλαμιά, Ρόκα, Γραμμενίτσα, Γλυκόριζο –Αϊ Γιώργη, Κωστακιούς, Κεραμάτες, Βλαχέρνα, Χανόπουλο, Γρίμποβο, Κορφοβούνι, λίγες από Πιστιανά, Ροδαυγή, αργότερα με πολλά λαχανικά η Βίγλα κ.λ.π. Να αναφέρουμε τις πρώτες γυναίκες από Χαλκιάδες, Αρβανίτη Ελένη, Παππά Κων/νιά, Γιαννάκου Ευθυμία, Γιαννάκου Παρασκευή, Γιαννάκου Παναγιώτα, από Ρόκκα, Νίκαρη Σταυρούλα και Νίκαρη Παρασκευή. Από Γλυκόριζο –Αϊ Γιώργη Ρίζου – Τσακανίκα Ευαγγελή με τον γάιδαρο της, Καρίνου Μαρία, Παπακίτσου Πατρούλα, Άγης Βάϊος και ο Γιώργος Στάμος μια ζωή με το ποδήλατο. Με τα ποδήλατα από όλα τα ψαροχώρια , Ανέζα, Μύτικα, Καλογερικό, αργότεροα Καρακονσιά, Νεοχώρι με τα μικρά ψαράκια, τα γουβιά και τα χέλια και τους χειμώνες οι κυνηγοί με τις λούφες και τα παπιά, τα είχαν κρεμασμένα στα ποδήλατα και στα μηχανάκια, επίσης τα καλοκαίρια έφερναν από τον Λούρο τις καραβίδες.
Εκεί γύρο από την λαϊκή είχε δημιουργηθεί μία δυναμική αγορά ήταν οι χονδρέμποροι όπως ο Γ. Καϊντάσης, ο Νάσιος Τσώρος και αργότερα ο γυιός του Μιχάλης, ο Λ. Χήτας, ο Αραβανής, ο Τέλης Παπασπύρου, ο Τάκης Σιαμέτης, ο Ζαγαλίκης , ο Βαγγέλης Σταμάτης, ο Λίας Τσώρος. Ήταν και τα μπακάλικα του Μήτσου Τσώλη, του Βαγγέλη Τσώλη, του Μητσαρά, του Αντωνίου και του Μήτσο Ράπτη, το γαλακτοπωλείο του Παππά στο βάθος, ο φούρνος του Τσιότσιου. Μέσα στην Λαϊκή υπήρχε και λαδάς, όπως και οι μικροέμποροι, Κώστας Τσίρκας, Θόδωρος Μπανιάς, ο Χρ. Γκίζας, ο Λίας Αναστασίου, ο Κώστας Πάντζιος, όταν διαλαλούσε ο Τσίρκας την πραμάτεια του ακούγονταν μέχρι την Νομαρχία.