Η καλλιέργεια, η εμπορία και η διακίνηση του ακτινίδιου είναι ένας ταχέως αναπτυσσόμενος αμιγώς εξωστρεφής κλάδος που εξασφαλίζει χιλιάδες θέσεις εργασίας και διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ελληνική οικονομία. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι η δεύτερη σε παραγωγή χώρα παγκοσμίως στο ακτινίδιο, με έναν όγκο που φέτος θα αγγίξει τους 350.000 τόνους και σε βάθος πενταετίας θα ξεπεράσει τους 700.000 τόνους. Με δεδομένα ότι το σύνολο της παραγωγής εξάγεται και μια μέση τιμή πώλησης ανέρχεται σε 1.20 ευρώ ανά κιλό, ο τζίρος του κλάδου υπολογίζεται σε 420.000.000 ευρώ, ο οποίος αναμένεται να διπλασιαστεί την επόμενη πενταετία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα έσοδα του κράτους και την οικονομία της χώρας.
Οι αλόγιστες αυξήσεις στην ενέργεια έχουν εκτοξεύσει το κόστος αποθήκευσης σε τιμή δεκαπλάσια σε σχέση με την εμπορική περίοδο 2020-2021 (από 2 λεπτά το κιλό ανά μήνα αποθήκευσης σε 22 λεπτά το κιλό /μήνα αποθήκευσης για κάποιους μήνες). Το ακτινίδιο είναι ένα φρούτο με εμπορική περίοδο έξι μηνών που πρέπει να διατηρηθεί στο ψυγείο. Αυτή τη στιγμή με βάση το κόστος της ενέργειας οι επιχειρήσεις του κλάδου αδυνατούν να αποθηκεύσουν το προϊόν, το πρόβλημα δε που θα δημιουργηθεί θα έχει ως αποτέλεσμα να μείνει μεγάλο μέρος της παραγωγής αδιάθετο (στα δέντρα). Την κατάσταση έρχονται να επιβαρύνουν η μείωση της κατανάλωσης στα φρούτα, η οποία παγκοσμίως ξεπερνά το 35% και η κατακόρυφη αύξηση των μεταφορικών και των υλικών συσκευασίας. Οι επιχειρήσεις του κλάδου κινδυνεύουν άμεσα να μην είναι πια βιώσιμες και να μη μπορούν να ανταπεξέλθουν στο παγκόσμιο εμπόριο, αφήνοντας στους άμεσα ανταγωνιστές τους (Ιταλούς, Ισπανούς, Γάλλους) την εμπορία του ακτινιδίου.
Στην περιοχή της Ηπείρου η μεγαλύτερη παραγωγή ακτινιδίου εντοπίζεται στον κάμπο της Άρτας. Μάλιστα ο νομός της Άρτας είναι από τους μεγαλύτερους σε παραγωγή σε όλη την χώρα. Αγωνιώδη έκκληση για την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και τα υπόλοιπα προβλήματα της παραγωγής, εμπορίας και διακίνησης ακτινιδίου και την επιτακτική ανάγκη λήψης μέτρων εκ μέρους της Κυβέρνησης για την αντιμετώπισή τους απηύθυνε με επιστολή της προς τα Υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας που κοινοποιήθηκε και στο Γραφείο Πρωθυπουργού η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Ακτινιδίου (ΕΔΟΑ) που αποτελεί μία πρωτοβουλία αντιπροσωπευτικών παραγωγών και τυποποιητών/διακινητών ακτινιδίου με την υποστήριξη του ΣΕΒΕ και βρίσκεται υπό αναγνώριση από το ΥπΑΑΤ.
Δυναμική μεν αλλά με σημαντικά προβλήματα που πρέπει να υπερκεράσει στην πορεία της είναι η καλλιέργεια του ακτινιδίου.
Δυναμική μεν αλλά με σημαντικά προβλήματα που πρέπει να υπερκεράσει στην πορεία της είναι η καλλιέργεια του ακτινιδίου. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, προκειμένου να υποστηριχθεί η καλλιέργεια, η Πολιτεία πρέπει να αναλάβει πιο ενεργό και υποστηρικτικό ρόλο στο επίπεδο των επενδύσεων για περισσότερες και πιο εξελιγμένες υποδομές, επιλύοντας από την άλλη και τα προβλήματα που υπάρχουν στην εξεύρεση εργατικών χεριών. Όλοι μιλούν για τον δυναμισμό που έχει η καλλιέργεια του ακτινιδίου, αλλά για να συνεχίσει να είναι έτσι πρέπει να λυθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει αυτή, τονίζει ο κ. Βαγγέλης Χρηστάκης πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Παραγωγής και Εμπορίας Ακτινιδίων «ΠΥΡΡΟΣ» στην Άρτα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, καταρχήν η Πολιτεία πρέπει να δώσει κίνητρα για τη δημιουργία καινούργιων μεταποιητικών μονάδων και νέων ψυκτικών θαλάμων. Όπως υποστηρίζει οι ψυκτικοί θάλαμοι που σήμερα υπάρχουν επαρκούν για 120-130.000 τόνους αποθηκευμένου προϊόντος, όταν η εγχώρια παραγωγή ανέρχεται σε 300.000 τόνους περίπου. Από τη στιγμή, όμως που θα δημιουργηθούν επιπλέον ψυκτικοί θάλαμοι, αυτόματα και ο παραγωγός θα έχει τη δυνατότητα να αποθηκεύσει το προϊόν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα διεκδικώντας καλύτερη τιμή. Σημειώνεται ότι η χρονική διάρκεια αποθήκευσης μπορεί να φτάσει και το εξάμηνο. Όμως υπό τις παρούσες συνθήκες τρέχει να το δώσει για να μην του μείνει. Παράλληλα, υπογραμμίζει ο ίδιος, πρέπει να βρεθεί λύση με τα εργατικά χέρια. Υπάρχει σημαντική έλλειψη εργατικών χεριών. Όπως υπογραμμίζει πρέπει να επιδοτηθεί η εργασία και όχι η ανεργία και επιπλέον να απλοποιηθεί η διαδικασία εισαγωγής ξένων εργατών στην Ελλάδα. Άρα -συνεχίζει ο ίδιος-, οι παρεμβάσεις της Πολιτείας πρέπει να είναι άμεσες και στοχευμένες καθώς κάθε χρόνο προστίθενται και νέα στρέμματα στην καλλιέργεια επιβεβαιώνοντας τον δυναμισμό της. Εκτιμάται ότι σε 3-4 χρόνια από σήμερα, η συνολικά παραγόμενη ποσότητα μπορεί να αυξηθεί στην Ελλάδα και να φτάσει τους 400.000 τόνους.
Την φετινή χρονιά πάντως εντοπίζεται και άλλο ένα σημαντικό πρόβλημα.
Ο μεγάλος κίνδυνος φέτος είναι να μείνουν στα δένδρα μεγάλες ποσότητες και να μην πουληθούν ούτε 20 λεπτά από 45 έως 80 που πωλήθηκαν πέρυσι. Επίσης πέρσι υπήρχε μεγάλη ζήτηση από αυτά που έφευγαν για Ιταλία. Τα τύπου ‘Τσεχελίδη’ δεν έφυγαν όλα , αλλά έμειναν και στα δένδρα και η τιμή τους πλέον είναι πολύ χαμηλή. Υπάρχει σε μεγάλο ποσοστό ανομοιομορφία στο προϊόν , όσον αφορά τα μεγέθη. Αν το προϊόν μείνει στα δέντρα δεν προβλέπονται από τον ΕΛΓΑ αποζημιώσεις και έτσι το πρόβλημα γιγαντώνεται.
Άμεσα η πολιτεία πρέπει να στηρίξει τους παραγωγούς αλλά και να δοθούν λύσεις στα χρονίζοντα προβλήματα όπως οι ψυχτικοί θάλαμοι αλλά και τα εργατικά χέρια. Μια ενδεχόμενη μεγάλη ζημιά για τους παραγωγούς θα επιφέρει αλυσιδωτά προβλήματα στις τοπικές οικονομίες αλλά και συνολικά στον αγροτικό κόσμο.