in ,

Όλα είναι δρόμος (Το κεφάλι ψηλά και η ψυχή βαθιά) | του Πάνου Χριστοδούλου


It is no use going back to yesterday, because I was a different person then, Alice in Wonderland

Το αποτέλεσμα των εκλογών (και οι τάσεις που αποτυπώνουν) επιβεβαιώνουν κάτι που έχει διαφανεί από το 2010 και την εποχή των μνημονίων: οι μη ακραίες πολιτικές δεν έχουν κοινωνική γείωση σε περιόδους οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων. Σε ένα πρώτο επίπεδο ανάλυσης κερδισμένοι είναι όσοι οι κινήσεις τους και οι θέσεις τους ήταν και είναι υπέρ της όξυνσης των κοινωνικών και ταξικών αντιθέσεων, με κυριότερους τη Νέα Δημοκρατία από τη μια πλευρά και το Κομμουνιστικό Κόμμα από την άλλη, αν και το τελευταίο θα μπορούσε να είχε ενισχυθεί και σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό με δεδομένο ότι ήταν η κύρια (αν όχι η μόνη) αντιπολιτευτική δύναμη στους δρόμους και τη Βουλή.

Άρα το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι μονοσήμαντο. Υπάρχει σίγουρα η προβληματική πως η ακρονεοφιλελεύθερη κυβέρνηση μετά από μια σκληρή τετραετία διατήρησε τα ποσοστά της και αύξησε τον απόλυτο αριθμό των ψηφοφόρων της. Η μεγαλύτερη ίσως προβληματική είναι ότι δεν κατάφερε σχεδόν κανένας να προβλέψει το μέγεθος αυτής της επικράτησης, το οποίο πιθανόν έχει να κάνει με το ότι υποτιμάται το εύρος της διαφθοράς που επικράτησε στη χώρα τη δεκαετία του ενενήντα με αποτέλεσμα ένα κομμάτι της κοινωνίας να έχει <<λίπος>> ακόμα να κάψει και έτσι συνεχίζει την παρασιτική προσκόλληση του σε μια δύναμη που θεωρεί ότι του παρέχει σταθερότητα, εις βάρος των υπολοίπων πολιτών.

Από την άλλη πλευρά υπάρχει για πρώτη φορά μετά το δημοψήφισμα μια δύναμη η οποία καταφέρνει να συσπειρώσει αριστερούς, προοδευτικούς και αγωνιστές με βάση την ελπίδα, ενάντια στην απογοήτευση και την αποστράτευση. Μπορεί ως ποσοστιαίο νούμερο το 2% να μη φαντάζει κάτι μεγάλο, αλλά μετά από μια δεκαετία που κυριάρχησε ο φόβος και ο πεσιμισμός, είναι πραγματικά σημαντικό μια μερίδα κόσμου να εντάσσεται σε ένα πολιτικό σχέδιο διαρκής αμφισβήτησης της καπιταλιστικής πολιτικής. Και το διαρκής έχει σημασία, αφού το ΚΚΕ ήταν παρόν σε κάθε σύγκρουση και σε κάθε διεκδίκηση απέναντι στην αδικία των μηχανισμών της ΝΔ και των αφεντικών.

Αυτό το σημείο είναι και το πρώτο αίτιο της συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ: ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν ήταν παρόν, αλλά επιδεικτικά απών σε όλες τις μάζες που προέκυπταν πανελλαδικά ή τοπικά. Ένα κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ περίμενε να επιστρέψει στην κυβέρνηση με την επίκληση του μπαμπούλα Μητσοτάκη, ενώ ένα άλλο είχε βολευτεί στη βουλευτική ή επαγγελματική θέση του τοπικού παραγονταρέου. Και συνολικά ως κόμμα δεν έχει καταλάβει τι ακριβώς ζημιά έγινε το 2015 και επέλεξε να στραφεί προς μια δήθεν μετριοπαθή πολιτική με φθαρμένα στελέχη και εξαγγελίες που σχεδόν κανείς δεν πίστευε.

Όμως το γεγονός αυτό δεν μπορεί να χρεωθεί ούτε σε όλο το λαό (εκ του οποίου ένα 24% μόνο επέλεξε ΝΔ) ούτε στην αριστερά, πόσο μάλλον να οδηγεί σε φανφάρες περί μετανάστευσης. Γράφει πολύ ωραία ο Πέτρος Μάρκαρης στο βιβλίο του Ο Βασικός Μέτοχος ένα διάλογο μεταξύ ενός παλιού και μιας νέας αριστερής: -Η φασολάδα είναι νερόβραστη δε μπορώ να τη φάω -Δηλαδή δεν τρως κάτι τέτοιο κάθε μέρα και σκέφτεσαι να φύγεις; Γιατί εγώ αυτά έτρωγα κάθε μέρα στη Γυάρο και δεν σκέφτηκα να υπογράψω. Και τελικά η νέα δεν έφυγε. Για όσους ταχθήκαμε στην αριστερά ξέραμε πως ούτε θα ναι εύκολο ούτε πάντα ευχάριστο, ούτε μας είχε τάξει κανένας πως με τις εκλογές απλά και ήρεμα θα τα λύναμε όλα.

Αυτό είναι και άλλη μια μεγάλη ευθύνη της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, ότι καλλιέργησε ένα κλήμα ευκολίας: δε χρειάζονται οι πορείες, τίποτα δεν αλλάζει με τους αγώνες, περίμενε και η ανατροπή θα έρθει από μόνη της. Και να τελικά που έγινε ανατροπή από την ανάποδη. Και μέχρι στιγμής δυστυχώς δε φαίνεται να αξιολογούν τις αιτίες της ήττας αλλά να τις φορτώνουν στο ΚΚΕ. Αν δεν ήθελε το ΚΚΕ να ρίξει την δεξιά που ήταν όλοι μέρα και κάθε ώρα στους δρόμους, τότε ποιος ήθελε; Θα έπεφτε η δεξιά από τα social media;

Όλα είναι δρόμος. Εκεί ξεκινάνε και εκεί κρίνονται. Το κομμάτι που παρασιτεί στις εσοχές του καπιταλισμού δεν έχει κανένα συμφέρον να αλλάξει. Έχουμε όμως όλοι οι υπόλοιποι. Ο Μητσοτάκης έλαβε ένα μεγάλο ποσοστό, όμως το ΚΚΕ και το ταξικό κίνημα δεν έχει καμία διάθεση να του δώσει λευκή επιταγή. Έχουν πέσει και πιο ισχυρές κυβερνήσεις και πιο σκληρά καθεστώτα. Στο δρόμο όμως. Στα σωματεία. Στις γειτονιές. Θα είναι εύκολο; Όχι. Θα είναι όμως όμορφο. Όπως όμορφος ήταν ο αγώνας που δώσαμε στις εκλογές, χωρίς προσωπικούς ανταγωνισμούς, χωρίς ιδιοτελείς βλέψεις, με το κεφάλι ψηλά και την ψυχή βαθειά. Βαθειά μέσα στους αγώνες με την αισιοδοξία πως είτε με 146, είτε με 180 βουλευτές η ταξική πάλη θα είναι ακόμα πιο δυνατή με ένα μεγαλύτερο κομμάτι κόσμου να αγωνίζεται.

Πολλές φορές νιώθουμε απογοητευμένοι για την κατάσταση που επικρατεί, αλλά άλλες τόσες φορές νιώθουμε περήφανοι για τους συναδέλφους μας που αντιστέκονται στον ατομικό δρόμο, για τους φίλους μας που βάζουν μπροστά τη συλλογικότητα, για τους συντρόφους μας που βαδίζουμε μαζί στον ίδιο δρόμο, αλλά και για τους παλιούς συντρόφους που πήραν τηλέφωνο τη μοναξιά τους και τους περιμένουμε με ανοιχτή την αγκαλιά όταν βγουν ξανά στο δρόμο της φωτιάς. Ενάντια στο δρόμο της μετανάστευσης, είναι ο δρόμος του αγώνα και της σύγκρουσης.