Πόσες φορές ακούμε τους όρους ήπια ανάπτυξη, βιώσιμη, «πράσινη» σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή. Η ανάγκη για ενεργειακή μετάβαση έχει ανοίξει όχι απλά τη συζήτηση, αλλά και τις…ορέξεις πολλών για φωτοβολταϊκά πάρκα, ανεμογεννήτριες, κ.λ.π. Προφανώς και δεν μπορεί κανείς να είναι εξ αρχής αρνητικός στην όποια επένδυση, αρκεί να υπάρχει σεβασμός στο περιβάλλον, να είναι ήπιας μορφής και κυρίως να έχει προηγηθεί και συνεννόηση με τους τοπικούς φορείς για αντισταθμιστικά, διότι δεν μπορεί πολλοί να λειτουργούν με μορφή Επικυρίαρχου και με περίσσια αλαζονεία.
Μην λησμονούμε ότι το «περιβάλλον», αποτελεί για την περιφέρεια της Ηπείρου πολύτιμο φυσικό πόρο, που μπορεί να αξιοποιηθεί για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε νέους τομείς, με δυναμικές «πράσινες» και καινοτόμες πρωτοβουλίες. Όχι , όμως με τον τρόπο που επιχειρείται σε πολλές περιπτώσεις, αλλά με σεβασμό στο περιφερειακό περιβάλλον και σε αυτό που ονομάζεται ολοκληρωμένη περιβαλλοντική διαχείριση.
Η ποικιλομορφία του τοπίου, οι ορεινοί όγκοι, οι πεδιάδες, οι λόγοι και οι κάμποι, η προστασία, ανάδειξη και ορθολογική διαχείριση των διαθέσιμων υδάτινων πόρων, των φυσικών και τεχνητών λιμνών, των ποταμιών, η μείωση της ενεργειακής σπατάλης και η προώθηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας, η δραστική αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, η διαχείριση του δημόσιου χώρου µε αισθητική και ευαισθησία, η αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού, με την εφαρμογή συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης και την αποθάρρυνση της χρήσης των ιδιωτικών αυτοκινήτων στο κέντρο της πόλης, συνθέτουν το πλέγμα των δράσεων στον τομέα αυτό.
Η πλούσια περιοχή μας, ο Πρωτογενής τομέας παραγωγής σε συνδυασμό με τον τριτογενή που έχει ως βάση του τον τουρισμό και κυρίως τις εναλλακτικές μορφές του, αποτελούν επίσης σημαντικό πλεονέκτημα, που η αξιοποίησή του θα συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξης της οικονομικής δραστηριότητας.
Άρα, σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αναπτυχθούν δράσεις για την εφαρμοσμένη έρευνα, τον ανασχεδιασμό του πρωτογενούς και του τριτογενούς τομέα. Ενδεικτικά για τον πρωτογενή τομέα αυτό μπορεί να γίνει μέσω των πολυλειτουργικών συστημάτων στη διατροφική γεωργία και την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, την επέκταση των βιολογικών καλλιεργειών, την εφαρμογή συστημάτων πιστοποίησης και διασφάλισης της ποιότητας τροφίμων (ιχνηλασιµότητας), την αγροτική οδοποιία, τον αγροτικό εξηλεκτρισμό, τον εκσυγχρονισμό – αναδιάρθρωση και επέκταση των αρδευτικών δικτύων.
«Δυνατότητες και ευκαιρίες υπάρχουν και είναι ευκαιρία να συμβάλλει εποικοδομητικά και όχι με στείρα άρνηση να υπάρξει περιβαλλοντικό αποτύπωμα θετικό στην περιοχή, αλλά με ήπιες παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν τον όρο πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη για να μην καταστεί μαύρη για ζώνες της περιφέρειας και τους κατοίκους της»
Το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και η Γεωπονική Σχολή με έδρα την Άρτα και όχι μόνο, αλλά και τα οικονομικά τμήματα, μπορεί να λειτουργήσουν ως «προωθητικός μηχανισμός» στους τομείς του Περιβάλλοντος και του Πρωτογενή τομέα και του Τριτογενούς, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη ευρύτερα της περιοχής.
Άλλωστε, αποτελεί σήμερα κοινό τόπο για όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο ότι γεωργία, βιομηχανία, τουρισμός, ενέργεια, μπορούν να συνυπάρξουν εποικοδομητικά, µε έμπρακτη προστασία της φύσης και άρα ουδεμία βίαιη επέμβαση στο περιβάλλον μέσω διαφόρων επενδύσεων χωρίς σαφές θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, δεν μπορεί να στηριχθεί.
Επίσης, ας μην λησμονούμε ότι παράλληλα και ο δευτερογενής τομέας, παρότι η συμμετοχή του στο περιφερειακό ΑΕΠ είναι μικρότερη, μπορεί να παίξει πολύ σημαντικό ρόλο, αφού υπάρχουν σημαντικά περιθώρια αύξησής του. Βέβαια, εδώ πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι περιορισμοί που προκύπτουν από το ευρύτερο οικονομικό πρόβλημα λόγω και της πανδημίας, της ακρίβειας, των διεθνών συνθηκών, κ.λ.π. παράγοντες που προκαλούν μεγάλο πλήγμα και στην περιφερειακή παραγωγή, µε συνέπεια να απαιτούνται κεντρικές πολιτικές για την ανάκαμψη. Μόνο να δει κανείς τα προ ημερών στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για την ανεργία και στην Ελλάδα και στην ιδίως αν εστιάσει στην περιφέρεια της Ηπείρου σε συνδυασμό με τον μειωμένο πληθυσμό που εμφανίζεται στην απογραφή θα καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι το μέλλον θα είναι δύσκολο.
Καλές οι επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αρκεί να συμβάλλουν σε αυτό που ονομάζουμε βιώσιμη ανάπτυξη και αειφορία. Και ο βασικός στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης για την περιφέρεια Ηπείρου πρέπει να είναι η ευφυής και βιώσιμη αστική ανάπτυξη στη βάση των ιδιαίτερων χωρικών και κοινωνικοοικονομικών χαρακτηριστικών της. Μέσω αυτής πρέπει άμεσα –και αυτό είναι το ζητούμενο από εδώ και πέρα- να υλοποιηθούν παρεμβάσεις που θα καλύπτουν το σύνολο των στρατηγικών παραμέτρων της Περιφέρειας.
Δυνατότητες και ευκαιρίες υπάρχουν και είναι ευκαιρία να συμβάλλει εποικοδομητικά και όχι με στείρα άρνηση να υπάρξει περιβαλλοντικό αποτύπωμα θετικό στην περιοχή, αλλά με ήπιες παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν τον όρο πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη για να μην καταστεί μαύρη για ζώνες της περιφέρειας και τους
κατοίκους της.
Επί του πιεστηρίου
Προ ημερών πήρα στα χέρια μου, όπως κάνω με συνέπεια τα τελευταία την ετήσια ειδική έκδοση του Economist, όπου μας δείχνει μέσα από άρθρα και αναλύσεις που πηγαίνει ο κόσμος. Από το φετινό σημείωμα του αρχισυντάκτη του περιοδικού για τον κόσμο το 2022 συγκράτησα το εξής (σ.σ. μας αφορά λόγω του πρόσφατου χάους με την κακοκαιρία) από τα θέματα που θεωρεί ό,τι πρέπει να βρίσκονται στο ραντάρ μας κατά το τρέχον έτος, όπου θα κυριαρχήσει η ανάγκη προσαρμογής στις νέες, μετά-πανδημικές πραγματικότητες: «Η κλιματική κρίση: Αν και οι πυρκαγιές, οι καύσωνες και οι πλημμύρες αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς, οι φορείς χάραξης πολιτικής φαίνεται να μην έχουν την αίσθηση του επείγοντος όσον αφορά την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Επιπλέον, η απεξάρτηση από τον άνθρακα απαιτεί τη συνεργασία της Δύσης με την Κίνα, την ώρα που η γεωπολιτική τους αντιπαλότητα βαθαίνει. Παρακολουθήστε την ερευνητική ομάδα ηλιακής γεωμηχανικής του Χάρβαρντ: το 2022 θέλουν να δοκιμάσουν τη χρήση ενός αερόστατου μεγάλου ύψους που θα απελευθερώσει σκόνη στην ατμόσφαιρα για να εξασθενήσει το ηλιακό φως-μια τεχνική που, με αυτό τον ρυθμό, μπορεί να χρειαστεί ώστε ο κόσμος μας να κερδίσει περισσότερο χρόνο στην πορεία του προς την απεξάρτηση από τον άνθρακα».