Ταμείο, με μετάθεση των προσδοκιών για Αύγουστο και Σεπτέμβριο, θα κάνει ο ελληνικός τουρισμός Τον Οκτώβριο, σε μια σεζόν με αμφίσημα μηνύματα από δημοφιλείς προορισμούς. Τα τωρινά δεδομένα για τον κλάδο με άμεση οικονομική συνεισφορά το 2022 στο 11,5% του ΑΕΠ της χώρας -ενώ αν συνυπολογιστεί και η έμμεση συνεισφορά του αντιστοιχεί μεταξύ 25,3% και 30,5%- δείχνουν ότι ο τουρισμός το 2023 θα κλείσει για μία ακόμη χρονιά θετικά. Το υποτονικό ξεκίνημα από τον Μάιο και το γεγονός ότι οι ξένοι επισκέπτες της χώρας μας φέτος εμφανίζονται πιο σφιγμένοι, δαπανώντας λιγότερο -κατά κοινή ομολογία εμπόρων, επιχειρηματιών της εστίασης και ξενοδόχων- στους προορισμούς ανά την Ελλάδα, είτε πρόκειται για το Αιγαίο, σε Κυκλάδες, Κρήτη και Ρόδο, είτε για το Ιόνιο.
Αναθέρμανση κρατήσεων
Ακρίβεια και πληθωρισμός που πιέζουν τα εισοδήματα των Ευρωπαίων, ακριβότερη μετάβαση στους προορισμούς και επομένως μεγαλύτερος ανταγωνισμός από φθηνότερες αγορές -αλλά με ποιοτικές επιλογές 4 και 5 αστέρων-, όπως η γειτονική Τουρκία και η Αίγυπτος, είναι από τις βασικές αιτίες για το πιο υποτονικό ξεκίνημα της σεζόν 2023, χαμηλότερο των αρχικών, πολύ υψηλών προσδοκιών. Για την περίπτωση του πλέον premium προορισμού της χώρας, της Μυκόνου, η πτώση εστιάζει πιο πολύ στο λεγόμενο «value for money», τη σχέση δηλαδή προσφερόμενης υπηρεσίας/ τιμής, την οποία ακόμη και τα πολύ γερά πορτοφόλια επιζητούν και συνυπολογίζουν ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον έντονου ανταγωνισμού στους premium προορισμούς της Μεσογείου.
Οι υψηλές τιμές είναι απαγορευτικές και για τους Έλληνες τουρίστες. Βέβαια αυτό και στην δική μας ειδική περίπτωση έχει να κάνει με την μείωση των εισοδημάτων και τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού. Η ακρίβεια , το έχουμε γράψει πολλές φορές, έχει τσακίσει τα νοικοκυριά, επαγγελματίες και μισθωτούς.
Στο μέτωπο των αεροπορικών, και με το δεδομένο ότι η Ελλάδα δέχεται τον μεγαλύτερο όγκο των ξένων επισκεπτών της από αέρος (67% των αφίξεων των ξένων τουριστών πραγματοποιείται την περίοδο του Ιουλίου – Σεπτεμβρίου), εισιτήρια και κρατήσεις κινούνται σταθερά ανοδικά ήδη από τις αρχές του έτους σε σύγκριση τόσο με το 2022 όσο και το 2019. Eίναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα στοιχεία που επεξεργάστηκε το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (INSETE) από τα κυριότερα αεροδρόμια της χώρας, οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις στο πρώτο πεντάμηνο του 2023 ανήλθαν στα 5,3 εκατομμύρια, με μεγάλη άνοδο 9,6% έναντι του 2019, αν και η εικόνα δεν είναι ενιαία στους προορισμούς: άνοδο σημειώνουν προορισμοί με μεγάλους όγκους επισκεπτών, όπως η Κρήτη με 871.000 διεθνείς αφίξεις (+9,2%), τα Δωδεκάνησα με 675.000 (+14,4%) και τα Ιόνια με 471.000 (+7,9%), ενώ μείωση 9,1% καταγράφεται στις Κυκλάδες και στην Πελοπόννησο κατά 5%.
Στο αερολιμένα του Ακτίου τα επίπεδα είναι ικανοποιητικά και φέτος ενώ στα Ιωάννινα παρατηρείται μείωση.
Ισχυρό πάντως πλήγμα δέχεται η εστίαση που παρά την ικανοποιητική κίνηση συγκριτικά με πέρυσι έχει χαμηλότερους τζίρους.
Έντονη είναι η κίνηση σε minimarket όπου τα επιλέγουν οι ξένοι κυρίως τουρίστες για τις αγορές τους.
Γεγονός που παρατηρείται σε τουριστικές περιοχές όπως η Πρέβεζα και τα Σύβοτα.
Τη φόρα από το 2022, που ήταν μια εξαιρετική χρονιά για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις στη χώρα μας, διατηρούν τα Airbnb που, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από την AirDNA, καταγράφουν τη μεγαλύτερη αύξηση της ζήτησης ανάμεσα στις 20 κορυφαίες ευρωπαϊκές αγορές: «Στην Ελλάδα καταγράφεται το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ ζήτησης και προσφοράς φέτος έναντι του 2019», αναφέρεται στην τελευταία ανάλυση της γνωστής διεθνούς εταιρείας που επεξεργάζεται εκατομμύρια δεδομένα ενοικιάσεων κατοικιών σε όλο τον κόσμο από τις μεγάλες πλατφόρμες των Airbnb και VRBO. Η αύξηση της ζήτησης για βραχυχρόνιες μισθώσεις φέτος στη χώρα μας είναι πέντε φορές μεγαλύτερη έναντι της προσφοράς με βάση τα στοιχεία του Μαΐου και ακολουθεί δεύτερη η Γαλλία με σχεδόν τριπλάσια αύξηση της ζήτησης έναντι της προσφοράς από το 2019.
Σε κάθε περίπτωση έως το τέλος του Φθινοπώρου θα έχουμε πλήρη εικόνα και για το φετινό καλοκαίρι. Η χώρα μας πάντως έχοντας σταδιακά και με επιλογή τόσο των Εταίρων της όσο και των Κυβερνήσεων απολέσει πλεονεκτήματα και σε άλλους τομείς της παραγωγής στρέφεται στην “μονοκαλλιέργεια” του Τουρισμού ως πανάκεια.