Όταν μια σοβαρή υπόθεση είναι σε διαδικασία έρευνας και κυρίως όταν εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κρατικοί υπάλληλοι, οι κυβερνητικοί παράγοντες πρέπει να κρατούν το στόμα τους κλειστό και να αποφεύγουν ακόμη και τις έμμεσες αναφορές, γιατί διαφορετικά είναι ευάλωτοι στην κατηγορία ότι επιχειρούν να επηρεάσουν τις δικαστικές αρχές και τα πειθαρχικά όργανα της υπηρεσίας στα οποία έχουν παραπεμφθεί οι δράστες. Στοιχειώδες για οργανωμένα κράτη δικαίου; Στοιχειώδες. Ομως στην Ελλάδα όλα γίνονται διαφορετικά.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει με μεγάλα λόγια ότι σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αλλά όποτε μια ιστορία τη ζημιώνει, φροντίζει να μεταφέρει στους λειτουργούς της Δικαιοσύνης την άποψή της για το ποια πρέπει να είναι η ετυμηγορία τους. Το κάνει συστηματικά. Δεν θα μπορούσε να είναι εξαίρεση το φονικό περιστατικό στο Πέραμα, το οποίο σχολιάστηκε εν θερμώ από στελέχη της κυβέρνησης πριν ακόμη εμφανιστούν στη σκηνή όλα τα στοιχεία που το συνθέτουν.
Ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός ως όφειλε διέταξε να διεξαχθεί έρευνα από την αστυνομία, επικοινώνησε όπως επιβαλλόταν με τον πατέρα του θύματος για να του εκφράσει τα ειλικρινή συλλυπητήριά του, ωστόσο επισκέφτηκε τους κρατούμενους αστυνομικούς για να τους συμπαρασταθεί επειδή είναι νέοι άνθρωποι και υπηρετούν στην αστυνομία. Κίνηση που τη χαρακτήρισε συμβολική και ανθρωπιστική, αλλά ήταν επιεικώς απαράδεκτη γιατί έστειλε μήνυμα και στα πειθαρχικά όργανα της αστυνομίας που θα επιληφθούν και θα βγάλουν πόρισμα εντός πέντε ημερών και στη Δικαιοσύνη στην περίπτωση που οι επτά αστυνομικοί ή κάποιοι απ’ αυτούς παραπεμφθούν.
Ως προς αυτό λοιπόν η πρωτοβουλία του υπουργού είναι έμφορτη σκοπιμοτήτων. Ο συνήθης ταραξίας της δημόσιας ζωής υπουργός Ανάπτυξης, πριν σχηματιστεί μια σχετικά καλή εικόνα για το τι συνέβη στο Πέραμα, για το πώς συμπεριφέρθηκαν το θύμα και άλλοι δύο επιβαίνοντες στο κλεμμένο αμάξι, προτού δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα «γιατί αντέδρασαν με τον συγκεκριμένο τρόπο οι αστυνομικοί;», «ποιες ήταν οι οδηγίες που είχαν λάβει από τους προϊσταμένους τους;», έσπευσε να τους συγχαρεί: «Είναι απολύτως προφανές ότι έκαναν καλά τη δουλειά τους και προστάτευσαν αμυνόμενοι και τη δική τους ζωή και το Κοινωνικό Σύνολο. Μπράβο τους». Σιδερένια σιγουριά. Από πού προκύπτει; Ηταν αυτόπτης μάρτυρας ο κ. Γεωργιάδης; Οχι, απ’ ό,τι ξέρουμε. Πριν πει τη γνώμη του μίλησε και με τις δύο πλευρές; Αστεία υπόθεση. Σιγά μην καταδεχτεί να μιλήσει με Ρομά. Υιοθέτησε χωρίς αστερίσκους ό,τι διακίνησαν σε πρώτο χρόνο οι μηχανισμοί καταστολής. Μήπως ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στην επιτροπή της αστυνομίας που θα ερευνήσει την υπόθεση και θα εκδώσει πόρισμα; Πολύ θα το ήθελε, αλλά δεν γίνεται. Μήπως επιθυμεί να παίξει τον ανακριτή, τον εισαγγελέα, τον δικαστή; Και αυτό θα το ήθελε.
Αλλωστε κατά καιρούς έχει υποδυθεί τον ανακριτή, τον εισαγγελέα, τον δικαστή, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που ήταν ο ίδιος στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης (την κατηγόρησε για μεροληψία) και στις περιπτώσεις που η Δικαιοσύνη ασχολούνταν με υποθέσεις όπου εμπλέκονταν οι πολιτικοί αντίπαλοί του (την παρότρυνε να είναι σκληρή). Αραγε γιατί τοποθετήθηκε έτσι; Μα, γιατί στην αστυνομία υπηρετούν χιλιάδες υπάλληλοι που στην πλειονότητά τους ψηφίζουν το κόμμα του κ. Γεωργιάδη και τα σχήματα της άκρας Δεξιάς. Αυτούς κολακεύει ο υπουργός, αδιαφορώντας αν παραβιάζει τους κανόνες του κράτους δικαίου. Πάνω από το κράτος δικαίου υπάρχει το κράτος της Δεξιάς. Αυτό υπηρετεί με φανατισμό ο κ. Γεωργιάδης. Ο κατά δήλωσή του φιλελεύθερος πρωθυπουργός τον ανέχεται.
Το “τσουβάλιασμα” ή αλλιώς η γενίκευση ενέχει το στοιχείο του Φασισμού και της ισοπέδωσης και γίνεται αντιληπτό έντονα όταν έχουμε περιστατικά σαν αυτό του Περάματος.
Λαϊκά δικαστήρια και απόψεις που βγαίνουν με βεβαιότητα από ανθρώπους που προφανώς δεν ήταν στο συμβάν.
Αποτελέσματα που δεν είναι επιθυμητά σε μια κοινωνία.
Τους νόμους τους ερμηνεύει η δικαιοσύνη και αυτή αναλόγως κρίνει αναφορικά με τις παραβάσεις του- και κατηγοριοποιεί πράξεις εκ νομές ή μη τιμωρώντας τους παραβάτες με τις ανάλογες ποινές. Αυτή ερμηνεύει το νόμο και βάση αυτού αποφασίζει.
Οι δημοσιογράφοι είναι υπεύθυνοι να μεταφέρουν την είδηση, να μεταφέρουν τις απόψεις της κοινωνίας για το περιστατικό, να είναι αντικειμενικοί στην παρουσίαση των γεγονότων.
Η άποψη είναι άλλο θέμα, άλλωστε είναι υποκειμενική το συμβάν όμως είναι αντικειμενικό δεν μπορείς να το αλλάξεις ή να το αλλοιώσεις.
Ο Ρόλος της αστυνομίας είναι να προστατεύει τον πολίτη, να διαφυλάττει την κοινωνική συνοχή να επεμβαίνει όπου είναι απαραίτητο και το κρίνει η ίδια ερευνώντας όλα τα δεδομένα. Δεν επιτελεί εύκολο έργο-πολλές φορές χωρίς τα κατάλληλα μέσα-δεν είναι άμοιρη ευθυνών όμως.
Πληθώρα περιστατικών το αποδεικνύουν ιστορικά.
Περιστατικά που εντείνονται ανά περιόδους και είναι συνυφασμένα με την πορεία της ίδιας της κοινωνικής πραγματικότητας.
Οι ρομά είναι μειονότητα η οποία είναι συνδεδεμένη όχι μόνο με την Ελλάδα αλλά με όλα τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη ιστορικά. Έκνομές πράξεις έχουν παρατηρηθεί μέσα σε αυτή ή με μέλη της και άλλους “πολίτες” άλλα δεν είναι σίγουρα το μοναδικό στοιχείο ή το πρώτο που την χαρακτηρίζει και όποιος επιχειρεί κάτι τέτοιο φλερτάρει με την “γενίκευση”.
Έκνομες πράξεις έχουμε και στους πλούσιους και σε φτωχούς και στο ντόπιο πληθυσμό και σε αλλοδαπούς. Αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση.
Το να θεωρείς κάποιον εγκληματία λόγω της κοινωνικής ομάδας ή της μειονότητας που ανήκει σίγουρα είναι φασιστικό.
Οι ρομά κρύβουν και μια πολιτιστική πλευρά ιδιαίτερα σημαντική, ζουν δυσκολίες καθημερινά, ενώ πληθυσμός τους άλλες φορές έχει αφομοιωθεί άλλες λόγω της ανυπαρξίας του κρατικού μηχανισμού και των ενδογενών δυσκολιών μένει στο περιθώριο. Όλες οι κυβερνήσεις όταν πλησιάζουμε ειδικά στις εκλογές τους βλέπουν σαν αριθμούς.
Στο Πέραμα υπήρξε δολοφονία. Αυτό είναι η είδηση και δεν αμφισβητείται. Το αντικειμενικό.
Τα πως και τα γιατί θα κριθούν από την δικαιοσύνη όπως και οι ποινές. Ήδη η δικαιοσύνη άφησε ελεύθερους τους αστυνομικούς με περιοριστικούς όρους.
Η Υποκειμενική μου άποψη, για να μην συνηθίσουμε την κοινωνία της “ζούγκλας”, είναι να απομονώσουμε μια καλή αυτούς που λένε “καλά τους κάνανε”.
Αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι.