in ,

Ταξίδι στον Χρόνο: Οι κομπανίες, οι κλαριντζήδες, τα βιολιά | του Δημήτρη Χρ. Μπανιά

Στάθης Ζάχος με το βιολί του στα Τζουμέρκα
editor_image

Συνταξιούχου Οικονομολόγου


Ατελείωτα έχουν γραφεί για τα δημοτικά μας τραγούδια, πότε άρχισαν, πως εξελίχθηκαν, που έφθασαν, ποιες γενιές τα αγάπησαν, τα ανέπτυξαν, πως πήγαν από περιοχή σε περιοχή, πρωτεργάτες πάντοτε βέβαια οι οργανοπαίχτες, οι κομπανίες, που ήταν σ΄ όλη την χώρα. Εμείς στην δυτική Ελλάδα και στην Ήπειρο ήταν αρκετά ανεπτυγμένη πάντα. Όλοι οι οργανοπαίχτες στηριζόταν στο δημοτικό τραγούδι και πάνω σε αυτό και εκεί έγραψαν την μουσική με κυρίαρχο όργανο το κλαρίνο. Αν και το κλαρίνο εμφανίστηκε στην στις πρώτες δεκαετίες του 19 αιώνα μέσω μάλλον των τουρκικών στρατιωτικών μουσικών συγκροτημάτων, αλλά και κάποιων Ευρωπαίων μουσικών ακόμα και μέσω των ανά τα Βαλκάνια περιπλανώμενων γύφτων γύρω στα 1835. Πρωτοεμφανίζεται στη βόρεια Ελλάδα, την Ήπειρο και τη δυτική Μακεδονία, απ’ όπου και προχωρεί προς τα κάτω. Μαζί, αρχικά με το βιολί και το λαούτο και αργότερα και με το σαντούρι, αποτελούν την κομπανία, το κατεξοχήν λαϊκό μουσικό σχήμα πού αντικαθιστά σιγά-σιγά την πατροπαράδοτη ζυγιά νταούλι-ζουρνά. Τα δημοτικά τραγούδια που έπαιζαν οι κομπανίες και είχαν καλά εκπαιδευτεί ήταν πολλών ειδών, όπως ιστορικά, κλέφτικα, εορταστικά, ερωτικά, μοιρολόγια, επαγγελματικά, σατιρικά, θρησκευτικά, γαμήλια, κ.λ.π.

Μεγάλη ανάπτυξη το δημοτικό τραγούδι άρχισε όταν εμφανίστηκα τα πρώτα γραμμόφωνα στην χώρα μας, ήταν επανάσταση, άκουγαν τραγούδια από το χωνί. Τα πρώτα γραμμόφωνα που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα γύρω στο 1904 και ήταν μεγάλα, με χωνί και κουρδιστοί. Αποτελούσαν σπάνιο είδος και έκαναν τρομερή εντύπωση στον κόσμο που μαζευόταν να δει το θαύμα του Έντισον. Από τους πρώτους που έγραψε σε δίσκους των 78 στροφών δημοτικά τραγούδια ήταν ο μεγάλος Παπασιδέρης από την Σαλαμίνα, που πρώτα τα τραγούδησε στα Αρβανίτικα και μετά στα Ελληνικά, που τα περισσότερα που έγραψε ήταν από όλη την Ελλάδα. Έσωσε όλα τα παλιά τσάμικα και συρτά, ήταν σε θέση να παίζει τρεις μέρες. Τον είχαν όλοι οι καλλιτέχνες υπόδειγμα και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν. Ο αριθμός είναι πολύ μεγάλος, μερικά είναι «Εξήντα Κλέφτες είμαστε», «Πάρε Μαριώτη ρόκα σου», «Γρίβα μ’ σε θέλει ο βασιλιάς», «Μαράθηκε η κιτρολεμονιά», «Σε ωραίο περιβόλι», «Μπροστά χορεύει ο Αυγερινός», «Στης ματζουράνας τον ανθό», «Σαράντα παληκάρια» κ.λπ.

Στην Ήπειρο από τον 19ο αιώνα είχαν αρκετές οι κομπανίες δημοτικών τραγουδιών, αλλά μόνο ως ονόματα είναι καταγραμμένα στα Γιάννενα και μετά το 1820 βρίσκουμε τα επίθετα Χαλκιάς, αργότερα το Καψάλης, Μέτσιος, από την Άρτα το πρώτο επίθετο που υπήρχε είναι το Ζούμπας και στην Πρέβεζα Αραπάκης. Μετά το 1940 στο Νομό Άρτας ήταν κάπου 10 οικογένειες που οι περισσότεροι ήταν «καλλιτέχνες», όπως ο Βασίλης Σούκας κλαρίνο, ο Φώτης Σούκας βιολί ο Ηλίας Σούκας βιολί, ο Κων/νος Σούκας κιθάρα και ο Χρήστος Σούκας γιος του Φώτη σαντούρι, ακορντεόν και αρμόνιο, από το Κομπότι. Ο Βασίλης για πάρα πολλά χρόνια ήταν περιζήτητος όχι μόνο στην Άρτα, αλλά και σ’ όλη την δυτική Ελλάδα. Αργότερα πήγε στην Αθήνα και έπαιξε εκατοντάδες τραγούδια, όπως «Κάτσε γέροντα στην άκρη, «Τί καπετάνιος είσ’ εσύ», «Παπούτσια απ’ τον τόπο σου», «Κάτω στου βάλτου τα χωριά» κ.λπ. Δεν ήταν καθόλου να κλείσεις την κομπανία του Σούκα να έρθει στο πανηγύρι του χωριού, ήθελε εγγυήσεις. Συγγενείς των Σουκέων ήταν οι οικογένειες των Στεργίου από Σελλάδες. Η πρώτη του Βασίλη Στεργίου του λεγόμενου «τσίλια», μεγάλη οικογένεια κι εδώ, δίπλα του ο Θανάσης Στεργίου, ακορντεόν, ο Χριστόδουλος Στεργίου, σαντούρι κι ο Λευτέρης Στεργίου, τραγούδι- κιθάρα. Η άλλη οικογένεια των Στεργίου κι αυτή από τις Σελλάδες αλλά έμεινε στην Άρτα του Γιάννη Στεργίου, μεγάλος κλαριντζής, όπως και το μεγάλο παιδί του ο Γιώργος κλαριντζής, ο Πάνος ακορντεόν, ο Θωμάς ντέφι και ο μικρός Νίκος κιθάρα. Οι τρεις οικογένειες αυτές ήταν περιζήτητες για τα πανηγύρια στον Νομό μας. Άλλη μία οικογένεια ήταν από την Άγναντα οι Ζαχάοι, που είχαν πάει εκεί από τα Γιάννενα περίπου το 1830, είχαν σχεδόν μονοπώλιο τα πανηγύρια στα δυτικά Τζουμέρκα. Μεγάλος βιολιτζής, πραγματικός καλλιτέχνης ο Στάθης Ζάχος, έβγαζε πέρα πανηγύρι χωρίς κλαρίνο. Άλλοι ήταν οι Σαγάνηδες, από την Δαφνωτή, ο Βασίλης, ο Βαγγέλης κλαρίνο, ο Γιώργος, ο Κώστας κιθάρα. Οι Φωτίου ή Φώτη από Κάτω Αθαμάνιο με μεγάλο τραγουδιστή τον Χρήστο.

Ο μεγάλος Βασίλης Σούκας

Υπήρξαν κι άλλοι οι περισσότεροι σκορπισμένοι από όλο τον Νομό. Από τα Θεοδώριανα, ο Βεντίστας Χρήστος, ο Σερδενές Αντώνης κι ο Σκουτέλας Γιώργος. Ο Μαργώνης κι ο Γεροδήμος Πράμαντα, οι Μπεσίρης και η οικογένεια Μπακαγιάννη από Καλλαρύτες. Ο Γεωργίου Θόδωρος από Ναζαίους, Ο Τζιόκας Λουκάς κλαρίνο, ο Βασίλης Τζιόκας. Ο Χρήστος Λύτρας κι ο Γιάννος Παντελής από Βουργαρέλι. Ο Μπασιαδήμας Κώστας από Καταρράκτη. Ο Γαϊτάνης από Τετράκωμο, Ο Σαρλής Κώστας κι Γιώργος από Παλαιοκάτουνο. Ο Παππάς ο Γιώργος από Πολίτσιανα. Η οικογένεια Ζούμπα, ο Χρήστος, ο Τάσος, ο Σταύρος κι ο Γιάννης που φύγανε γρήγορα για Αθήνα. Ήταν κι άλλοι πολλοί όπως ο Μαρόκος. Στην Άρτα, στον κάμπο ερχόταν αρκετές κομπανίες από Ξηρόμερο, όπως ο μεγάλος Καρναβάς ή οι Βασιλόπουλοι, η Αιτωλοακαρνανία είχε και συλλόγους οργανοπαιχτών.

Να μην ξεχνάμε το καφενείο Τόδουλο επί της Σκουφά που καθημερινά όλους τους οργανοπαίχτες τους εύρισκες εκεί. Επίσης όλοι είχαν το ξενοδοχείο Ζέρβα στον Παντοκράτορα ως στέκι. Επίσης οι τραγουδίστριες άργησαν πολύ να ανέβουν στο πατάρι, σε ένα χωριό δεν την αφήσανε καθόλου να τραγουδήσει.