in ,

Ο Τάκης και ο Ηλίας – Οι προπάτορες | του Σπύρου Γ. Μπρίκου

editor_image

• Ιατρού
• Συγγραφέα


Πριν λίγες ημέρες έφυγε από κοντά μας ο Δημήτριος (Τάκης) Ταπραντζής. Μία ολύμπια μορφή, ένα κράμα αρχαίου Έλληνα με μπολιασμένο -μέσα στις αιμάσσουσες κοιλίες και τους κόλπους του καρδιακού του ιστού- το κομμουνιστικό ιδεώδες. Ο Τάκης έμοιαζε να έχει φυλογενετική καταγωγή από τους Πρωτοέλληνες, ένα καθαρό πρώτο ελληνικό φύλο, ειρηνικό, πριν την κάθοδο των πολεμοκάπηλων και πολεμοχαρών Δωριέων, εκ του βορρά. Αιτωλοακαρνάνας, με ανακάτεμα συρρακιώτικου –το προπατορικό όνομα από πλευράς μητέρας ήταν «Ζιώγας»- και μικρασιατικού αίματος, πρόσδιδε στην παρήχηση του επιθέτου «Ταπραντζής» όλα εκείνα τα επίκτητα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά, τα στοιχεία της όψης, που οι επίγονοί του, αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος, συνήθισαν να τα βλέπουν ως μυθικά. Διευρυμένο στήθος, αγαλμάτινο στέρνο, επιγονατίδες προβάλουσες, δίκην κούρου, κνήμες σμιλεμένες που παρέπεμπαν οπτικά σε περικνημίδες αρχαίου πολεμιστή. Αρχαϊκή φιγούρα ο Τάκης, όπως και τα αδέρφια του Ηλίας και Σπυρίδωνας –ένας άνδρας Ντάντε, ένας θείος Μαρκήσιος ντε Σαντ-, αλλά και η γλυκύτατη Ελένη -η γιαγιά μου- η Νίτσα. Οι Ταπραντζήδες είχαν τη δική τους ξεχωριστή ομορφιά. Ήταν εύμορφοι, ως προς την εξωτερική τους όψη -δηλαδή τη μορφή- και όμορφοι ως προς το εσωτερικό τους, δηλαδή την ψυχή. Καλοί καγαθοί. Ο Τάκης είχε μία φυσική ευγένεια, εξέπεμπε μονάχα θετική ενέργεια, μία τρομερή αύρα, λες και είχε εγκυστωθεί μέσα του, στο εσωτερικό των σπλάχνων και του θωρακικού κλωβού του, μέρος της πιο παραγωγικής, της πιο ηδονιστικής κοσμικής ενέργειας. Μία ισορροπία δυνάμεων του σύμπαντος, με κέντρο την ανθρώπινη πελασγική μορφή με το μέτωπο κατακόρυφο, που κόντρα στο νόμο της βαρύτητας, περπατούσε στιβαρά και ταυτοχρόνως τρομερά ανάλαφρα πάνω στο χώμα και το έδαφος. Το φυσικό ταλέντο στο πιάνο δεν ήταν παρά μία δυνατότητα να αφουγκράζεται την αρμονία του σύμπαντος. Κρυστάλλινος και καθαρός, αγαπούσε τους ανθρώπους, όπως και κάθε ζωντανό πλάσμα. Λάτρευε τα σκυλιά και πενθούσε γι’ αυτά. Ήταν ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά, για να θυμηθούμε το ομότιτλο βιβλίο του Κουβανού Λεονάρδο Παδούρα για τον Λέων Τρότσκι. Ο Τάκης πίστευε στην ουτοπία, στο όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο. Ήταν ο ίδιος μέρος εκείνου ακριβώς που πρέσβευε, της αλλαγής δηλαδή που μέλλεται να έρθει. Η προσωπικότητά του ήταν φεγγίτης, φάρος σε μία ζωή τριγύρω που ολοένα άλλαζε. Μετανάστης στη Γερμανία από τα χρόνια της χούντας μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Στο Σααρμπρύκεν -ένα βιομηχανικό κέντρο- όπως και στο Βερολίνο. Σκληρά εργαζόμενος με εξειδίκευση στην οξυγονοκόλληση και την ηλεκτροκόλληση. Στήριξε οικονομικά την οικογένεια της αδερφής του όταν το καθεστώς της χούντας είχε στείλει εξορία τους λιγοστούς εκείνους πατεράδες -προπάτορες- κομμουνιστές, που τόλμησαν να αντισταθούν στο καθεστώς με το οπλοστάσιο των ιδεών τους, όταν η πλειοψηφία βολεύτηκε ή ζητωκραύγαζε. Ο Τάκης μετέφερε παράνομα τότε την πρώτη αγωνιστική αντιδικτατορική ποιητική συλλογή του Πρεβεζάνου συγγραφέα Θωμά Μανόπουλου (του πρώτου που μπόλιασε την υπόθεση της σοβαρής λογοτεχνίας στην Πρέβεζα) με τον τίτλο «Σπάζουν οι αλυσίδες» που εκδόθηκε με το ψευδώνυμο «Γιώργος Καλλίνικος», αναπτύσσοντας στο εξωτερικό τον αντιστασιακό λόγο, στη Γερμανία, στη Σουηδία και αλλού, διανέμοντας τα βιβλία και ενισχύοντας τον αγώνα για ελευθερία και εκτός των συνόρων της πατρίδας μας. Η Σόνια τον ένιωθε πατέρα της τον Τάκη, και σαν πατέρα της τον φρόντιζε μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του. Όπως η νοσοκόμα δίπλα στον Άγγλο ασθενή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Μάικλ Οντάατζε. Ο Τάκης στήριξε έμπρακτα όλα του τα ανίψια. Παιδιά δεν είχε, όμως παιδιά του ήταν τα παιδιά όλου του κόσμου, σύμφωνα με τα λόγια του διεθνιστή επαναστάτη Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο). Ο Τάκης τα έδωσε όλα, ό,τι υλικό είχε αποκτήσει, μαζί με την αγάπη του, και δεν κράτησε τίποτα για τον ίδιο. Έφυγε ως υπηρέτης από αυτόν τον κόσμο. Διετέλεσε πρόεδρος των εργαζομένων στο ΚΑΠΗ Πρεβέζης, με συντριπτική πλειοψηφία κατά την εκλογή του, σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις. Υπήρξε λαοφιλής.

Η ημέρα της ταφής του δεν υπήρξε θλιβερή, δεν ήταν ημέρα θρήνου. Ο Τάκης έφυγε στα ογδόντα εννιά του χρόνια υμνώντας τη ζωή, αφήνοντας το αποτύπωμά του στην αιωνιότητα, αφού ο ίδιος έζησε επί της ουσίας και με πάθος, και δεν ξέπεσε ποτέ ούτε σε θεό, ούτε σε ένα μεταθανάτιο -εν ζωή- παραλήρημα. Θνητός θεός ο Τάκης, ερωτικός, κούρος που πάτησε γερά στη γη, όπως και ο αδερφός του ο Ηλίας, δίδυμος θεός του δωδεκάθεου, ένας Πρεβεζάνος Ερμής. Στην αρχαιότητα στο ιερό του Απόλλωνα -θεού του ήλιου- λατρεύονταν ταυτόχρονα και ο θεός Διόνυσος, οι ιέρειες ήταν μοιρασμένες ανάμεσα στους δίδυμους-συμπληρωματικούς θεούς. Στο μνήμα δίπλα στον Τάκη, πρόωρα χαμένος, με μία φωτογραφία της νιότης του που την αγκάλιαζαν οι ακτίνες του ήλιου, πάνω στο πύρινο άρμα του, με την όψη προφήτη, ο Ηλίας Ταπραντζής. Ο πρωτοπόρος της ελληνικής γυμναστικής. Διετέλεσε προπονητής των εθνικών ομάδων του ΣΕΓΑΣ για πολλά χρόνια, βασικός εκπρόσωπος σε αρκετές Ολυμπιάδες, επιστημονικός συνεργάτης της Ελληνικής Γυμναστικής Ομοσπονδίας και Καθηγητής των ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης. Υπήρξε μέλος της τεχνικής επιτροπής ενόργανης γυμναστικής της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας. Ήταν ο τεχνικός προπονητής που έφερε το πρώτο βαλκανικό μετάλλιο στην Ελλάδα με αθλητή τον Ιορδάνου. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Γυμναστικής Ομοσπονδίας Δημήτρης Δημητρόπουλος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Τα Νέα -στο φύλλο 16ης Ιουνίου 1999- τονίζει πως ο Πρεβεζάνος Ηλίας Ταπραντζής έδωσε πολλά στην ελληνική γυμναστική. Ο Ηλίας ήταν πρώτος και κατά την εισαγωγή του στη γυμναστική Ακαδημία. Αποκλείσθηκε, αν και αριστεύσασας, από το μετεμφυλιακό κράτος λόγω κομμουνιστικών φρονημάτων. Συμπτωματικά, λόγω παρουσίας του αείμνηστου Γρηγόρη Λαμπράκη, και εξαιτίας της πίεσης που άσκησε ο ίδιος στην επιτροπή, ο Ηλίας εισήχθη τελικά στην Ακαδημία. Το μάθημα ανατομίας γινόταν πάνω στο δικό του μυοσκελετικό σύστημα, καθότι Ερμής ο ίδιος στη σωματική του διάπλαση. Φοίτησε στη συνέχεια με υποτροφία στη Στοκχόλμη όπου ειδικεύθηκε στην ενόργανη γυμναστική. Διαβάζουμε στο επίσημο ιστορικό της Ελληνικής Γυμναστικής Ομοσπονδίας ότι η ενόργανη γυμναστική στην Ελλάδα άρχισε να οργανώνεται από το 1976 και μετά. Η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε για πρώτη φορά σε διεθνή οργάνωση εκτός Βαλκανίων το 1978 όπου ο Μ. Ιορδάνου -αθλητής του Η. Ταπραντζή- και ο Μ. Γιαννουλίδης συμμετείχαν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ενόργανης στο Στρασβούργο. Η σταθεροποίηση του αθλήματος στο διεθνές στερέωμα έγινε με τη σημαντική συνεισφορά και διορατικότητα του Ηλία Ταπραντζή. Ο ίδιος απολάμβανε μεγάλης εκτίμησης στον διεθνή χώρο της γυμναστικής. Ήταν στην τριμελή επιτροπή γυμναστικής του ΣΕΓΑΣ που αποφάσισε αν θα έπαιρνε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες ο μελλοντικός Ολυμπιονίκης της χώρας μας Ιωάννης Μελισσανίδης. Οι άλλοι δύο της επιτροπής ήταν ο Γιώργος Γιοβάνης και ο Νίκος Αδαμόπουλος. Το τι επακολούθησε είναι σε όλους μας λίγο πολύ γνωστό. Διακρίσεις και μετάλλια, διεθνής καταξίωση της Ελλάδας. Μελισσανίδης, Ταμπάκος, Μάρας κ.ά. Όταν ο Ηλίας αρρώστησε ζούσε στο σπίτι μας στην Πρέβεζα. Μία μέρα του τηλεφώνησε ο Ιωάννης Μελισσανίδης, ήταν λίγο μετά το χρυσό στην Ολυμπιάδα. Σαν τώρα θυμάμαι τη συνομιλία τους. Τη χρονιά εκείνη έδωσα Πανελλήνιες εξετάσεις. Ανασύρω πληροφορίες από αρκετά αποκόμματα εφημερίδων που έχω στο αρχείο μου, και που έγραψαν για τον Ηλία Ταπραντζή μετά το θάνατό του. Έντυπα όπως Η Αυγή, Τα Νέα, Η Καθημερινή, η εφημερίδα Ήπειρος και πολλά άλλα.

Ο Τάκης και ο Ηλίας Ταπραντζής, τα δύο αγαπημένα αδέλφια, ακολούθησαν ο καθένας το δρόμο του, γράφοντας τη δική του ιστορία. Η οποία είναι μέρος της Ιστορίας του τόπου. Τον Ηλία η Πρέβεζα -των κανταδόρων- δυστυχώς δεν τον τίμησε. Είναι του συρμού να αποφασίζουν οι επιμελητές των λευκωμάτων και του μοντάζ ποια ιστορία θα κρατηθεί και ποια θα πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων, επιδιώκοντας την εύκολη συμφιλίωση με έναν μέσο όρο που αποκεφαλίζει οτιδήποτε προεξέχει. Οι επίσημοι φορείς και οι σύλλογοι πάσχουν από σκοτώματα -μαυρίλες- του οπτικού τους πεδίου. Αρχίζω να πιστεύω πως η νοοτροπία του μετεμφυλιακού κράτους με την ανθρωποφαγία του δεν έχει ακόμα αλλάξει. Βολεύει πολλούς η Πρέβεζα να εξακολουθεί να είναι η πόλη των κανταδόρων, του αμπαλί και του αυτόχειρα Καρυωτάκη. Αυτή η πόλη νοσεί βαριά πνευματικά. Ζει μόνον δια μέσου και εξαιτίας των φωτεινών της εξαιρέσεων και έτσι καταφέρνει και στέκεται όρθια ακόμα. Μία τέτοια φωτεινή εξαίρεση αποτελεί ο σοβαρός και αντικειμενικός ιστορικός μελετητής κύριος Ιωσήφ Ζιώγας. Στο εξαιρετικό βιβλίο του Κάποτε στην Πρέβεζα – Εικόνες Μνήμης και Νοσταλγίας, που γράφτηκε εξ’ ημισείας με τον Ανδρέα Καρζή, αναφέρεται στον Ηλία Ταπραντζή ως έναν από τους κορυφαίους δεκαπέντε αθλητές που ανέδειξε η Πρέβεζα. Στο φωτογραφικό στιγμιότυπο ο Ηλίας είναι σημαιοφόρος -πάντα άριστος υπήρξε άλλωστε- της αθλητικής Ένωσης Πρέβεζας.

Το ζήτημα είναι πως ο Ηλίας και ο Τάκης Ταπραντζής σίγουρα καταγράφονται ως πολίτες μιας «άλλης Πρέβεζας», της αχαρτογράφητης εκείνης πόλης, με μία ανθρωπογεωγραφία που ανοίγεται στα πλατιά πελάγη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Στο πάνθεό της ανήκουν, καθώς εισέρχονται αθόρυβα, και άλλοι πολλοί.

Σε πείσμα των καιρών…