Στα μέσα του Φλεβάρη ολοκληρώθηκε η δημοσίευση με τον «Ριζοσπάστη» του Σαββατοκύριακου, σε μορφή ένθετου, των θέσεων της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας για το 21ο Συνέδριο, που θα διεξαχθεί μέσα στο έτος που διανύουμε. Πρόκειται για τρία κείμενα που περιλαμβάνουν 149 στον αριθμό θέσεις, ανεπτυγμένες με τεκμηριωμένο και αναλυτικό τρόπο, με παραπομπές σε επίσημα στοιχεία καθώς και σε έγκριτη βιβλιογραφία. Ένα πολυσέλιδο πόνημα που κυκλοφόρησε σε τρία αυτοδύναμα έντυπα μέρη, συνοδεύοντας την πλατιά εξόρμηση της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» για τρία συνεχόμενα Σαββατοκύριακα (30-31 Ιανουαρίου, 6-7 και 13-14 Φεβρουαρίου 2021). Ένας απολογισμός με σπουδαία συμπεράσματα από τη δράση της Κεντρικής Επιτροπής, καθώς και όλου του Κόμματος, από το 20ο στο 21ο Συνέδριο. Με τη δημοσίευση των θέσεων αυτών έχει ξεκινήσει και ο προσυνεδριακός διάλογος που φιλοδοξεί να βρει απήχηση στα πλατύτερα λαϊκά στρώματα, και όχι μόνο, της ελληνικής κοινωνίας. Με μία προσεκτική ανάγνωση των θέσεων, και των τριών δηλαδή κειμένων, γίνεται εύκολα κατανοητό πως η πολιτική δράση του ΚΚΕ βρίσκεται σε πλήρη ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική των κομμάτων εκείνων που εκπροσωπούν με τρόπο απροκάλυπτο πολλές φορές τα συμφέροντα της αστικής τάξης, περιφρουρώντας τη «νομιμότητα» στα κέρδη και τον πλούτο των ολίγων σε βάρος των πολλών, συντηρώντας τους ταξικούς διαχωρισμούς μέσα στην κοινωνία, ώστε να υπάρχουν πάντοτε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι, πλούσιοι και φτωχοί. Σε πλήρη επίσης αντίθεση βρίσκεται με εκείνες τις αυτοαποκαλούμενες «αριστερές» δημοκρατικές δυνάμεις, που με τρόπο οπορτουνιστικό, δηλαδή συμφεροντολογικό και ευκαιριακό, και σε απόλυτη συμμόρφωση με αυτή την περίφημη «αστική νομιμότητα», συμμαχούν μέσα σε κλίμα ευνοιοκρατίας, προκειμένου να γαντζωθούν στην εξουσία, διαχωρίζοντας εξ ολοκλήρου τη θέση τους από τον λαό, τα τρέχοντα προβλήματά του και τις σύγχρονες ανάγκες του. Το ΚΚΕ πάντοτε ενιαία και αδιαχώριστα με τον ελληνικό λαό, είναι η ανώτερη, η πιο συνειδητή έκφραση του εργατικού κινήματος, αφού η καρδιά του χτυπά καθημερινά μέσα στους χώρους δουλειάς, και η στρατηγική του, η πολιτική του στάση, αταλάντευτες πάντοτε, συνδιαμορφώνονται με τρόπο συλλογικό, από τα κάτω προς τα πάνω, με αφετηρία το «μεγάλο καμίνι» της εργατικής τάξης. Τα τρία κείμενα των θέσεων, αποτέλεσμα μιας βαθιάς και συστηματικής θεωρητικής, ιδεολογικής, πολιτικής, οικονομικής και επιστημονικής εργασίας, εκφράζουν μια συμπύκνωση της δράσης του ΚΚΕ, έναν απολογισμό στον χρονικό ορίζοντα της τελευταίας τετραετίας, μία αυτοκριτική με βασικό συστατικό την καθαρή ειλικρίνεια μιας ανιδιοτελούς προσπάθειας, έναν επαναπροσδιορισμό της στάσης και του ρόλου του ως επαναστατικό κόμμα μέσα στην ελληνική κοινωνία ως αναφορά τις τρέχουσες πάντοτε συνθήκες ζωής.
Στις 149 θέσεις αποτυπώνεται όλη η πολυσύνθετη και πολυπρισματική σύγχρονη οικονομική, πολιτική και ιδεολογική πραγματικότητα, τόσο σε εθνικό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, σε μία προσπάθεια διαλεκτικής ερμηνείας των αντιθέσεων με μεθοδολογικό εργαλείο ανάλυσης τον μαρξισμό-λενινισμό. Για τον ρεαλισμό των θέσεων του ΚΚΕ στον δρόμο για το 21ο Συνέδριο, σαν μια αποτύπωση των αντικειμενικών χαρακτηριστικών, των σημείων και των αντιθέσεων της σύγχρονης πραγματικότητας, θα μπορούσε με ευκολία και με πιστότητα να μας εισάγει -μέσα από την επικαιρότητα του έργου του- ο μεγάλος πολιτικός στοχαστής, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και μαρξιστής Μπέρτολτ Μπρεχτ. Για τον Μπ. Μπρεχτ ρεαλισμός είναι η ανάδειξη όλων των βαθύτερων κοινωνικών πλεγμάτων αιτίου και αιτιατού και όχι η απόδοση των επιφανειακών συμπτωμάτων. Έτσι ο ρεαλισμός είναι μια μεγάλη πολιτική, φιλοσοφική, πρακτική υπόθεση, και όχι μόνον της τέχνης, και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί και να διευκρινιστεί σαν μια τέτοια μεγάλη, γενική ανθρώπινη υπόθεση[1]. Σύμφωνα με αυτή τη ματιά θέασης των γεγονότων και της πραγματικότητας, την καθαρά μπρεχτική, και κατ’ επέκταση μαρξιστική, μπορούμε να αναγνώσουμε τις θέσεις του ΚΚΕ σαν μια αποτύπωση σε επίπεδο λέξεων και σημείων ενός περιεχομένου πολιτικού, φιλοσοφικού και ιδεολογικού, που μάχεται να ανατρέψει μία οικονομική και πολιτική κατάσταση, εθνική και παγκόσμια, η οποία εδώ και καιρό έχει αρχίσει να εμφανίζει ρωγμές στο εσωτερικό της. Οι θέσεις του ΚΚΕ, από το πρώτο κιόλας κείμενο, διαγιγνώσκουν πως οι αντικειμενικές συνθήκες στον σύγχρονο καπιταλισμό είναι σύνθετες και πως διευρύνεται ολοένα το χάσμα ανάμεσα στον πλούτο που συγκεντρώνεται σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και τη σχετική και απόλυτη φτώχεια την οποία βιώνει η πλειοψηφία των εργαζομένων[2]. Επισημαίνεται πως για να ανατραπούν οι στρατηγικές επιλογές του καπιταλισμού πρέπει να έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις επαναστατικής κατάστασης, και πως η κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, της γης, καθώς και ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας αποτελεί βασικό στοιχείο μιας άλλης ανώτερης μορφής οργάνωσης της κοινωνίας[3]. Η μέθοδος που εφαρμόζει το ΚΚΕ στη «διάγνωση» της σύγχρονης οικονομικής και πολιτικής παθογένειας του συστήματος, ομοιάζει, ίσως και να ταυτίζεται, με τη διαλεκτική μέθοδο του Μπ. Μπρεχτ την οποία ο ίδιος ονοματίζει «Μεγάλη Μέθοδο»[4]. Από το «γενικό σύμπτωμα» προς το «ειδικό νόσημα», θα λέγαμε πως οι θέσεις του ΚΚΕ ακολουθούν τη διαδρομή στη σπουδή της «διαφορικής διάγνωσης» που περιέχεται στην ιατρική επιστήμη. Όσο επίκαιροι και διαχρονικοί είναι οι όροι της ιατρικής, άλλο τόσο μεθοδολογικά επαληθεύσιμοι και σύγχρονοι είναι οι όροι που χρησιμοποιεί ο μαρξισμός-λενινισμός, εφόσον δεν έχουν αρθεί ακόμα οι αντικειμενικές πραγματολογικές συνθήκες, εκείνες, που τον οδήγησαν στο προσκήνιο, αναδεικνύοντάς τον σε μία κυρίαρχη, καινοτόμα και επαναστατική μέθοδο θεωρητικής, οικονομικής και πολιτικής ανάλυσης.
Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε με ευκολία να αναλογισθούμε την ερμηνεία καθώς και την επικαιρότητα του διαχρονικού πλέον όρου «οπορτουνιστής» παρατηρώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στη μορφή και το περιεχόμενο ενός συγκεκριμένου σύγχρονου πολιτικού φορέα, που εκρίζωσε ό,τι «αριστερό» ιδεολογικό υπόλειμμα του είχε απομείνει για την παραμονή του στην εξουσία, εξαλείφοντάς το μια για πάντα από το περιεχόμενό του και κολλώντας το περίτεχνα στο εξωτερικό του περίβλημα, προκειμένου να μην απωλέσει μέρος της εκλογικής του δύναμης. Η λέξη συνεπώς «οπορτουνιστής» ή «οπορτουνίστας» όπου και αν την τονίσεις διατηρεί αδιαμφισβήτητα την βαρύτητα του περιεχομένου της, καθώς και τη βαθύτερη ουσία της, από την εποχή του Λένιν έως σήμερα, ενώ αντίθετα το υποκείμενο-φορέας του «οπορτουνισμού» δεν φέρει καμία απολύτως επαναστατική ιδιότητα παρά μόνο μία κενής περιεχομένου -δήθεν- επαναστατική φρασεολογία στην ταμπέλα του[5]. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο η σπουδή στο έργο του Μπ. Μπρεχτ είναι εξίσου επίκαιρη. Ένας σημαντικός όρος που συναντά κανείς στην τέχνη, αλλά που ενσωματώνει πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά, σύμφωνα πάντα με τον μεγάλο διανοητή, θεατρικό συγγραφέα και μαρξιστή, είναι ο όρος «φορμαλισμός». Επί της ουσίας είναι η φρασεολογία, οι ιδιαίτερες λέξεις που επιλέγουν να χρησιμοποιούν τα αστικά κόμματα εξουσίας, οι οποίες στερούνται ουσιαστικού, βαθύτερου, ανθρώπινου, ρεαλιστικού περιεχομένου, και εντελώς ξεκομμένες από την ίδια την πραγματικότητα, μέσω διανοημάτων φραστικών, επιχειρούν να συγκαλύψουν μέρος της αλήθειας ή να τη διαστρεβλώσουν. Ο Μπ. Μπρεχτ κατέληξε σε αυτό το συμπέρασμα αποκρυπτογραφώντας τις χυδαίες και ανερμάτιστες ομιλίες υπουργών του Χίτλερ που ο «φορμαλισμός» της γλώσσας που χρησιμοποιούσαν λειτουργούσε σαν «κόλλα» στο ανθρώπινο μυαλό των ακροατών, σαν συγκολλητική ουσία διαστρεβλωμένων νοημάτων, υπηρετώντας με αυτόν τον τρόπο έναν μηχανισμό ακραίας προπαγάνδας του φασιστικού καθεστώτος. Ο Μπρεχτ επέκτεινε τον συλλογισμό του αυτό λέγοντας πως και η «αστική ελευθερία» είναι για τους προλετάριους σκέτος «φορμαλισμός», κάτι δηλαδή που υπάρχει καθαρά και μόνο στα χαρτιά, μια κενή φράση, ένα παλιόχαρτο. Γιατί οι προλετάριοι είναι μόνο «σύμφωνα με τη μορφή» ελεύθεροι[6]. Η μεγαλοπρεπής πρόταση του συντάγματος της Βαϊμάρης «ο καθένας μπορεί να αποκτήσει ένα κομμάτι γης», δεν είναι παρά μια «μορφολογική» καθαρά πρόοδος απέναντι σε μία εποχή όπου ορισμένες μόνο τάξεις μπορούσαν να αποκτήσουν ένα κομμάτι γης[7]. Ας αναλογισθούμε τα ψεύδη, την ειδικά επιλεγμένη λαϊκίστικη φρασεολογία, τις παραφράσεις ή τις διαστρεβλώσεις από μεριάς ελληνικών αστικών κομμάτων εξουσίας, καθώς και τους μηχανισμούς προπαγάνδας που χρησιμοποιούν, πάντα σε σχέση με όλα εκείνα που με τόση σαφήνεια και αμεσότητα διατυπώνει ο Μπ. Μπρεχτ. Θα πρέπει να διευκρινισθεί εδώ πως ο θεατρικός συγγραφέας δεν αναφέρεται αποκλειστικά και κυριολεκτικά στη θεωρία της λογοτεχνίας, στον «φορμαλισμό» δηλαδή ως θεωρία της Τέχνης, ούτε στον «Ρωσικό φορμαλισμό», αλλά στην αρνητική σημασία που είχε αποκτήσει ο όρος «φορμαλισμός», με τα πολιτικά χαρακτηριστικά και τις προεκτάσεις του, δηλαδή εκείνη η προσκόλληση στη μορφή και στην τεχνοτροπία ενός έργου που αγνοούσε την ουσία του περιεχομένου του. Από τα παραπάνω που αναφέρθηκαν για τον «ρεαλισμό» και τον «φορμαλισμό» κατανοούμε πως το ΚΚΕ είναι ένα επί της ουσίας ρεαλιστικό κόμμα που υπηρετεί και εκφράζει την επαναστατική αλήθεια -η οποία είναι μία μέσα από την ενότητα των αντιθέσεων όπως επισημαίνει η Μεγάλη κατά Μπρεχτ Μέθοδος- με σύμβολα, όρους και λοιπά μορφολογικά χαρακτηριστικά που εναρμονίζονται πλήρως με τη δομή του περιεχομένου του, καθιστώντας το ίδιο το επαναστατικό του περιεχόμενο πιο επίκαιρο από ποτέ[8]. Έτσι, η μορφή του αγώνα, η στρατηγική, οι θέσεις του ΚΚΕ, διαμορφώνονται και συγκροτούνται στη βάση της διαλεκτικής ερμηνείας της σύνθετης σύγχρονης πραγματικότητας, με τα μεθοδολογικά εργαλεία του μαρξισμού-λενινισμού, και με γνώμονα το επίπεδο της ταξικής πάλης. Καταρρέει με αυτόν τον τρόπο σαν χάρτινος πύργος ο αστικός μύθος που αναπαράγεται από τη συστημική προπαγάνδα, εκείνο το ψευδεπίγραφο, το έωλο επιχείρημα περί «ξύλινης γλώσσας» του ΚΚΕ. Ο πραγματικός όρος που δικαιούται είναι, αξιωματικά, εκείνος του ρεαλιστικού-επαναστατικού λόγου, αφού ρεαλισμός είναι επί της ουσίας η διαλεκτική σχέση μορφής και περιεχομένου, καθώς και η αποκρυσταλλωμένη κοινωνική εμπειρία, χαρακτηριστικά που αδιαμφισβήτητα συναντά κανείς στο ΚΚΕ εδώ και πολλά χρόνια.
Στο δεύτερο κείμενο των θέσεων για το 21ο Συνέδριο του Κόμματος, στεκόμαστε, διαβάζοντας με προσοχή τη θέση 18 «Η κατάσταση στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα (ΔΚΚ) και η δράση του ΚΚΕ», άλλα και τη θέση 20 για την Ευρωπαϊκή Κομμουνιστική Πρωτοβουλία και τη Διεθνή Κομμουνιστική Επιθεώρηση[9]. Μαθαίνουμε πως το ΚΚΕ πρωτοστάτησε και πρωτοστατεί στην ανασυγκρότηση του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος με αταλάντευτη ταξική γραμμή και στρατηγική, και ότι στο περιοδικό «Διεθνής Κομμουνιστική Επιθεώρηση», που την περίοδο που εξετάζουμε εκδόθηκαν τέσσερα σημαντικά τεύχη, συμμετέχουν Κομμουνιστικά Κόμματα από όλο τον κόσμο, μία κίνηση που βρίσκεται στην κατεύθυνση διαμόρφωσης των όρων για τη συγκρότηση ενός Κομμουνιστικού Πόλου. Και όλα αυτά σε μία δύσκολη περίοδο που το παγκόσμιο κίνημα καταγράφει χαμηλά ποσοστά οργάνωσης, σε μία εποχή ύφεσης για τις Παγκόσμιες διεκδικήσεις[10]. Στο τρίτο κείμενο, που αριθμεί συνολικά 56 θέσεις, γίνεται μια εκτεταμένη, πολυσύνθετη μελέτη που αφορά τις βασικές τάσεις εξέλιξης της ταξικής διάρθρωσης στην Ελλάδα. Αναλύεται η ταξική διάρθρωση της απασχόλησης, η αναιμική ανάκαμψη στη νέα κρίση, οι κλαδικές μεταβολές στη δομή της οικονομίας, η επίδραση της αστικής πολιτικής στην κατάσταση της εργατικής τάξης, η ένταση της εκμετάλλευσης και η προώθηση «ευέλικτων μορφών απασχόλησης», οι μισθοί και η διάρθρωση της εργατικής τάξης[11]. Το ΚΚΕ στη διεξοδική του αυτή ανάλυση, την οποία μεταφέρει με θάρρος -όσον αφορά την επίγνωση της αλήθειας- στον κόσμο για ανάγνωση, μελέτη και προβληματισμό, αξιοποιεί επίσημα στοιχεία και δεδομένα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) και τον ΕΦΚΑ, με επιστημονικές συγκριτικές και στατιστικές μελέτες που καταλήγουν σε σημαντικά συμπεράσματα, πολλά από τα οποία αποκρύπτονται συστηματικά από τα αστικά κόμματα εξουσίας καθώς και από τα κυρίαρχα ΜΜΕ που αναπαράγουν τις θέσεις τους και την πολιτική τους γραμμή. Είναι πλέον ένα μεγάλο και δύσκολο ερώτημα για το πώς ορίζεται σήμερα η εργατική τάξη, ποιο είναι ακριβώς το εύρος της, από ποιες κατηγορίες εργαζομένων απαρτίζεται, ποια είναι τα βασικά συστατικά της στοιχεία. Επί παραδείγματι, από μισθολογική άποψη και μόνο ένας γιατρός που εργάζεται σε καθεστώς ελαστικών σχέσεων απασχόλησης (με μπλοκάκι παροχής υπηρεσιών) στο ιδιωτικό σύστημα υγείας που ευλογούν οι κυβερνώντες ή που συγκεκαλυμένα προωθούν οι «οπορτουνιστές» διάδοχοί τους, εντάσσεται ή όχι στην εργατική τάξη; Ή μήπως θα έπρεπε να κατατάσσεται επαγγελματικά μέσα από μια ταξική καθαρά ματιά, και με κριτήριο τις ακαδημαϊκές του σπουδές, άλλα και τη θέση του στην παραγωγή, αγνοώντας την οικονομική πραγματικότητα που μπορεί να τον μετατρέψει, ανά πάσα στιγμή, και λόγω της πιθανής απόλυσής του από το ιδιωτικό θεραπευτήριο που δουλεύει, σε άνεργο ή σε έναν «ευέλικτο» συμβασιούχο ανάλογα με τις εκάστοτε διαθέσεις και τις ιδιαίτερες συνθήκες της οικονομικής πολιτικής του ιδιωτικού τομέα; Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και με έναν δικηγόρο καθώς και με κάποιον άλλον επιστήμονα που δεν θα καταφέρει να γίνει διευθυντικό στέλεχος σε μία επιχείρηση. Στη συνέχεια της ανάγνωσης του τρίτου κειμένου των θέσεων στεκόμαστε στον νόμο Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016), που καθορίζει τους όρους της Ασφάλισης για τα επόμενα πενήντα χρόνια και που είναι στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο. Σύμφωνα με την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η εφαρμογή του νόμου αυτού από το 2016 που ψηφίστηκε μέχρι το τέλος του 2019, αφαιρεί από τους συνταξιούχους και τους ασφαλισμένους το ποσό των 8,2 δις ευρώ [12].
Συγκεφαλαιώνοντας, οι 149 θέσεις του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο, μελετώνται με την ίδια ζωντάνια, με τον ίδιο ζήλο ανάγνωσης, όπως το να διαβάζει κανείς από την αρχή το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», που εκτός από πολιτικό και ιδεολογικό κείμενο, έχει και μία υψηλή αισθητική αξία, αλλά και μία αισθαντική και ποιητική δυναμική αφού μεταφέρει τον παλμό, την ενέργεια και τη βαθύτερη αναγκαιότητα της εποχής που γράφτηκε. Πόσο επίκαιρο, ολοκάθαρο για τις σημερινές συνθήκες, και παράλληλα εξεγερτικό ακούγεται το μήνυμα που κομίζει το απόσπασμά του «Ας τρέμουν οι κυρίαρχες τάξεις μπροστά σε μια κομμουνιστική επανάσταση. Οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν σ’ αυτήν τίποτε άλλο, εκτός από τις αλυσίδες τους. Έχουν να κερδίσουν έναν κόσμο ολόκληρο. Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!»[13]. Και εφόσον ο πύργος της Κομμουνιστικής Διεθνούς του αρχιτέκτονα του καλλιτεχνικού κινήματος της Ρωσικής Πρωτοπορίας Βλαντιμίρ Γιεβγκράφοβιτς Τάτλιν συμβολίζει στον μέγιστο βαθμό την σπειροειδή -προς τα εμπρός- κίνηση της Ιστορίας, και την «έφοδο στους ουρανούς» σύμφωνα με τον Λένιν, εμείς δεν έχουμε παρά να ευχηθούμε καλή επιτυχία στο ΚΚΕ σε μια ανάλογη για εκείνο πορεία προς το 21ο Συνέδριο. Μιας και τα τρία αυτά κόκκινα γράμματα, είναι, από την άποψη της μορφής, των συμβόλων, του επαναστατικού τους περιεχομένου, αλλά και της αισθητικής, η σεμνή υπογραφή του λαού μας στις λεωφόρους του μέλλοντος.
Βιβλιογραφικές παραπομπές, σημειώσεις:
[1] Μπρεχτ, Μπέρτολτ, «Για τον Ρεαλισμό», εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», Αθήνα 1990, σελ. 47-65.
[2] «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο», Πρώτο Κείμενο, 11η θέση, Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» Σαββατοκύριακου 30, 31 Ιανουαρίου 2021.
[3] «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο», Πρώτο Κείμενο, 9η και 10η θέση, Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» Σαββατοκύριακου 30, 31 Ιανουαρίου 2021.
[4] Μπρεχτ, Μπέρτολτ, «ΜΕ-ΤΙ, Το βιβλίο των παρεμβάσεων στη ροή των πραγμάτων», εκδόσεις «Καστανιώτη», Αθήνα 2018, σελ. 349-352. Στη σελίδα 254 στο κεφάλαιο «Για τη Μεγάλη Μέθοδο» διαβάζουμε: «Είπε ο δάσκαλος Χέγκελ, τα πράγματα είναι υπάρξεις, οι καταστάσεις είναι διαδικασίες, τα γεγονότα είναι μεταπτώσεις».
[5] Λένιν, Β.Ι, «Ο οπορτουνισμός και η χρεοκοπία της ΙΙης Διεθνούς. Δύο άρθρα με τον ίδιο τίτλο», «Άπαντα», 5η έκδοση, εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», τ.27, σελ. 100-130.
[6] Μπρεχτ, Μπέρτολτ, «Για τον Ρεαλισμό», εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», Αθήνα 1990, σελ. 219-220.
[7] Μπρεχτ, Μπέρτολτ, «Για τον Ρεαλισμό», εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», Αθήνα 1990, σελ. 218: «Τι είναι φορμαλισμός;». Θα πρέπει να διευκρινισθεί πως ο Μπρεχτ δεν αναφέρεται αποκλειστικά και κυριολεκτικά στη θεωρία της λογοτεχνίας, στον φορμαλισμό δηλαδή ως θεωρία της Τέχνης, ούτε στον Ρωσικό φορμαλισμό, αλλά στην αρνητική σημασία που είχε αποκτήσει ο όρος «φορμαλισμός», με τα πολιτικά χαρακτηριστικά και τις προεκτάσεις του, δηλαδή εκείνη η προσκόλληση στη μορφή και στην τεχνοτροπία ενός έργου που αγνοούσε την ουσία του περιεχομένου του.
[8] Μπρεχτ, Μπέρτολτ, «ΜΕ-ΤΙ, Το βιβλίο των παρεμβάσεων στη ροή των πραγμάτων», εκδόσεις «Καστανιώτη», Αθήνα 2018, σελ. 349-352. Στη σελίδα 352 στο κεφάλαιο « Η Μεγάλη Μέθοδος – Για τις έννοιες» διαβάζουμε: «Τη Μεγάλη Μέθοδο την κατανοείς καλύτερα αν τη θεωρήσεις διδασκαλία για γεγονότα μαζικών διαστάσεων. Δεν αντιμετωπίζει τα πράγματα ξεχωριστά αλλά ως μία ενότητα, τόσο τα παρόμοια και τα συγγενή, όσο και εκείνα των οποίων η φύση διαφέρει, και αυτά τα ίδια πάλι τα κατανέμει σε ενιαία πλήθη».
[9] «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο», Δεύτερο Κείμενο, 18η και 20η θέση, σελ. 20-24, Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» Σαββατοκύριακου 6, 7 Φεβρουαρίου 2021.
[10] «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο», Δεύτερο Κείμενο, 18η, 19η και 20η θέση, σελ. 20-24, Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» Σαββατοκύριακου 6, 7 Φεβρουαρίου 2021.
[11] «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο», Τρίτο Κείμενο, 1η έως και 10η θέση, σελ. 3-22, Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» Σαββατοκύριακου 13, 14 Φεβρουαρίου 2021.
[12] «Θέσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο», Τρίτο Κείμενο, 11η θέση, σελ.23, Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» Σαββατοκύριακου 13, 14 Φεβρουαρίου 2021.
[13] Μαρξ, Κ- Ένγκελς, Φ, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», σελ.69.