in ,

Ταξίδι στον Χρόνο: Oι αστοί και οι μικροαστοί της πόλης | του Δημήτρη Χρ. Μπανιά

Η πλατεία Σκουφά προ του 1958
editor_image

Του Δημήτρη Χρ. Μπανιά


Η πόλη μας προ του 1940 ήταν μια μικρή πόλη μετά βίας 8.100 κατοίκους και ο Νομός στις 65.000. Όλη η πόλη ξεκινούσε από Μουχούστι και έφτανε μέχρι Αγ. Γιώργη, Μητρόπολη και μέχρι πίσω από τα κάτω σχολεία. Τα σπίτια κάτω από Λαϊκή αγορά ήταν τα παλιά τούρκικα που τα είχαν αγοράσει ή τα πήραν οι ντόπιοι, δυο, τρεις δρόμοι ήταν σχεδόν τα Εβραϊκά, Μακρυγιάννη, Φιλελλήνων και γύρο από το κάστρο. Οι ορεινοί δεν είχαν κατεβεί ακόμα ή ήταν ελάχιστοι, τα χωριά ήταν γεμάτα κόσμο.

Οι άρχοντες της πόλης της πόλης ή οι λίγοι αστοί έκαναν διαφορές δουλειές, κυρίως γύρο από το εμπόριο, αλλά το κυριότερο ήταν ιδιοκτήτες κτημάτων πέρα από την γέφυρα, τα κτήματα είχαν κι αυτά αγοραστεί από τους Τούρκους ή είχαν ζαπωθεί, ήταν το επάγγελμα του κτηματία. Το πορτοκάλι πάντα πανάκριβο και ακόμα με 10 στρέμματα την έβγαζες καλά, υπήρχαν κι οι πολλοί μεγάλοι με 30,40,70 στρέμματα. Τα κτήματα Τοπ-Αλτί μέχρι Χαλκιάδες, Γλυκόριζο και λίγα σκορπισμένα εδώ κι εκεί. Τα εισοδήματα από τα πορτοκάλια πολλές οικογένειες τα είχαν για αποταμίευση, κουμπαρά. Πάντοτε λέγονταν στην Άρτα, ότι οι Αρτινοί δεν κάνουν καμιά επένδυση στην εδώ αλλά πήγαιναν στην Αθήνα να αγοράσουν κάποιο διαμέρισμα, όταν άρχισαν οι κατασκευές.

Η κατοικίες μέσα στο κέντρο της πόλης μέχρι διώροφα, το νερό είχε φτάσει στην πόλη επί Καζαντζή, πολλές φορές με μολύβδινες σωλήνες και ηλεκτρικό φως από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα από την ηλεκτρική. Οι περισσότερες δουλειές ήταν μικρές, οικογενειακές κι όλες τις μέρες της εβδομάδας δουλειά.

Όλοι οι αστοί και μικροαστοί της πόλης κατοικούσαν σ΄όλες της συνοικίες Μουχούστι λίγοι, στην Αλμπαναριά (Παντοκράτορα), στην Αγία θεοδώρα, Άγιο Νικόλαο, στους ταμπακιάδες, τουρκοπάζαρο, χάλα – χάλα με πολλά σπίτια τούρκικα. Οι Εβραίοι στα Εβραϊκά, Αμβρακίας, Παλαμά, Μακρυγιάννη, Φιλελλήνων. Στον Αϊ Μηνά (πουντιάστρα) οι κάθε αυτού αστοί. Στην Κασοπίτρα -Μονοπλιό μικροαστοί και αργότερα ορεινοί. Το Ρωμιοπάζαρο ξεκινούσε από Παντοκράτορα μέχρι Μονοπλιό και κυρίως είχαν τα μαγαζιά.

Ενδιαφέρον έχει τα επαγγέλματα που ήταν στην πόλη προ του 1940 και συνεχίστηκαν πολλά μετά το 1945. Χωρίζονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες στην βιοτεχνία, το εμπόριο και τη λίγη παροχή υπηρεσίας. Έχουν εξαφανισθεί ορισμένα επαγγέλματα, όπως στην βιοτεχνία, το αγγειοπλάστης, οι αλευρόμυλοι, οι αλυκές, βιβλιοδετεία, γανωτήρια, δέρματα, καλαθοποιεία, καρροποιεία, πεταλωτήρια. Στο εμπόριο, αποικιακά, γραμμόφωνα, δερματοπωλεία, καπνά, κιγκαλερίας, ορειχαλκουργεία, σασματοποιεία. Στην παροχή είσπραξη φόρων.

Επί δημαρχίας Γεωργίου Καζαντζή που έκανε 18 χρόνια, από το 1925 μέχρι το 1943, ήταν σχεδόν όλοι οι δημοτικοί σύμβουλοι αστοί για την εποχή τους. Όπως Αλκιβιάδης Μιχάλης (κτηματίας), Αρίστιππος Σχορτιανίτης, Ιωάννης Συγγούνας, Χρήστος Γκίζας (γιατρός, δήμάρχος), Δημήτριος Παναβέλης (ηλεκτρικά είδη), Σωκράτης Κατσαδήμας, Δημήτριος Καρατζένης (δικηγόρος, βουλευτής), Ιωάννης Καλυβιώτης (έμπορος γεωργικών εργαλίων), Γεώργιος Τζίμας, Ελευθέριος Καλυβιώτης (έμπορος), Δημ. Ρίζος, Ιωάννης Αρκουδάρης, Λάμπρος Καλαμπόκης (εγχώρια), Δημ. Χαλμαντζής, Κώστας Μελάς (έμπορος εγχωρίων), Χρ. Τάχος (δέρματα), Βασιλείος Λαλάκος (έμπορος), Δημήτριος Αλίβερτης, Ευάγγελος Βάγιας (ενοικιαστής φόρων), Χρ. Τσιλιγιάννης, Ευστ. Κατσαδήμας, Αλεξ. Μπανταλούκας (υαλοπώλης), Γεώργιος Νικάκης (γραμμόφωνα), Δημ. Πέτσας (κτηματίας), Δημήτριος Κεχαγιάς (ούζο), Δημήτριος Σφήκας, Γεώργιος Παλάντζας (κηροπώλης), Γεώργιος Μάτσος (έμπορος) κι άλλοι.

Επίσης μερικές οικογένειες έκαναν πολλές εργασίες στην πόλη όπως η οικογένεια Τσέτη, την συναντάμε στο εμπόριο αποικιακών, παντοπωλεία όπως Τσέτης Θεόδ., Τσέτης Χρήστος, Τσέτης Χρ. & Γεωργ., Τσέτης Α. ασφαλιστής Τσέτης Γεωργ., εμπόριο προϊόντων, Τσέτης Γεωγ., Τσέτης Δημ., Τσέτης Χρ., Ζυθοπωλεία – καφενείο Τσέτης Ιωάννης, τυροκομείο.

Τα καφενεία ήταν πολλά στην Άρτα προ του 1940 ήταν 25 χωρίς να μετριούνται τα μικτά, μπακάλικα, ουζοποτοποιεία κ.λ.π, μετά αυξήθηκαν, αλλά οι αστοί πήγαιναν, στον Κακαβά, Κοντογιώργο, Νάκα, Διαμάντη. Τα πανδοχεία (χάνια), ήταν 5-6 όπου μαζεύονταν από τα γύρο χωριά που έρχονταν με μουλάρια και κάρα, όπως των αδελφών Γεωργόπουλο, του Καραντζένη Ι, του Καραβασίλη Δημ. των αδελφών Χουλιάρα και του Καζάκου Μ.

Δύο ήταν οι κυρίαρχες ομάδες των επιστημόνων στην πόλη, των γιατρών περίπου 12 και δικηγόρων 18 προ του ΄40, από τους άλλους, ένας, δύο το πολύ. Οι ράφτες μεγάλος αριθμός.

Να μην ξεχνάμε τις οικογένειες Γαρουφαλιά και Ζάρα που είχαν μεγάλες περιουσίες που είτε τις πωλήσανε, είτε τις δώρισαν σε φορείς.

Στην Άρτα μεγάλες δουλειές δεν υπήρχαν με πολλούς εργαζόμενους, λίγα πράγματα, με έναν, δύο εργαζόμενους, ο πολύς ο κόσμος και ανειδίκευτος στα πορτοκάλια. Τα τσαγκάρικα είχαν περισσότερους, γιατί χρειαζόταν χέρια 5-6 το καθένα είχε. Η μεγαλύτερη δουλειά που έγινε μετά το 1950 στην Άρτα ήταν η ΕΛΚΑ του επιχείρησε με τα τούβλα, κεραμίδια και με λίγα μηχανήματα στους Αγίους Αναργύρους. Αργότερα μετά που ήρθε το ρεύμα εκσυγχρονίστηκε αρκετά. Πρωτεργάτες ήταν ο Δημήτρης Καπνιάς και ο Δημήτρης Σκορδής, αργότερα μπήκαν οι αδελφοί Οικονομίδη ο Θεοδόσης και ο Βασίλης, και στο τέλος οι αδελφοί Κρικώνη. Στις καλές εποχές που το τούβλο είχε μεγάλη ζήτηση με την οικοδόμηση, οι εργαζόμενοι ήταν οι πιο καλοπληρωμένοι στην Άρτα και ήταν πάνω από 50 σε 9μήνη βάση.

Επίσης υπάρχουν πάρα πολλά επίθετα που δεν τα συναντούμε σήμερα στην Άρτα, είτε δεν άφησαν απογόνους, είτε ζούνε αλλού και κυρίως στην Αθήνα. Θα αναφέρουμε μερικά, Γαρουφαλιάς, Ζάρας, Καζαντζής, Καλέλλης, Καλυβιώτης, Βενέτης, Σέρρης, Βαλίνος, Κατσαδήμας, Αγραφιώτης, Γκινάκας, Στατηράς.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *