Ο Αγροτικός τομέας αποτελεί τον βασικότερο τομέα της οικονομίας, καθότι ο ρόλος του είναι αναντικατάστατος και καθοριστικής σημασίας. Ειδικότερα για τη χώρα μας, η σπουδαιότητα του ήταν ανέκαθεν σημαντική, αφού η γεωργία απασχολούσε μεγάλο εργατικό δυναμικό, εξασφαλίζοντας κοινωνική συνοχή και περιφερειακή ανάπτυξη. Η σπουδαιότητα της γεωργίας στην Ελλάδα αποδεικνύεται από το γεγονός ότι καταλαμβάνει ένα μεγάλο ποσοστό των εκτάσεων της (περίπου το 30%), απασχολεί το 82% του αγροτικού πληθυσμού έναντι του 43% του αστικού πληθυσμού, συνεισφέρει στο ΑΕΠ της χώρας, και συμμετέχει στο εμπορικό ισοζύγιο σημαντικά. Η συμβολή του Αγροτικού τομέα στην Ελλάδα κατέχει διαχρονικά σπουδαία θέση. Ο ρόλος του είναι πολυδιάστατος καλύπτοντας πολλά και ευαίσθητα τμήματα, τόσο οικονομικά όσο κοινωνικά και περιβαλλοντικά. Στο παρελθόν αποτέλεσε ένα μέσο ανόρθωσης της μεταπολεμικής οικονομίας της Ελλάδας και στην σημερινή εποχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης λόγω της πανδημίας αποτελεί και πάλι ένα σταθερό μέσο ανάπτυξης. Συμμετέχει σε πολλούς δείκτες της οικονομίας και την επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό. Ενισχύει τις εμπορικές συναλλαγές. Έτσι θα λέγαμε ότι η γεωργία συμβάλει στην οικονομία μέσω τον προϊόντων που παράγει, μέσω των συναλλαγματικών αγορών που πραγματοποιεί και μέσω της αξιοποίησης και αποσύνδεσης συντελεστών παραγωγής (όπου κανένας άλλος τομέας δεν μπορεί να τους αξιοποιήσει). Τέλος συνεισφέρει στην κοινωνική συνοχή και στην περιφερειακή ανάπτυξη των περιοχών. Επιπλέον, αποτελεί τροφοδότη σειράς προϊόντων και υπηρεσιών καθορίζοντας τόσο την επισιτιστική αυτάρκεια και ασφάλεια των τροφίμων, παράγοντας ποιοτικότερα και πιο ασφαλή τρόφιμα, όσο ρυθμίζοντας και άλλους τομείς της οικονομίας, όπως της μεταποίησης και του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Παράλληλα εφαρμόζοντας ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια συνεχώς ρυθμίσεις για την διατήρηση και την προστασία του περιβάλλοντος.
Ο Αγροτικός τομέας στην Ήπειρο είναι αρκετά ανεπτυγμένος, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από την υφιστάμενη κατάσταση της φυτικής και ζωικής παραγωγής της. Η Ήπειρος αδικείται από το χαρακτήρα που της έχει προσαχθεί σαν ένα από τα φτωχότερα διαμερίσματα της Ελλάδας, αλλά και της Ευρωπαϊκής ένωσης. Βέβαια το επίθετο «φτωχότερο» αντανακλά στο κατά κεφαλή εισόδημα του Ηπειρώτη και στο ρυθµό ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας. Αναμφίβολα, οι οικονομικοί και επιχειρηματικοί δείκτες της Περιφέρειας Ηπείρου οδηγούν κατά κάποιο τρόπο σε αυτό το συμπέρασμα. Αυτό βέβαια ενισχύεται από το γεγονός ότι η Ήπειρος είναι ένα γεωγραφικό διαµέρισµα που βρίσκεται µμακριά από την πρωτεύουσα της χώρας και συνάµα στερείται ακόμα και σήμερα σημαντικών υποδοµών. Εάν όµως λάβει κανείς υπόψη τις παραγωγικές δυνατότητες της Περιφέρειας Ηπείρου τότε µπορεί να συμπεράνει ότι ο χαρακτηρισµός της Ηπείρου σαν «φτωχό» διαµέρισµα της Ελλάδος, µπορεί να ανατραπεί. ∆εν είναι η πρωτογενής φυτική και ζωική παραγωγή της Ηπείρου που κάθε άλλο παρά υστέρηση παρουσιάζει, ούτε είναι µόνο η έλλειψη υποδοµών. Στοιχεία όπως η αύξηση του ορίου ηλικίας των αγροτών, ο κατακερματισμένος µικρός αγροτικός κλήρος, η µείωση του ενεργού αγροτικού πληθυσμού που οδηγεί σε µείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και παραγωγών, η συρρίκνωση του αγροτικού εισοδήματος ειδικά µετά την απελευθέρωση των επιδοτήσεων από την παραγόμενη ποσότητα αγροτικών προϊόντων, η έλλειψη αγροτικών υποδοµών όπως σύγχρονων εγγειοβελτιωτικών έργων και έργων αντιπαγετικής προστασίας, αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη της πρωτογενούς παραγωγής στην Περιφέρεια Ηπείρου. Όσο και υψηλή συσχέτιση και εάν παρουσιάζουν οι παραπάνω παράγοντες µε την αρνητική εικόνα της Περιφέρειας Ηπείρου, ο κυριότερος λόγος για τον οποίο η εικόνα αυτή δεν είναι η καλύτερη από απόψεως οικονομικών και αναπτυξιακών μεγεθών, είναι ο ελλιπής μακροχρόνιος στρατηγικός σχεδιασµός σε επίπεδο αγροτικού τοµέα.