Πριν από λίγους μήνες, εν μέσω πανδημίας και με το lockdown σε ισχύ, η κυβέρνηση της ΝΔ ψήφισε το νομοσχέδιο για την παιδεία. Όπως έχει γίνει σαφές, παρά τις εκκλήσεις της αντιπολίτευσης και των διαφόρων κοινωνικών ομάδων για πάγωμα της νομοθετικής διαδικασίας, η περίοδος της πανδημίας αξιοποιείται ως ευκαιρία από την πλευρά της κυβέρνησης για την ψήφιση νόμων που προκαλούν αντιδράσεις, καθώς ο φόβος ενός πραγματικού υγειονομικού κινδύνου αλλά και τα περιοριστικά μέτρα, επιτρέπουν την στοχοποίηση των διαδηλώσεων και των διαμαρτυριών, και διευρύνουν τις κατασταλτικές δυνατότητες. Παρ’όλα αυτά το νομοσχέδιο Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη δεν κατάφερε να ψηφιστεί «αναίμακτα» καθώς οι διατάξεις του έφερναν απέναντι σύσσωμο τον κόσμο της εκπαίδευσης, που γέμισε τους δρόμους και αποδόμησε το νομοσχέδιο μέσα από δεκάδες κείμενα και εκδηλώσεις στο διαδίκτυο.
Το πνεύμα του νομοσχεδίου, πιστό στις νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις της κυβέρνησης, φέρνει αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, αυξάνοντας τον αυταρχισμό, την εντατικοποίηση και τους αποκλεισμούς. Για το κομμάτι του αυταρχισμού, από την ίδρυση των ΟΠΠΙ στα Πανεπιστήμια, μέχρι την επιβολή πειθαρχικών ποινών, έχει χυθεί πολύ μελάνι και έχουν δοθεί πολλές μάχες. Το κομμάτι του νομοσχεδίου που παραμένει κάπως υποτιμημένο, έχει να κάνει με τον αποκλεισμό χιλιάδων υποψηφίων από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, που έρχεται ως αποτέλεσμα της μείωσης των εισακτέων και της εφαρμογής στοχευμένων μέτρων όπως η εισαγωγή της ΕΒΕ (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής).
Την ώρα που το Υπουργείο Παιδείας υπερασπίζεται μέτρα σαν την ΕΒΕ, με πρόσχημα την αριστεία και την αναβάθμιση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, όσοι έχουν γνώση του εκπαιδευτικού τοπίου και της κοινωνικής πραγματικότητας, μπορούν να διακρίνουν ακριβώς περί τίνος πρόκειται. Σε μια φτωχοποιημένη κοινωνία, που μετά από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης έρχεται αντιμέτωπη με μία πανδημία και με νέα οικονομικά πλήγματα, και τη στιγμή που η δημόσια παιδεία υποτιμάται συστηματικά επί δεκαετίες διαμορφώνοντας για τους μαθητές ένα πλαίσιο πλήρης εξάρτησης από τα φροντιστήρια, αυτοί που θα ζημιωθούν από τους φραγμούς του νομοσχεδίου, δεν είναι οι «αδιάβαστοι» αλλά οι αδύναμοι. Οι φραγμοί που θέτει το νομοσχέδιο δεν είναι άριστοι, είναι ταξικοί. Και έρχονται να συντρίψουν όνειρα, να εξυπηρετήσουν την παραπαιδεία, να προσφέρουν πελατεία στα κολλέγια, και να στείλουν το μήνυμα πως η μόρφωση είναι για λίγους, και μάλιστα για τους έχοντες.
Όσον αφορά την ποιοτική αναβάθμιση των πανεπιστημίων, που υποτίθεται πως έρχεται με τη μείωση των εισακτέων, το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε στην πραγματικότητα είναι η μείωση των αποφοίτων, η μείωση των μελλοντικών ερευνητών που καμαρώνουμε όταν διαπρέπουν, και το κλείσιμο τμημάτων που σε συνδυασμό με τις συγχωνεύσεις πρόκειται να υποτιμήσει κι άλλο την εκπαίδευση και την επιστημονική δραστηριότητα στη χώρα μας. Το νομοσχέδιο είναι συνεπές προς την συνολική διακυβέρνηση. Εξυπηρετεί τους λίγους, και θέτει κι άλλο βάρος στην πλάτη των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων.
Η αναβάθμιση των πανεπιστημίων μπορεί να γίνει πολύ εύκολα. Αρκεί μία γερή χρηματοδότηση, αντί της μειωμένης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, και η στήριξη των υποδομών, του προσωπικού και των φοιτητών. Όμως τα χρήματα δεν είναι άπειρα, είτε στην εκπαίδευση θα πάνε είτε στην καταστολή. Και αυτή η κυβέρνηση, έχει προτεραιότητες.