Με το που ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας οι φερόμενοι ως φυσικοί ιδιοκτήτες της ξεκίνησαν τη σκυταλοδρομία της ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής. Στις ψυχές τους φώλιαζε το μίσος γιατί δεν μπορούσαν να χωνέψουν ότι έμειναν για περίπου πέντε χρόνια μακριά από το μέγαρο Μαξίμου (οι σπουδαγμένοι αστοί με την καλή αγωγή και τους ωραίους τρόπους αρνήθηκαν να το παραδώσουν στους προσωρινούς ενοικιαστές του) και επιχείρησαν να δυσφημήσουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους για να μετατρέψουν την επικράτησή τους στις κάλπες σε θρίαμβο εφ’ όλης της ύλης και να τοποθετήσουν την αριστερή παρένθεση στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας.
Η Δεξιά μάζεψε γρήγορα τα περί καμένης γης και άδειων ταμείων γιατί τα γεγονότα ήταν αναμφισβήτητα. Δεν το έβαλε όμως κάτω. Βασικός στόχος της ήταν και παραμένει η αμφισβήτηση της ηθικής των αντιπάλων της. Το έκανε τις προηγούμενες δεκαετίες με το ΠΑΣΟΚ, το προσπαθεί και σήμερα με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δικαιώνει όσους πιστεύουν ότι η Δεξιά ούτε έχει αλλάξει ούτε επιθυμεί να αλλάξει, παρά τα όσα διαδίδει ο επικεφαλής της, παρά τα όσα επιδιώκουν κάποια τμήματά της, κυρίως αυτά που δεν έχουν καθημερινές σχέσεις με τη διαπλοκή και δεν κρύβουν τη δυσφορία τους για το παζάρι που γίνεται στο παρασκήνιο. Θέλει όμως να κερδίσει έδαφος η άποψη ότι κι εκείνοι που ισχυρίζονται πως έχουν το ηθικό πλεονέκτημα δεν διαφέρουν από τους υπόλοιπους. Δεν την ενοχλεί ότι με τη συμπεριφορά της θα γίνει κυρίαρχο το σχήμα «όλοι ίδιοι είναι», δεν την απασχολεί ότι το δηλητήριο θα απλωθεί στο πολιτικό σύστημα και οι πολίτες θα γυρίσουν την πλάτη τους στα κόμματα και θα περιφρονήσουν την πολιτική. Προφανώς έχει άγνοια του κινδύνου, γιατί όπως ξέρουμε από την Ιστορία, ενίοτε η πλήξη και η αδιαφορία μπορεί να δώσουν τη θέση τους στην απελπισία και αυτή με τη σειρά της να παραμερίσει και να υποκλιθεί στον θυμό και στην οργή που είναι πολύ πιθανόν να φέρουν τη σύγκρουση όλων εναντίον όλων.
Κατασκευάζουν με ευκολία σκάνδαλα για να έχουν τους αντιπάλους τους συνεχώς στο εδώλιο του απολογούμενου και όταν τους παίρνει, στο εδώλιο του κατηγορούμενου. Πολλά τα παραδείγματα. Από τη «βίλα» του Τσίπρα στο Σούνιο και τις κατηγορίες εναντίον στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για εμπλοκή σε διάφορες κολάσιμες ποινικά επιχειρηματικές δραστηριότητες (Folli Follie) μέχρι τη μετατροπή ενός καραμπινάτου σκανδάλου (Novartis) σε πολιτική σκευωρία και την απόπειρα ενοχοποίησης του Νίκου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες.
Ούτε το Σούνιο ούτε η Folli Follie έβγαλαν «λαγούς». Η ιστορία της Novartis έχει ακόμη πολύ δρόμο και πιθανότατα θα δώσει εκπλήξεις που δεν τις περιμένει το Μαξίμου, αν και ορισμένοι εκ των συνομιλητών του πρωθυπουργού, με τη βοήθεια δικαστικών λειτουργών (εν ενεργεία και συνταξιούχων, ελεγχόμενων για πειθαρχικά παραπτώματα και πρόθυμων να απαλλοτριώσουν την ανεξαρτησία τους) αψηφούν τους κινδύνους και μεθοδεύουν εκτροπές στο όνομα της προστασίας της νομιμότητας, όπως αυτοί την αντιλαμβάνονται.
Στο μείζον, κατά την κρίση της κυβέρνησης, θέμα των τηλεοπτικών αδειών, αντί για κακούργημα έχουμε πρόταση παραπομπής για πλημμέλημα. Ο πήχης είχε μπει ψηλά, ο άλτης πέρασε από κάτω γιατί οι πολλά υποσχόμενοι μάρτυρες αποδείχθηκαν αναξιόπιστοι. Δεν εισέφεραν αυτά που με τυμπανοκρουσίες είχαν προαναγγείλει η κυβέρνηση και τα φιλικά της δίκτυα ενημέρωσης. Μέχρι να οδηγηθούν οι υποθέσεις της Novartis και των τηλεοπτικών αδειών στο ακροατήριο τα τσακάλια θα συνεχίσουν τη βρόμικη δουλειά τους. Έστω και με λιγότερες προσδοκίες.
Εννοείται πως θα κάνουν ό,τι μπορούν για να «ανακαλύψουν» νέα σκάνδαλα για να τροφοδοτήσουν τους διψασμένους για εκδίκηση οπαδούς του συστήματος. Το θέμα είναι ποια θα είναι η απάντηση…