in

Ανοιχτή επιστολή για την κατάσταση του νοσοκομείου τα Άρτας [της Σοφίας Αργυροπούλου]

  Διευθύντρια Βιοπαθολογικού Εργαστηρίου, Πρόεδρος της Επιτροπής Λοιμώξεων


Ως πρόεδρος της επιτροπής λοιμώξεων του ΓΝ Άρτας και διευθύντρια του Βιοπαθολογικού εργαστηρίου πραγματικά θέλω να εκφράσω προς όλους τους πολίτες της Άρτας, και κυρίως τους βουλευτές που εκπροσωπούν το νομό στο κοινοβούλιο και ιδιαίτερα τον Υπουργό της κυβέρνησης, την ανησυχία μου για την κατάσταση του νοσοκομείου Άρτας. Ειλικρινά δε γνωρίζω ούτε εγώ ούτε οι υπόλοιποι συνάδελφοι μου γιατί το νοσοκομείο Άρτας έχει τεθεί σε ένα καθεστώς τιμωρίας από το Υπουργείο Υγείας, καθώς είναι το μόνο νοσοκομείο της 6ης ΥΠΕ το οποίο δεν έχει πάρει ούτε μια θέση επικουρικού γιατρού. Το ζήτημα αυτό, το οποίο θέτει σε κίνδυνο ακόμη και την ύπαρξη του ίδιου του νοσοκομείου, τέθηκε και στην ίδια την αναπληρώτρια υπουργό υγείας κ. Γκάγκα κατά την πρόσφατη επίσκεψη της, τόσο από εμένα όσο και από τους υπόλοιπους φορείς και θεσμούς του ιδρύματος.

Είναι λοιπόν απορίας άξιο ότι οι θέσεις αυτές που έχει εγκρίνει και ζητήσει το νοσοκομείο καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του νοσοκομείου και όχι από το Υπουργείο, που το μόνο που χρειάζεται να κάνει είναι να υπογράψει την έγκριση του αιτήματος, κάτι που μέχρι πρόσφατα θεωρούταν τυπική διαδικασία. Την ίδια στιγμή εκκρεμεί η σύσταση και ενεργοποίηση της επιτροπής κρίσεων για τις μόνιμες και κενές οργανικές θέσεις οι οποίες εκκρεμούν. Οι νέες θέσεις όταν και αν προκηρυχτούν θα χρειάζεται δύο ή τρία χρόνια για να έλθει το προσωπικό, αν βέβαια τότε υπάρχει διαθέσιμο. Μέχρι τότε όμως πως ακριβώς θα λειτουργεί το νοσοκομείο όταν μια σειρά κομβικών τμημάτων θα κλείσουν άμεσα λόγω έλλειψης προσωπικού;

Ήδη έχει κλείσει το τμήμα πρόληψης μεσογειακής αναιμίας και ελέγχου κυστικής ίνωσης καθώς υπάρχει μόνο μια βιολόγος πλέον και δεν εγκρίνεται η θέση επικουρικού βιολόγου ή βιοχημικού και η μία αυτή βιολόγος έχει να καλύψει και το βιοχημικό τμήμα και τις ορμόνες με τη συμβολή των γιατρών των υπόλοιπων τμημάτων (μικροβιολογικό, αιματολογικό, μοριακός έλεγχος, ιολογικό, ανοσολογικό) οπού και στα τμήματα αυτά κόβεται το αίτημα για επικουρικό βιοπαθολόγο. Αυτό σημαίνει πως ο απαραίτητος έλεγχος πρόληψης δε μπορεί να διενεργηθεί στο νοσοκομείο μας υποβαθμίζοντας την ποιότητα της ζωής των πολιτών οι οποίοι πρέπει να μετακινούνται σε άλλη πόλη για τον έλεγχο αυτό και δυσχεραίνοντας τη λειτουργία της μαιευτικής κλινικής. Και αν η κατάσταση δεν αλλάξει και το εργαστήριο μείνει με δύο γιατρούς και ένα βιολόγο δε θα μπορεί να συνεχίσει τη διενέργεια αρκετών εξετάσεων ούτε την πλήρη εφημεριακή λειτουργία, το οποίο και πάλι θα δυσκολέψει τη λειτουργία των υπολοίπων κλινικών αλλά και τους πολίτες.

Ο έλεγχος των λοιμώξεων σε ένα νοσοκομείο όπως της Άρτας, με πολλές νοσηλείες, ΜΕΘ, πολλά χειρουργεία, μεγάλη εισροή παθολογικών περιστατικών δεν είναι εφικτή με τις παρούσες συνθήκες και τους μόνο τρεις γιατρούς του εργαστηρίου και τον τέταρτο γιατρό να περιμένει για την κανονική θέση του επικουρικού ώστε να μπορέσει να παραμείνει και άμεσα θα αναγκαστούμε να αναστείλουμε τη λειτουργία του τμήματος μοριακού ελέγχου λοιμώξεων. Αντίστοιχη κατάσταση επικρατεί και σε άλλα τμήματα, όπως το χειρουργικό και το ακτινολογικό, τα οποία έχουν επίσης τον κίνδυνο να μη μπορούν να λειτουργήσουν σε άμεσο χρονικό διάστημα, ενώ και τώρα λειτουργούν με μεγάλη πίεση για τους γιατρούς αλλά και το παραϊατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.

Οι ελλείψεις όμως δεν αφορούν μόνο το έμψυχο δυναμικό αλλά και την υλικοτεχνική υποδομή του νοσοκομείου. Παρότι νοσήλευσε ασθενείς με Covid από την αρχή της πανδημίας, ποτέ δεν υπήρξε η αντίστοιχη στήριξη από την περιφέρεια ηπείρου ούτε για τη δημιουργία θαλάμων αρνητικής πίεσης ούτε για την αντικατάσταση των ιδιαίτερα φθαρμένων δαπέδων σε δύο ορόφους και στα χειρουργεία. Ειδικά για τα δάπεδα τα οποία έχουν υποστεί αλλοιώσεις ζητήθηκε επιμόνως από εμένα προσωπικά η ενίσχυση της περιφέρειας και η απάντηση ήταν αρνητική, την ίδια στιγμή που ήταν συγκινητική η ανταπόκριση των απλών πολιτών για τον φορητό ακτινολογικό αλλά και επιχειρηματιών της πόλης με προσφορά μηχανημάτων απαραίτητων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και αρκετά κοστοβόρων (μοριακός αναλυτής, θάλαμος βιοασφάλειας, συσκευή υπερήχων για τη ΜΕΘ, νεφελοποιητής αποστείρωσης χώρου).

Τελικά τι να πιστέψουμε; Να πιστέψουμε ότι έχουμε επιλεγεί ως μια από τις δομές που θα υποβαθμιστούν φτάνοντας σε ένα σημείο από το οποίο δε θα υπάρχει γυρισμός; Να υποθέσουμε πως παρεμποδίζεται η διεκπεραίωση των αιτημάτων μας από το υπουργείο; Εμείς αναμένουμε και αναζητούμε απαντήσεις αλλά και την ενεργό αντίδραση και δράση των φορέων και όσων κατέχουν θέση ευθύνης απέναντι στους πολίτες. Εκτός και αν δεν πιστεύουν ότι αξίζει το νοσοκομείο στην πόλη για να το διεκδικήσουν.