Τα πρώτα 2 χρόνια κυβέρνησης Μητσοτάκη σφραγίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από την πανδημία του COVID 19. Αλλά ούτε οι έκτακτες αυτές συνθήκες την εμπόδισαν να ξεδιπλώσει την πολιτική της. Η πραγματικότητα είναι ότι στο χρονικό αυτό διάστημα, ένα άκρως συγκεντρωτικό εξουσιαστικό σύστημα με ευρεία και μονοκομματική στήριξη με νομοθετικές και διοικητικές πράξεις του ενίσχυσε λίγους, ισχυρούς, εμφανείς και αφανείς, ντόπιους και ξένους υποστηρικτές του και έκανε όλους εμάς τους υπόλοιπους φτωχότερους και ανασφαλέστερους. Ακόμα και αυτή η κρίση χρησιμοποιήθηκε ως ευκαιρία ενίσχυσης «των δικών τους παιδιών». Την ώρα που τα δικά μας μεταναστεύουν διεκδικώντας μια πιο ανθρώπινη ζωή, αφήνοντας πίσω τους μια χώρα ακόμα πιο γερασμένη, ακόμα πιο αδύναμη. Η παιδεία από βασικός μοχλός κοινωνικής κινητικότητας γίνεται προνόμιο λίγων, η εργασία υποτάσσεται στην «ανάγκη» μεγιστοποίησης των κερδών, οι λογαριασμοί αυξάνονται ανεξέλεγκτα ελέω της απροθυμίας καταπολέμησης των ολιγοπωλίων, η ασφάλεια μετατρέπεται από δικαίωμα κάθε πολίτη σε κάθε γειτονιά και γωνία της χώρας σε επικοινωνιακό όχημα χαϊδέματος ακραίων.
Το ιδεολόγημα, η άκυρη ελπίδα ότι, μ’ αυτό τον τρόπο, κάποια στιγμή τα ωφέλη θα φτάσουν στο σύνολο της κοινωνίας διαψεύδεται και εδώ και πάλι, αφού απέτυχε παντού κατ’ επανάληψη και έχει εγκαταλειφθεί ακόμα και στις μητροπόλεις του καπιταλισμού, ανάμεσά τους και οι ΗΠΑ. Αλλά και άλλοθι εξουδετέρωσης των «απέναντι» το αφήγημα αυτό έχει χρεοκοπήσει και έχει έρθει η ώρα του λογαριασμού. Η αλήθεια είναι ότι όσο τα πολιτικά μας πράγματα περιορίζονται στην εναλλαγή ακατάλληλων είναι δυστυχώς μοιραία η σημερινή απαράδεκτη κατάσταση.
Σήμερα περισσότερο ίσως από ποτέ είναι απαραίτητη πολιτική διεξόδου από τα κακώς κείμενα και ένα πρόγραμμα μετασχηματισμού της πατρίδας μας σε τόπο ευκαιριών για όλους, τόπο όπου ο κάθε ένας θα έχει ίσες ευκαιρίες για ένα καλύτερο μέλλον και δυνατότητες να κερδίσει ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Ξεκινώντας από την στήριξη της δημόσιας Παιδείας ώστε ο καθένας να μπορεί να προοδεύσει ανεξάρτητα από το περιβάλλον στο οποίο του έλαχε να γεννηθεί. Με ένα μεγάλο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για νέες θέσεις εργασίας, αντιστροφή της κλιματικής αλλαγής και, μεσοπρόθεσμα, προλήψης των αποτελεσμάτων της κλιματικής κρίσης που βιώνουμε. Με στήριξη της εργασίας με αύξηση του κατώτατου μισθού και λιγότερες ώρες εργασίας χωρίς μισθολογική μείωση.
Πολιτική διάθεση για ένα τέτοιο πρόγραμμα υπάρχει, η τεχνική επεξεργασία για την τελειοποίησή του είναι διαρκής. Είναι όμως αναγκαία και η διαρκώς αυξανόμενη κοινωνική στήριξη στο πρόγραμμα αυτό, η δημοκρατική νομιμοποίησή του στις κάλπες των εθνικών εκλογών. Χρειάζεται μια ισχυρή και πλειοψηφική κομματική έκφραση για την υλοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος. Ελπίζω οι διαδικασίες εκλογής αρχηγού στο Κίνημα Αλλαγής να είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα σε αυτή τη κατεύθυνση.