in

Το Στίγμα: Όχι όλα στο βωμό του κέρδους και της ιδιωτικοποίησης

editor_image

Του Άρη Ραβανού


Πολλές φορές γίνεται συζήτηση για την αναγκαιότητα ή όχι της ιδιωτικοποίησης δημοσίων περιουσιακών στοιχείων. Πληθώρα απόψεων και από τη μια και από την άλλη πλευρά. Εσχάτως αρχίζει και πάλι η συζήτηση σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, και με ένταση στην περιφέρεια Ηπείρου, για το εάν πρέπει ή όχι να γίνουν επενδύσεις σε αιολικά πάρκα, σε φωτοβολταϊκά, σε μικρά υδροηλεκτρικά φράγματα, κ.α.

Την ίδια στιγμή επανέρχεται και λόγω των προβλημάτων με την ύδρευση σε περιοχές της Άρτας και της Πρέβεζας, για το νερό, την τιμή του, ενώ εάν δει κανείς και αναλύσει με προσοχή, θα διαπιστώσει και τις θεωρίες περί ιδιωτικοποιήσεων.

Μια χώρα όπως η Ελλάδα οφείλει να προστατεύσει τις εταιρείες ύδρευσης της χώρας, τα δίκτυα ύδρευσης, τις πηγές πόσιμου νερού, τους ταμιευτήρες ή άλλα τεχνητά ή φυσικά υδάτινα σώματα που αποτελούν υδρευτικές, αρδευτικές ή και ενεργειακές υποδομές. Εξάλλου το νερό διαδραματίζει ρόλο στην ενέργεια, στην ύδρευση και στην άρδευση.

Στα μέσα του καλοκαιριού του 2012, όταν η Ελλάδα ήταν στις μνημονιακές μυλόπετρες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σημείωνε, ότι «το νερό είναι αναπαλλοτρίωτο δημόσιο αγαθό απαραίτητο για τη ζωή και δεν πρέπει να είναι πηγή κέρδους, ενώ η πρόσβαση στο νερό αποτελεί ένα θεμελιώδες και πανανθρώπινο δικαίωμα» και σε άλλο σημείο ανέφερε: «η βιώσιμη διαχείριση του νερού είναι μια αναγκαιότητα για το περιβάλλον και την υγεία που παίζει σημαντικό και ρυθμιστικό ρόλο στον κύκλο του κλίματος». Και μην ξεχνάμε και το ψήφισμα του ΟΗΕ το καλοκαίρι του 2010 στην πρόσβαση των πολιτών σε ασφαλές και οικονομικά προσιτό, πόσιμο νερό.

Η διεθνής εμπειρία έδειξε ότι όπου ιδιωτικοποιήθηκαν οι εταιρείες ύδρευσης, το μοντέλο απέτυχε και επέστρεψαν στο Κράτος, αφού κατεγράφη πολλαπλασιασμός των τιμών, πτώση της ασφάλειας και τη ποιότητας του νερού, κ.α. Αυτό συνέβη σε πολλές χώρες αλλά και σε αρκετές πόλεις της Ε.Ε. Ακόμα και στο κοσμοπολίτικο Παρίσι το πόσιμο νερό πέρασε εδώ και χρόνια, από τον ιδιωτικό, στο δημόσιο έλεγχο.

Δεν είναι όλα χρήμα. Πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του και την προστασία του περιβάλλοντος με ότι αυτό σημαίνει, δηλ. πηγές, δάση, ποτάμια, ρυάκια, λίμνες, βουνά, κ.α.

Και να δούμε τι γίνεται στην Γερμανία, καθώς έχει ενδιαφέρον. Στο Βερολίνο, το 50% της εταιρείας ύδρευσης, είχε πωληθεί πριν χρόνια σε ιδιώτες, αλλά το 2014, το κρατίδιο εξαγόρασε το ποσοστό της από την Berlinwasser και πέρασε και πάλι υπό δημόσιο έλεγχο. Στα 12 χρόνια που τα δίκτυα ύδρευσης ήταν σε ιδιώτες, το κόστος για τα νοικοκυριά αυξήθηκε περίπου 25%. To ίδιο έγινε στη συνέχεια και από άλλες οκτώ γερμανικές πόλεις, ενώ σε μια εξίσου μεγάλη γερμανική πόλη το Μόναχο, το νερό είναι υπό δημόσιο έλεγχο.

Μιλάμε συνεχώς για αναπτυξιακό σχέδιο και παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Αυτά δεν μπορεί να υπάρξουν χωρίς να έχει το Κράτος στην κατοχή του βασικές υποδομές, όπως στο πεδίο της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, του νερού, των λιμανιών και των αεροδρομίων. Απλά για να έχεις, αφού πολλά έχουν ιδιωτικοποιηθεί, τουλάχιστον δημόσιο νερό, φροντίζεις να βελτιώσεις στεβλώσεις, λάθη και προβληματικές καταστάσεις, ενώ εφαρμόζεις σύγχρονα μοντέλα διοίκησης και διαχείρισης.

Η γνωστή λογική «ιδιωτικοποιήστε» εάν δεν μπορείς να βρεις λύσεις, είναι εύκολη, αλλά όχι και η ενδεδειγμένη. Μην λησμονούμε ότι την περίοδο της πανδημίας ο πυρήνας της φιλελεύθερης πολιτικής δέχθηκε καίριο πλήγμα. Η πανδημία επέδρασε καταλυτικά και δημιούργησε συνθήκες επιστροφής του Κράτους και των δημόσιων πολιτικών με ότι αυτό σημαίνει για τις μελλοντικές εξελίξεις.

Την περίοδο των τριών μνημονίων, υποστηρίζαμε αρκετοί, αν και οι φωνές αυτές χάνονταν, ότι δεν μπορεί να κάνεις ανάπτυξη και να προχωρήσεις σε παραγωγική ανασυγκρότηση εάν δεν έχεις υπό κρατικό έλεγχο βασικές υποδομές, όπως δίκτυα ύδρευσης, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρισμό, λιμάνια, αεροδρόμια, κ.α.

Ο αφορισμός αυτής της θεώρησης ήταν κυρίαρχος και οι θιασώτες των ιδιωτικοποιήσεων δεν έβλεπαν τι συνέβαινε σε άλλες χώρες, όπως π.χ. στη Γερμανία, όπου το Κράτος κατέχει τον έλεγχο στις βασικές υποδομές.

Η κρίση της πανδημίας έφερε –ευτυχώς- στη δημόσια συζήτηση τον μεγάλο οικονομολόγο Κέυνς που έχει προτείνει την αύξηση των κρατικών δαπανών σε περιόδους κρίσης. Ένα από τα διδάγματα στη θεωρία της μακροοικονομίας είναι η ικανότητα μιας χώρας να παράγει αγαθά και υπηρεσίες καθορίζει και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της.

Σε αυτή την εξίσωση όμως, καθώς δεν είναι όλα χρήμα, πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του και την προστασία του περιβάλλοντος με ότι αυτό σημαίνει, δηλ. πηγές, δάση, ποτάμια, ρυάκια, λίμνες, βουνά, κ.α.

Όχι όλα στο βωμό του κέρδους και της ιδιωτικοποίησης. Ευτυχώς υπάρχει αρκετή καύσιμη κοινωνική ύλη για κοινωνικές αντιστάσεις.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *