Ζούμε σε μια χώρα, ή, αν το προτιμάτε, έχουμε κυβέρνηση μιας παράταξης, που η ιδεολογική χρήση των μνημείων και η επιλεκτική της ευαισθησία απέναντι σ’ αυτά συναγωνίζεται με την αντίστοιχη μεταχείριση της Ιστορίας. Μια χώρα, που κορδώνεται με την ανακάλυψη του «Τάφου» της Αμφίπολης αλλά δεν διστάζει να τσιμεντώσει την Ακρόπολη και να καταστρέψει την ελληνική Πομπηΐα της οδού Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, αγνοώντας τη μελέτη της ανάδειξής της. Ή που οργίζεται με τον Ερντογάν για τη μεταχείριση της Αγιάς Σοφιάς αλλά κλείνει τα μάτια στην επιδρομή χριστιανοταλιμπάν στη Ροτόντα και δείχνει, στην καλύτερη περίπτωση, αμφιθυμία απέναντι στα ισλαμικά μνημεία.
Ο μνημειακός πλούτος της Ηπείρου δεν έχει αποφύγει ανάλογες περιπέτειες. Μια δειγματοληπτική αναφορά με σειρά χρονολογική – όχι των ίδιων των μνημείων αλλά των απειλών εναντίον τους – το επιβεβαιώνει :
• Καθώς γιορτάσαμε με αμφιλεγόμενης αισθητικής πανηγύρια τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, αξίζει τον κόπο θυμηθούμε ότι το πατρικό σπίτι του Αθανασίου Τσακάλωφ στα Γιάννενα, ενός από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, θυσιάστηκε στο βωμό της αντιπαροχής τη δεκαετία του ‘70.
• Το Δωδωναίο τοπίο, η θαυμαστή ενότητα του μνημειακού συνόλου με την κοιλάδα της Δωδώνης, κινδύνεψε την τριετία 1995 – 97 να «εμπλουτιστεί» με τις νταλίκες της Εγνατίας, καθώς οι κυβερνητικοί αρνούνταν να ξοδέψουν (σ.σ. ευρωπαϊκά) χρήματα για να κατασκευάσουν μεγαλύτερη σήραγγα, που θα απέφευγε την οπτική επαφή.
• Η γέφυρα της Πλάκας στον Άραχθο «εμπόδιζε» κι’ αυτή την πορεία της ανάπτυξης, εν προκειμένω του υδροηλεκτρικού φράγματος του Αγίου Νικολάου, και φυσικά δεν άξιζε και τόσο, αφού, όπως είχε εκστομίσει και κάποιος βουλευτής Άρτας του ΠΑΣΟΚ, «κάθε εποχή δημιουργεί τα δικά της μνημεία». Γι’ αυτό και οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού επεξεργάστηκαν το 1997 το περιβόητο σχέδιο της «μεταφοράς» της ενώ αργότερα την άφησαν χωρίς συντήρηση.
• Ένα σημαντικό μνημείο του ελληνικού αρχιτεκτονικού μοντερνισμού, το ξενοδοχείο «Ξενία» των Ιωαννίνων έπεσε το 2005 θύμα των ορέξεων μεγαλοξενοδόχου, υπό τα χειροκροτήματα της δημοτικής αρχής και των υπηρεσιών, που πρόβαλαν θορυβωδώς τη θεωρία της «μειωμένης» αρχιτεκτονικής του αξίας.
• Και στις μέρες μας η έννοια του πολιτισμικού τοπίου, παρότι υποτίθεται ότι προστατεύεται από τη Συνθήκη της Φλωρεντίας (κυρωμένη με τον ν. 3827/2010), εξακολουθεί να είναι άγνωστη στη διοικητική πρακτική και τις τοπικές αρχές. Στο προ τριετίας αναθεωρημένο Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο της Ηπείρου αναγνωρίζονται μόνο 16 ζώνες τοπίου άξιου διαχείρισης και πέραν αυτών ουδέν. Αντίθετα, τα περισσότερα βουνά θεωρούνται «κατάλληλα» για την ανάπτυξη αιολικών πάρκων, με μία μόνο γενική εξαίρεση, των παράκτιων ορεινών όγκων, που γειτνιάζουν με ζώνες τουριστικής ανάπτυξης. Το τοπίο δεν γίνεται αντιληπτό ως αυτοτελής αξία αλλά ως εργαλείο στην υπηρεσία της τουριστικής βιομηχανίας.
Ευτυχώς όμως για τα μνημεία, τις περισσότερες φορές τα κινήματα ήταν εκεί! Αγνοώντας τη συνήθη κατηγορία περί «εχθρών της ανάπτυξης», πέτυχαν σημαντικές για την προστασία των μνημείων νίκες και στη Δωδώνη και στον Άραχθο. Το «Ξενία» δυστυχώς δεν καταφέραμε να το σώσουμε αλλά αποδειχθήκαμε αποτελεσματικοί στην περίπτωση ενός άλλου σπουδαίου κτιρίου του Άρη Κωνσταντινίδη, της «Όασης» στην κεντρική πλατεία των Ιωαννίνων.
Το 2019 οι ίδιας προέλευσης και ευαισθησίας άνθρωποι εμποδίστηκαν από την ελληνική Αστυνομία να παραστούν στις εκδηλώσεις του Δήμου Καλπακίου για την ομώνυμη μάχη του 1940, διοργανωμένες υπό την ευγενή χορηγία της πετρελαϊκής εταιρίας Energean Oil & Gas, προκειμένου η εταιρία να αποφύγει τις διαμαρτυρίες για την απειλή των εξορύξεων. Θα συνεχίσουν όμως, όσο χρειαστεί, να δίνουν αυτή τη μάχη. Όσο για τους τοπάρχες μας, αυτοί μπορούν να εκστασιάζονται, επειδή στο Καλπάκι παρουσιάστηκε η μεγαλύτερη στα χρονικά ελληνική σημαία – άντε να ρίχνουν και καμιά καταγγελία στον Ερντογάν. Και μετά να κοιμούνται τον βαθύ ύπνο του δικαίου ..