Η Άρτα δεν έχει θάλασσα, υπήρχαν Αρτινοί που έπρεπε να φτάσουν στα 15 χρόνια να δούνε για πρώτη το γαλάζιο της. Παλαιότερα η Κόπρενα είτε με τα λίγα φορτηγά, είτε με τα κάρα που μετέφεραν τα προϊόντα που έρχονταν με τα λίγα καράβια που έπιαναν στο μικρό λιμάνι της. Το Μενίδι ήταν πιο κοντά από κανονικό δρόμο μετά το 1945, αλλά αυτοκίνητα ελάχιστα ή καθόλου, ήταν ο Σφαλτός που πήγαινε κάθε μέρα και το καλοκαίρι 2-3 φορές και κατά το πλείστον έπαιρνε μερικούς νέους, ζωηρούς να πάνε για ένα μπάνιο. Το Μενίδι δεν ήταν χωριό, ψαροχώρι ήταν της Λαγκάδας και είχαν φτιάξει τους λεγόμενους «πυρήνες» να κατοικούν οι λίγοι ψαράδες, δύο δωμάτια και τίποτα άλλο, μερικοί μετά το 1955 νοικιάζανε το ένα δωμάτιο. Το λιμάνι του ήταν ένα ξύλινο μακρινάρι εκεί που είναι και σήμερα προς τα μέσα.
Τα Αρτινόπουλα είχαν τον Άραχθο κι εκεί έκαναν τα καλοκαίρια την πρώτη βούτα τους οι περισσότεροι, με όλους τους κινδύνους που είχε το ποτάμι και το κυνηγητό από τους πατεράδες. Πολλά καλοκαίρια είχανε και τους πνιγμούς νέων παιδιών που ταράζανε την κοινωνία. Υπήρχαν 5-6 σημεία στο ποτάμι που για χρόνια ήταν σταθερά όπου έκαναν μπάνιο τα παιδιά και εκεί βασικά μάθαιναν να κολυμπούν. Από κάτω προς τα πάνω τέτοια σημεία ήταν η Σκαλοπούλα, το παλιό Γεφύρι για βούτες, ο Μακρυπόταμος, τα Τσιμέντα, το Κοντρί πίσω από το Κάστρο, στη Γούρνα σε πολλά σημεία. Στη Σκαλοπούλα στένευε πολύ το ποτάμι και όλοι κινδύνευαν να τους πάρει το ποτάμι, στη μεγάλη καμάρα της γέφυρας λίγοι έπεφταν από εκεί, όπως ο Γιώργος Πεταλάς. Στο Μακρυπόταμο πήγαιναν πολλά παιδιά αλλά είχε πολύ γλίνα, κολλούσες αν δεν πρόσεχες. Στο κοντρί και βαθιά και ρηχά. Στα σημεία της Γούρνας είχε πολλές μεριές για μπάνια και ρηχά, γιατί άπλωνε το νερό, αλλά είχε και γούρνες με γλίνα.
Το 1958-59 άρχισε το ΚΤΕΛ να βάζει λεωφορεία τις Κυριακές για Μενίδι, για μπάνιο, εκεί είδαν για πρώτη φορά θάλασσα πολλά παιδιά, αλλά και μεγάλοι. Το εισιτήριο είχε 3,5 δραχμές και το μισό 2. Ο δρόμος κατέβαινε στην πρώτη στροφή και περνούσε το μόλο που ήταν ξύλινος και έφτανε μέχρι το ράμα. Εκεί πήγαιναν για μπάνιο όλοι, μπροστά στο χωριό κανένας, δεν ήταν καθόλου καθαρό τότε. Τον Ιούλιο τις Κυριακές είχε συνεχώς λεωφορεία, κάθε 10 λεπτά, ολόκληρες οικογένειες να πηγαίνουν ομαδικά. Δέντρα πουθενά για λίγο ίσκιο, ομπρέλες τότε ούτε για δείγμα, κανένα πανί ή πετσέτα. Τα μαγιώ οι γυναίκες υφασμάτινα, οι άνδρες με το βρακί που φορούσαν μαύρο ή μπλε, πολλές ηλικιωμένες γυναίκες με το κομπινεζόν. Όλοι κάτι είχαν για λίγο φαγητό, αυγά, κεφτέδες, λίγο τυρί, ο Παντιώρας είχε μαγαζί τότε, τα άλλα αργότερα γίνανε. Τα επίθετα που κυριαρχούσαν στο Μενίδι ήταν Μυριούνης, Παντιώρας Θεοδώρου κι άλλοι. Λίγο νερό σε κάποιο παγούρι ο καθένας ή οικογένειες μία νταμιτζάνα. Δεν κουβεντιάζουμε για βρύση για ξέπλυμα, νερό από τη θάλασσα μόνο για τα πόδια, τα μεγάλα παιδιά που ξέρανε μπάνιο καλά, όλα στο μόλο να συναγωνίζονται για την καλύτερη βούτα, αν υπήρχε και κάνα καραβάκι ακόμα καλύτερα. Πολλοί είχαν και σαμπρέλες από λάστιχα αυτοκινήτων, δεν υπήρχαν σωσίβια. Σκληρούς ελέγχους στα λεωφορεία από τους ελεγκτές για τους τζαμπατζήδες, υπήρχαν τότε, ένα παιδάκι κάποτε το κατέβασαν στην Λιμήνη γιατί δεν είχε εισιτήριο. Πολλά παιδιά είχαν και την λύση του ποδηλάτου και πάντοτε με δεύτερον πίσω ή μερικοί φορτηγατζήδες 50 άτομα στην καρότσα με 2 δραχμές εισιτήριο. Μετά το 1970 άρχισαν να αγοράζουν οι Αρτινοί οικόπεδα και να κτίζουν σπίτια, σήμερα μια μεγάλη κωμόπολη.
Η Σαλαώρα πάντοτε υπήρχε και είχε και μικρό λιμάνι, όπως είναι σήμερα σχεδόν, αλλά κανείς Αρτινός δεν πήγαινε εκεί, λεωφορείο τίποτα, τα παιδιά του κάμπου πήγαιναν με ποδήλατο, δυο, δυο, εξάλλου κάτω από Κωστακιούς δεν υπήρχε άσφαλτος, το 1968 έγινε. Τις Κυριακές κάποιο κάρο με 10-15 πάνω παιδούρια, έφταναν μέχρι εκεί. Η Κορωνησία τότε υπάγονταν στην Πρέβεζα, δρόμος δεν υπήρχε, μόνο το καλοκαίρι υπήρχε σχεδόν μονοπάτι και οι βάρκες με Σαλαώρα και Πρέβεζα. Ο δρόμος ξεκίνησε να γίνεται αργά το 1967 από τη ΜΟΜΑ από το λιμάνι. Οι πρώτοι που πήγαν ως επισκέπτες από την Άρτα στην Κορωνησία και μπήκαν στην θάλασσα ήταν οι Πρόσκοποι Άρτας με επικεφαλής τον Ράκια Μανώπουλο, το 1959, με το ντόιτς του Δήμου μέχρι Σαλαώρα και από εκεί με τα πόδια ή με την «μηχανή», εφόδια από την πόλη ή την Πρέβεζα.
Με την Πρέβεζα πάντοτε υπήρχε συγκοινωνία, δρόμος ο παλιός όπου είναι και σήμερα. Για μπάνιο τα καλοκαίρια κανένας. Τυχερά ήταν τα παιδιά από την πόλη που πήγαιναν στις κατασκηνώσεις για 15 μέρες. Τα παιδιά ήταν από 7-15 χρονών και υπήρχα δύο τρόποι, της Πρόνοιας, τα πολύ φτωχά παιδιά και άλλα με το ΙΚΑ και τα σχολεία. Με την πρόνοια πήγαιναν στον Παντοκράτορα σε σκηνές των 24 κρεβατιών, αργότερα των 7. Πολλές φορές πολλά παιδιά στην θέση άλλου και για 15 μέρες άλλαζαν όνομα. Τα άλλα παιδιά πήγαιναν στους Αγίους Αποστόλους, ήταν καλύτερα υπήρχαν κτίρια. Το μπάνιο γίνονταν στην Κυανή Ακτή και πάντοτε φύλακες και εκπαιδευτές δάσκαλοι και καθηγητές. Στη θάλασσα στα 10 μέτρα και να ουρλιάζουν μην πάει κανείς στα βαθιά, κάθε πρωί μπάνιο και μερικά απογεύματα. Κάποια απογεύματα εκδρομή προς τις φυλακές και μαζέβανε τα παιδιά κοχύλια, εκεί πολλές φορές τα παιδιά από την Άρτα και Γιάννενα βλέπανε την αγριάδα της θάλασσας και των κυμάτων. Οι πρώτοι Αρτινοί που έκαναν εμφάνιση στην Πρέβεζα πήγαν στον Μύτικα, οι περισσότεροι ήταν «έχοντες» και οι περισσότεροι έκτισαν μεγάλα και καλά σπίτια. Αργότερα ακολούθησε το Κανάλι όπου ομάδες των 8-10 ατόμων αγοράζανε χωράφια άνω των 4 στρεμμάτων και οι πρώτες κατασκευές ήταν «τσαρδάκια».
Τώρα μας πηγαίνουν τα αμάξια όπου θέλουμε και όλοι βλέπουμε θάλασσα προτού περπατήσουμε.