in

Το Θέμα: Ο Πληθωρισμός τραβάει την ανηφόρα

Μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών και στην Ήπειρο

editor_image

Του Χρήστου Τσούτση


Ο πληθωρισμός αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρώπη (και για την Ελλάδα) στην σημερινή περίοδο με την ΕΚΤ να σχεδιάζει να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων από τον Ιούλιο και επιστροφή στα μηδενικά επιτόκια έως το τέλος Σεπτεμβρίου, όπως προϊδέασε πρόσφατα και η πρόεδρος της ΕΚΤ( Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) κ. Κριστίν Λαγκάρντ. Μια συζήτηση η οποία εστιάζεται πλέον στο πόσο «επιθετική» θα είναι η αύξηση αυτή. Συζήτηση η οποία αναμένεται να ενταθεί όσο ερχόμαστε πιο κοντά στην ώρα λήψης των αποφάσεων.

Στη χώρα μας, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή τον Απρίλιο είχε σκαρφαλώσει στο 9,4% από 8% το Μάρτιο ενώ σε επίπεδο εθνικού πληθωρισμού, με βάση τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) τον προηγούμενο μήνα είχε εκτοξευθεί στο 10,2% καταγράφοντας την υψηλότερη τιμή σε διάστημα 27 ετών.

Ήδη τόσο το υπουργείο Οικονομικών όσο και διεθνείς οργανισμοί όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και το ΔΝΤ έχουν πρόσφατα προχωρήσει σε αναθεώρηση των εκτιμήσεων τους για το ύψος του πληθωρισμού στην Ελλάδα (όπως και για το σύνολο των ευρωπαϊκών κρατών). Προβλέψεις οι οποίες ενδεχομένως να αναθεωρηθούν εκ νέου ανάλογα με την πορεία των εξελίξεων.

Η Αντιπολίτευση έχει κρούσει το «κώδωνα» του κινδύνου πολλάκις στο Οικονομικό επιτελείο και την Κυβέρνηση προτείνοντας σειρά μέτρων ανακούφισης των καταναλωτών απέναντι στο ραγδαίο ράλι τιμών που παρουσιάζεται χωρίς όμως κάτι τέτοιο να πραγματοποιείται.

Βασικοί μοχλοί ανόδου του πληθωρισμού παραμένουν οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε συνδυασμό με την αναταραχή που εξακολουθεί να υπάρχει στην εφοδιαστική αλυσίδα. Οι δύο αυτοί παράγοντες συμπαρασύρουν προς τα πάνω όλο και περισσότερο τις τιμές σε τρόφιμα και υπηρεσίες. Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έφεραν ταχύτερα και τις ανακοινώσεις της ελληνικής κυβέρνησης για παρεμβάσεις ύψους 3,2 δισ. ευρώ με στόχο τη μείωση του ενεργειακού κόστους.

Στην Ήπειρο οι τιμές παραμένουν υψηλές στα καύσιμα, με την τιμή της Βενζίνης να παρουσιάζει υψηλά ποσοστά-ρεκόρ για την περιοχή μας. Πλέον η κίνηση με το αυτοκίνητο και στις τέσσερις πρωτεύουσες των νομών γίνεται περιορισμένα με τους πολίτες να προτιμούν τα πόδια, το ποδήλατο και τα μέσα μεταφοράς για την μεταφορά τους. Επιπρόσθετα η επίπτωση που δημιουργείται στο εισόδημα των καταναλωτών είναι μεγάλη καθώς πλέον για να καλυφθούν τα έξοδα οι Ηπειρώτες μειώνουν την κατανάλωση στην εστίαση αλλά και στις αγορές στα σούπερ μάρκετ.

Επομένως και χωρίς άλλες καθυστερήσεις κρίνεται επιτακτική η άμεση στήριξη του εργαζόμενου λαού, των νοικοκυριών αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που «ασφυκτιούν».

Εφόσον αυτός ο κύκλος ανατραπεί, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα πληρώσει και το αντίστοιχο πολιτικό κόστος, παρότι δεν ευθύνεται άμεσα για την πορεία των τιμών. Πολλά θα εξαρτηθούν προφανώς από τη διάρκεια του φαινομένου, που δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να προβλεφθεί, αλλά μέχρι στιγμής οι εξελίξεις διαψεύδουν τις προβλέψεις προς το χειρότερο. Οι οικονομολόγοι σημειώνουν ότι ναι μεν δεν φτάσαμε ακόμη, αλλά είμαστε πιο κοντά στο φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού. Προς το παρόν, πάντως, οι εκτιμήσεις των αναλυτών κυμαίνονται σε ένα εύρος ανάπτυξης 1,5%-3,2% και πληθωρισμού 6%-7%. Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κορυφωθεί έως τον Αύγουστο και στη συνέχεια θα αρχίσει να υποχωρεί, ως αποτέλεσμα βάσης, αν μη τι άλλο. Ωστόσο, η ισορροπία προβλέπεται να επιτευχθεί σε υψηλότερο επίπεδο τιμών από αυτό που υπήρχε πριν από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης.

Το «αφήγημα» περί μεγάλων εσόδων από την τουριστική κίνηση το φετινό καλοκαίρι που θα «ισοφαρίσουν» πιθανές ζημιές στα δημόσια ταμεία κρίνεται. Και αυτό επειδή μια πιθανή περαιτέρω «αιμορραγία» των ελλήνων καταναλωτών και του διαθέσιμου τους εισοδήματος μπορεί να αποβεί μοιραία για περιοχές της χώρας (και της Ηπείρου) που ποντάρουν πολλά στον εσωτερικό τουρισμό.

Σίγουρη πάντως πρέπει να θεωρείται η επέκταση του μειωμένου ΦΠΑ σε εστίαση, τουρισμό και μεταφορές έως το τέλος του έτους ενώ ανοιχτό έχουν αφήσει κυβερνητικά στελέχη με δηλώσεις τους, το ενδεχόμενο συνέχισης της επιδότησης των καυσίμων και μετά τον Ιούνιο, οπότε και ολοκληρώνεται το συγκεκριμένο μέτρο. Στο τραπέζι έχει πέσει το προηγούμενο χρονικό διάστημα και η μείωση του ΦΠΑ σε πολύ συγκεκριμένα και περιορισμένα σε αριθμό βασικά αγαθά καθώς και το θέμα καταβολής ενός ακόμη επιδόματος ακρίβειας. Στη συγκεκριμένη συζήτηση που ανοίγει αναγκαστικά λόγω της συγκυρίας το κρίσιμο ερώτημα είναι αν τα μέτρα που συζητιούνται επαρκούν.

Σε κάθε περίπτωση, το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών εκτιμάται ότι ίσως υποστεί μια ήπια μείωση φέτος, παρά τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού (ελάχιστες ) και τα μέτρα στήριξης, αν και όχι τόσο ισχυρή ώστε να αντισταθμίσει την ενίσχυση των προηγούμενων ετών, όπως επισημαίνουν. Οι οικονομολόγοι περιμένουν επίσης ότι θα υπάρξει ένα σπιράλ μισθών – τιμών, που όμως πιθανότατα δεν θα ανατροφοδοτηθεί. Το κυριότερο πιθανό αρνητικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με άποψη αναλυτή, είναι η ανάσχεση των επενδυτικών σχεδίων λόγω ανόδου τιμών και αβεβαιότητας για το μέλλον. Ωστόσο, ο ίδιος εκτιμά ότι τα σχέδια αυτά μπορεί απλώς να αναβληθούν για τον επόμενο χρόνο και όχι να ακυρωθούν.

Επομένως και χωρίς άλλες καθυστερήσεις κρίνεται επιτακτική η άμεση στήριξη του εργαζόμενου λαού, των νοικοκυριών αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που «ασφυκτιούν». Η ανεπάρκεια αλλά και τυχόν καθυστερήσεις στη λήψη τέτοιων μέτρων στήριξης ίσως αποβεί καταστροφική για την Κυβέρνηση το επόμενο διάστημα.