in

Το κόκκινο σακίδιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου και το πολιτικό του ημερολόγιο [του Άρη Ραβανού]


Μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση στέλνει, εν μέσω της προσυνεδριακής διαδικασίας στο ΣΥΡΙΖΑ –Προοδευτική Συμμαχία, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος με το βιβλίο του «Στο κόκκινο σακίδιο -Πολιτικό ημερολόγιο και άλλα κείμενα» (εκδόσεις Πόλις) που βρίσκεται εδώ και λίγα 24ωρα στις προθήκες των βιβλιοπωλείων.

Ο συμπατριώτης μας, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και πρώην υπουργός Οικονομικών, στο βιβλίο του, το οποίο προλογίζει η συγγραφέας Μάρω Δούκα με κείμενο, υπό τον τίτλο: «Ο άνθρωπος που υποστήριξε το κόκκινο σακίδιό του», συμπεριλαμβάνει τα πολιτικά ημερολόγιά του για δυο περιόδους:2019-2021 και 2012-2013 και έχει μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εισαγωγή, όπου δίνει το πολιτικό του στίγμα.

Ο Ευ. Τσακαλώτος δεν αναφέρεται στην περίοδο ως υπουργός Οικονομικών, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου του αποτελείται από πολιτικά ημερολόγια που δημοσιεύτηκαν (tvxs) την περίοδο μετά την ήττα στις εκλογές του Ιουλίου 2019 και μέχρι τον Ιούλιο του 2021 και παραπέμπει στο απολογιστικό κείμενο των Γιάννη Δραγασάκη, Θοδωρή Δρίτσα και Αριστείδη Μπαλτά.

Όμως έχει σημασία η υποστήριξη, μετά από τόσα χρόνια, του δημοψηφίσματος του 2015. Γράφει σχετικά ο Ευ. Τσακαλώτος: «Παρά τις επικρίσεις ότι ‘’κάναμε το όχι ναι’’, εξακολουθώ να πιστεύω ότι το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015 ήταν κάτι παραπάνω από μια απίστευτη απόδειξη της ικανότητας των ανθρώπων να αμφισβητούν το status quo. Και αυτό επειδή οδήγησε σε έναν ‘’συμβιβασμό’’, ο οποίος ήταν σημαντικά βελτιωμένος σε σχέση με το τελεσίγραφο του Γιούνκερ που απορρίφθηκε». Προηγουμένως όμως με δόση αυτοκριτικής υπογραμμίζει για την έλλειψη πληροφόρησης για τους συσχετισμούς στην Ε.Ε. «Εκείνη την εποχή, πολλοί από εμάς στον ΣΥΡΙΖΑ κάναμε λάθος εκτιμήσεις (εν μέρει επειδή η Αριστερά ήταν πάντα αποκλεισμένη από τα συστήματα εξουσίας και πληροφόρησης) όσον αφορά τόσο τον συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη –και ιδίως την απόλυτη προτεραιότητα να αποτραπεί το ενδεχόμενο η Ελλάδα να γίνει παράδειγμα για όποιον θα σκεφτόταν καν να αμφισβητήσει την πολιτική λιτότητας –όσο και την προθυμία πολιτικών, όπως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, να προωθήσουν και να αξιοποιήσουν για τους δικούς τους σκοπούς το Grexit. Όλα αυτά σαφώς αποδυνάμωναν τη διαπραγματευτική μας ισχύ».

O πρώην υπουργός Οικονομικών γράφει για το τι πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα. Αξιοσημείωτο είναι η εξής αναφορά του: «Συχνά λέγεται ότι οι άνθρωποι ψηφίζουν σύμφωνα με το πορτοφόλι τους. Ωστόσο, ο τρόπος που βλέπουν την πραγματικότητα, ποιον κατηγορούν όταν τα πράγματα πάνε στραβά, ποιος αισθάνονται ότι έχει περισσότερα να τους πει σε σχέση με τις προοπτικές τους, όλα αυτά απαιτούν μια απάντηση που υπερβαίνει κατά πολύ την οικονομική σφαίρα. Για την Αριστερά, αυτό σημαίνει διάφορα πράγματα. Το πρώτο, και ίσως το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι ότι χρειαζόμαστε κάποιο αφήγημα για ένα ρεαλιστικό μέλλον. Η εναλλακτική οικονομική και πολιτική πρόταση δεν θα πείσει κανέναν εάν οι άνθρωποι δεν πιστεύουν στην πιθανότητα ριζικής αλλαγής, εάν θεωρούν ότι η ισορροπία δυνάμεων –εντός της Ε.Ε και της Ελλάδας-είναι τέτοια που θα εκτροχιάσει οποιαδήποτε κίνηση προς μια πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση».

Το εξίσου ενδιαφέρον είναι πως βλέπει το κόμμα από εδώ και πέρα και σημειώνει:«΄Ένα δεύτερο ζήτημα, που προκύπτει από το πρώτο, είναι ο σημαντικός ρόλος ενός αριστερού κόμματος, και ιδιαίτερα ο παιδαγωγικός ρόλος που πρέπει να παίζει. Μια εναλλακτική λύση δεν μπορεί ποτέ να οικοδομηθεί στη βάση ενός συνασπισμού δυσαρεστημένων. Αντίθετα, η προτεινόμενη εναλλακτική λύση οφείλει να αναδεικνύει προτεραιότητες που μπορεί μεν να εξελίσσονται και να επεκτείνονται με την πάροδο του χρόνου, είναι όμως από τώρα απαραίτητες για να αρχίσουν οι άνθρωποι να σκέφτονται διαφορετικά απ’ ό,τι στο παρελθόν».

Η εμπλοκή με την πολιτική και η Πρέβεζα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η εισαγωγή του Ευκλείδη Τσακαλώτου, όπου σε ένα σημείο αναφέρει πως ενεπλάκη με την πολιτική και γράφει: «Η πιο άμεση δραστηριοποίησή μου ξεκίνησε με την πρόσκληση να είμαι υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Πρέβεζα στις εθνικές εκλογές του 2004 (και στη συνέχεια ξανά το 2007). Είναι δύσκολο να αποτυπώσω σήμερα τον ενθουσιασμό εκείνης της εκστρατείας, αλλά ήταν μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα πήγε τόσο καλά στις εκλογές, και στη συνέχεια φάνηκε να καταρρέει προτού καλά-καλά ξεκινήσει, λίγους μήνες αργότερα, στις ευρωεκλογές, ήμουν αποφασισμένος να συμβάλλω στη διεύρυνση του πειράματος. Έτσι προσχώρησα στον Συνασπισμό (στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο με θεωρούσαν ήδη εκπρόσωπο του Συνασπισμού, χωρίς να είμαι καν μέλος!) και συμμετείχα στο συνέδριο, στο τέλος του έτους. Εκεί εκλέχθηκα στην Κεντρική Επιτροπή με το ψηφοδέλτιο του Κοκκινοπράσινου Δικτύου».