Η Περιφέρεια Ηπείρου έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια ως τουριστικός προορισμός, για όλο το χρόνο και σίγουρα παρά τη δύσκολη περυσινή χρονιά του 2020, ελπίζει να βρεθεί στο προσκήνιο της προτίμησης των επισκεπτών για τη φετινή περίοδο που άρχισε τυπικά από τις 15 Μαΐου. Στο παραπάνω συμπέρασμα συνηγορεί και η πρόσφατη πρωτιά της Ηπείρου, στην κατηγορία ικανοποίησης τουριστών σύμφωνα με πρόσφατα στατιστικά στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ. Μάλιστα βρίσκεται πάνω από παραδοσιακούς τουριστικούς προορισμούς της χώρας όπως είναι οι Κυκλάδες και η Κρήτη. Η Ήπειρος κρατά την πρωτιά τους περισσότερους μήνες από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Αύγουστο, με τη μέση βαθμολογία να φτάνει στο 89,9%. Τον Αύγουστο η βαθμολογία άγγιξε το 90,8. Η Ήπειρος επίσης έχει την υψηλότερη βαθμολογία στην κατηγορία της τοποθεσίας. Αντίθετα ωστόσο παίρνει τη μικρότερη βαθμολογία στην καθαριότητα.
Σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων μεταξύ 2017 και 2019 τα ποσοστά μεταβολής σε τρεις βασικούς δείκτες που είναι οι επισκέψεις, οι τουριστικές εισπράξεις και η μέση δαπάνη ανά επίσκεψη στην Ελλάδα, ειδικότερα για την περιφέρεια ηπείρου διαμορφώθηκαν ως εξής : Επισκέψεις: +45%, από 713 χιλιάδες σε 1 εκατομμύριο επισκέπτες. Εισπράξεις: +21%, από 216 εκατομμύρια ευρώ σε 261 εκατομμύρια Ευρώ. Μέση δαπάνη: -17% από 303 ευρώ σε 253 ευρώ.
Από τους παραπάνω δείκτες διαπιστώνεται η σημαντική αύξηση των επισκεπτών , στην οποία καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι οδικοί άξονες, με συνέπεια την αύξηση των εισπράξεων, παρά την μείωση της μέσης δαπάνης κατά 17%.
Το 2021, πρέπει να αποτυπωθεί ως το εναρκτήριο έτος μίας συλλογικής προσπάθειας για την ανάκαμψη και την περαιτέρω αναβάθμιση και εμβάθυνση του ελληνικού τουρισμού. Παράλληλα, όμως, πρέπει να τεθεί ως βασικός στόχος η διατήρηση και η περαιτέρω βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του τουριστικού τομέα, μέσα από τον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός συνεπούς, συγκροτημένου και αποτελεσματικού μεσο-μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδίου με βάση τα επιτεύγματα των τελευταίων ετών, τα νέα δεδομένα και τις απαραίτητες συνεργασίες και συνέργειες. Η αξιοποίηση των εκθέσεων και της πρόσφατης μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ για τις αναγκαίες επενδύσεις σε δημόσιες υποδομές για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα, μπορούν να διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο σε αυτή την προσπάθεια. Ο ελληνικός τουρισμός και ειδικότερα ο τουρισμός της Ηπείρου, την περίοδο μετά την πανδημία, είναι αναγκαίο όχι μόνο να διατηρήσει αλλά να βελτιώσει το υψηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας που ήδη κατέχει μέσα από την προφορά μιας απρόσκοπτης, βιώσιμης και υψηλού επιπέδου εμπειρίας σε ολόκληρο το φάσμα και το “οικοσύστημα” της τουριστικής αλυσίδας και αξίας.
Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, απαιτείται ένα σύνολο δράσεων όπου, μεταξύ άλλων, η ενίσχυση των υποδομών και μάλιστα προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητας θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο. Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, απαιτούνται κυρίως, δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές που στοχεύουν σε ενίσχυση της συνδεσιμότητας, της εμπειρίας πρόσβασης και μετακίνησης, τη λειτουργία συνολικά του προορισμού, την προσέλκυση νέων επισκεπτών, τη βελτίωση της τουριστικής εμπειρίας γενικά, τη δημιουργία νέων εμπειριών, την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και έργα με μεγάλη και πολλαπλασιαστική επίδραση.