in

Το λεξιλόγιο της διαστροφής

Της Λιάνας Κανέλλη
Βουλευτής ΚΚΕ
Δημοσιογράφος – Νομικός


Όταν ο πληθυσμός της χώρας αντιμετωπίζεται πρωτίστως ως εκλογική πελατεία και η αστική κυβέρνηση αποφασίζει να διαχειρίζεται την εξουσία ως «τρέξιμο» μιας ανώνυμης εταιρείας, τότε και τα χονδροειδέστερα και πιο βάρβαρα μέτρα – τσιτάτα όχι μόνο δεν ελκύουν την απαιτούμενη προσοχή, αλλά μεγάλη μερίδα της εθισμένης στην επαιτεία κοινής γνώμης τα θεωρεί και φυσικά.

Τρανό παράδειγμα η ξεδιάντροπη δήλωση του υπουργού Υγείας, Πλεύρη, ότι ο ΕΟΠΥΥ θα αρχίσει να λειτουργεί με όρους ασφαλιστικής εταιρείας (!) και ότι το κράτος, σαν καλός επιχειρηματίας, μπορεί να κρίνει ότι οι εξετάσεις των εργαστηρίων των νοσοκομείων συμφέρει να γίνονται από ιδιωτικές εταιρείες μέσα σ’ αυτά. Κι όλα αυτά με την επωδό ότι δεν θα χρεώνονται παραπάνω οι …πελάτες – ασθενείς.

Με το ίδιο λεξιλόγιο των αντεστραμμένων εννοιών, και μετά από μακρόχρονη προπαγάνδα (ας θυμηθούμε την εργασία που έγινε απασχόληση, τη μερική που έγινε μόνιμη, τις περικοπές που έγιναν θυσία, την σύνθεση ευελιξίας και ανασφάλειας που έγινε ευελφάλεια κ.λπ.) ο υπουργός Εργασίας Χατζηδάκης μετά τη ΔΕΘ μιλάει ωσάν σε νήπια, για όφελος των εργαζομένων από τα μέτρα που τα πάκτωσε, για να μπορεί να καυχάται ότι στον μηνιαίο μεικτό μισθό το ετήσιο όφελος θα είναι 160 ευρώ, δηλαδή του καθαρού μισθού 1,9%. Αξίζει ιδιαίτερης πολιτικής προσοχής αλλά και ανελέητου μαστιγώματος η άρνηση κάθε αύξησης μισθού και γενικά οποιασδήποτε απαίτησης εργαζομένων, μέσω της απάντησης της έννοιας του οφέλους. Οι λέξεις έχουν σημασία στον θαυμαστό καθόλου γενναίο παλιό κόσμο των αστών. Αποτελούν εργαλείο σταδιακής παράλυσης των συλλογικών ανακλαστικών. Θερμαίνουν επικίνδυνα τη θολούρα, την άγνοια, την ασφυξία των καθημερινών αναγκών, έτσι ώστε το ευγενές μέταλλο της αγωνιστικής αντίδρασης να κάμπτεται τόσο όσο χρειάζεται για να γίνει δαχτυλίδι συναίνεσης στα δάχτυλα των εκμεταλλευτών.

Η δήλωση Πλεύρη είναι στην πραγματικότητα ένας φετφάς με μορφή tweet. Λίγες λέξεις, κατανοητές, ακόμα κι από λειτουργικά αναλφάβητους για να περιγραφεί το σύγχρονο, κυριολεκτικά ιδιωτικό κράτος ως …προσφορά προς τους υπηκόους χρήστες των υπηρεσιών του με όρους πελατείας. Κι αυτή η εκπαίδευση στο νέο λεξιλόγιο αρχίζει απ’ τα νήπια και φτάνει έως τους υπέργηρους με ή χωρίς υποκείμενα νοσήματα. Όταν το παιδί αρχίζει την κοινωνική του ζωή από νηπιαγωγείο στημένο σε κοντέινερ και μαθαίνει από νωρίς να στοιβάζεται σαν τουρσί σε κονσέρβα, τότε στην εφηβεία χειραγωγείται με λίγα μεγκαμπάιτ που του εξασφαλίζουν τη φυγή σ’ έναν τεχνητό παράδεισο μέσα από το παράθυρο ενός έξυπνου τηλεφώνου. Που σημαίνει πως η επίσημη γλώσσα της καπιταλιστικής δυναστείας έρχεται να πιάσει ρίζες και να προσφέρει θηριώδη κέρδη καρποφορώντας στο γόνιμο έδαφος της ελεγχόμενης κοινωνικής δικτύωσης. Ο εγκλεισμός της πανδημίας επίσπευσε την ωρίμανση των πελατών. Συγγνώμη, των πολιτών ήθελα να πω.

Με βάση μια τελευταία έρευνα (focus bari) το 82% των Ελλήνων βρίσκονται ενεργά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και απ’ αυτούς το 97% σε ηλικίες 16-24 ετών. Εννιά στα δέκα παιδιά 5-12 ετών είναι online. Σε αυτό το έδαφος εύκολα προσλαμβάνονται έννοιες όπως το όφελος, ψευδαισθήσεις όπως το κέρδισμα χρόνου, την ώρα που η ίδια έρευνα δείχνει δύο ώρες τη μέρα τουλάχιστον, ακόμα και για τα πιτσιρίκια, στα αόρατα chat rooms, τις tik tok παρέες, χωρίς παιχνίδι, χωρίς λάσπη, χωρίς φύση, χωρίς τη γρατσουνιά στο γόνατο, αλλά σ’ ένα μυαλό και μια ψυχή που δεν μπορεί να θεραπεύσει κανένα ιώδιο, ούτε καν αυτό μιας βόλτας στην παραλία.

Η διαστροφή του λεξιλογίου είναι παράλληλη με τη διαστροφή της ελευθερίας χρήσης των αγαθών της τεχνολογικής εξέλιξης. Θέλει μελέτη σε βάθος, για να απαντηθεί στο προνομιακό έδαφος που κατέχουν οι επικοινωνιακοί κολοσσοί, το λεξιλόγιο που τους επιτρέπει να πουλάνε τη σκλαβιά ως ελευθερία και να εμπορεύονται το χρόνο, το χρήμα και την εργασία των πολιτών με όρους ιδιωτικοποίησης κάθε έννοιας δημόσιου αγαθού. Γιατί έτσι η μεγάλη μάζα εκπαιδεύεται να βλέπει τον δήθεν ατελείωτο δρόμο ελευθερίας, δράσης και σκέψης που της φτιάχνουν τα αφεντικά και θα παραλύει μπροστά στην ανάγκη να πληρώσει διόδια, πολύ περισσότερο να μετρήσει πόσα είναι στο μήκος, όχι του βίου της, αλλά ακόμα και της μέρας της της ίδιας.