in

Το Στίγμα: Ήλθαν, είδαν και απήλθαν και χωρίς ουσιαστικές απαντήσεις

editor_image

 Του Άρη Ραβανού


Τις προηγούμενες ημέρες είχαμε στην περιοχή της Ηπείρου, δυο επισκέψεις υπουργών, της Νίκης Κεραμέως (Παιδείας) και της Μίνας Γκάγκα (αναπληρώτριας Υγείας), οι οποίες όμως επί της ουσίας δεν έφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Και όπως λέει και ο λαός, ήλθαν είδαν και απήλθαν. Η Ν. Κεραμέως και η Μίνα Γκάγκα δεν κόμισαν τίποτα καινούργιο στις επισκέψεις τους και τα προβλήματα στους χώρους ευθύνης τους υπάρχουν.

Η υπουργός Παιδείας μπορεί να επισκέφθηκε τα Ιωάννινα για την Σύνοδο των Πρυτάνεων, αλλά τα προβλήματα σε Αρτα και Πρέβεζα με τις πανεπιστημιακές σχολές και τα τμήματα παραμένουν και λύσεις δεν δόθηκαν, ούτε και κανείς περίμενε ότι θα δίνονταν στην παρούσα φάση. Και το ενδιαφέρον είναι ότι η υπουργός δεν έχει επισκεφθεί τις δυο μικρότερες πόλεις των Ιωαννίνων για να διαπιστώσει δια ζώσης το πρόβλημα που υπάρχει και να μιλήσει με τους αυτοδιοικητικούς και όχι μόνο.

Στα νοσοκομεία κυρίως της Άρτας και της Πρέβεζας που επισκέφθηκε η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα, στα Γιάννενα χρειάζονται ενισχύσεις, ενώ για το Φιλιατών ούτε συζήτηση δεν έγινε.

Παράλληλα, προ ημερών ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και βουλευτής Αρτας της ΝΔ, Γιώργος Στύλιος είχε συζήτηση-ενημέρωση στη νομαρχιακή επιτροπή του κυβερνώντος κόμματος στην ηπειρωτική πόλη. Επί της ουσίας όμως λύσεις δεν διαφάνηκαν, παρά τα όσα είπε, για να βελτιωθεί το εισόδημα όσων απασχολούνται στον πρωτογενή τομέα.

Είναι σαφές ότι η ελληνική περιφέρεια δεν αντιμετωπίζεται με τα ίδια κριτήρια από την κεντρική διοίκηση. Ειδικά η Ήπειρος αξίζει πολλά περισσότερα, καθώς ήδη βλέπουμε ότι γίνεται πόλος έλξης τουριστών, επιχειρηματιών για να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή.

Αυτό που χρειάζεται από το κεντρικό Κράτος είναι να υπάρξει η κατάλληλη μέριμνα και να ενισχυθεί όχι μόνο η τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά να γίνουν οι αναγκαίες παρεμβάσεις για να βελτιωθεί η κατάσταση στα νοσοκομεία της Αρτας, της Πρέβεζας και των Φιλιατών. Τα νοσοκομεία των Ιωαννίνων που κάνουν εξαιρετική δουλειά δεν μπορούν να σηκώσουν άλλο βάρος και πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις στα άλλα νοσοκομεία που αυτή τη στιγμή «επιβιώνουν» χάρη στον πατριωτισμό των εργαζομένων και του ιατρικού και παραϊατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.

Επίσης, δεν μπορεί να κλείσουν ή να αποδυναμωθούν σχολές πανεπιστημιακές και εδώ πρέπει να γίνει αναθεώρηση πολλών. Δεν νοείται να συγκεντρωθούν όλα στα Ιωάννινα, όπως επίσης και οι εκτός της πρωτεύουσας της Ηπείρου δεν θα πρέπει να βλέπουν «φαντάσματα» αλλά να εργαστούν ο καθένας για το καλό της περιοχής του.

Παρεμβάσεις αναγκαίες να γίνουν σε πολλά πεδία. Η τουριστική θερινή περίοδος άνοιξε σιγά – σιγά και η Ήπειρος έχει την ευκαιρία της, αρκεί να υπάρξει η κατάλληλη μέριμνα από την Αθήνα. Διότι και με τις δυο αυτές επισκέψεις αλλά και με την συζήτηση ενισχύθηκε η άποψη ότι πολλές φορές ο αντίκτυπος της αποκέντρωσης στην κεντρική κυβέρνηση συχνά υποτιμάται.

Η αποκέντρωση αντιπροσωπεύει σημαντικές προκλήσεις για τις κεντρικές κυβερνήσεις, καθώς απαιτεί βαθιές αλλαγές στην οργάνωση του κράτους, πρακτικών, πολιτικού και επιχειρησιακού πολιτισμού, όπως επίσης και δεξιοτήτων στην ίδια την κεντρική κυβέρνηση.

Η μη εφαρμογή ολοκληρωμένων αποκεντρωτικών πολιτικών μπορεί να αποβεί επιζήμια για την επιτυχία της μεταρρύθμισης, επιβραδύνοντας ή τροποποιώντας τη. Ο πιο έντονος αντίπαλος στις προσπάθειες αποκέντρωσης είναι συχνά η ίδια η κεντρική κυβέρνηση, καθώς η αποκέντρωση μπορεί να εκληφθεί ως απειλή. Δεν είναι τυχαία η αντιπαλότητα, σε μέτρα ενίσχυσης της αποκέντρωσης, που εκφράζεται στην Ελληνική βουλή από δια-κομματική μερίδα βουλευτών.

Οι μεταρρυθμίσεις αποκέντρωσης συνεπάγονται έναν πιο επιτελικό ρόλο για τις εθνικές κυβερνήσεις, οι οποίες επικεντρώνονται στη θέσπιση στρατηγικών, πλαισίων και κανονισμών, κινήτρων και όχι στην εφαρμογή πολιτικών.

Επί του πιεστηρίου

Η ώρα της περισυλλογής για τα μελλούμενα

Γεμάτη πλέον η καθημερινή ενημέρωση από δυσάρεστες ειδήσεις για πόλεμο, θανάτους, καταστροφή και επερχόμενη ακρίβεια. Να αναπαράγω τα ήδη γνωστά νομίζω δεν ωφελεί και για αυτό σήμερα θα αναφερθώ σε κάτι χρήσιμο πιστεύω για όλους μας. Διάβασα πρόσφατα ένα ενδιαφέρον κείμενο για το είδος ευφυίας, που απαιτούν οι καιροί μας και το οποίο κατέληγε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Στις δεκαετίες του 1950, 1960, 1970, 1980 και περίπου έως τη δεκαετία του 1990 το ζητούμενο ήταν η υψηλή μαθησιακή νοημοσύνη, αναφερόμενη ως “IQ” και θεωρείτο ότι αυτοί που την κατείχαν πλην εξαιρέσεων θα είχαν μια λαμπρή επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη.

Στις πιο πρόσφατες δεκαετίες 2000 και 2010 στην εξίσωση προστέθηκε η συναισθηματική νοημοσύνη, αναφερόμενη ως “EQ”, η οποία θεωρήθηκε ως απαραίτητο στοιχείο για την εξέλιξη του ατόμου στις σύγχρονες και παγκοσμιοποιημένες συνθήκες διαβίωσης, εκπαίδευσης, εργασίας και συνεργασίας.

Στην δεκαετία του 2020 που διανύουμε και για το μέλλον κυρίαρχο ρόλο προβλέπεται να διαδραματίσει ένα τρίτο είδος νοημοσύνης η λεγόμενη προσαρμοστική νοημοσύνη ή νοημοσύνη προσαρμογής, αναφερόμενη ως “AQ”, η οποία κρίνεται απαραίτητη για την επιβίωση και προσαρμογή του ανθρώπου στις απρόβλεπτες μεταβολές των συνθηκών που θα προκύψουν στη ζωή του.

Κάπου εδώ βρισκόμαστε και τώρα και με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας καταλαβαίνουμε ότι τα «κουτάκια», που είχαμε φτιάξει στο μυαλό μας για εμάς και τις οικογένειες μας μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανατραπούν και οι βεβαιότητες μας να διαλυθούν.

Δε θα καθίσουμε προκαταβολικά να κλάψουμε τη μοίρα μας και να αναμένουμε το κακό απλά αυτές οι παρατηρήσεις αναδεικνύουν πόσο μονοσήμαντα εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας και πόσο «μικροαστικά» οργανώνουμε τις ζωές μας και τις δουλειές μας.

Οι ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων μηνών αναδεικνύουν την αξία της προσαρμογής ως μέγιστο προτέρημα και για να λέμε την αλήθεια ο λαός μας πολύ πριν αξιολογηθεί ως μέγιστο προσόν η προσαρμοστικότητα είχε αποδείξει ότι έχει αυτό το προσόν και σε δύσκολες περιόδους όχι μόνο κατάφερε να επιβιώσει αλλά και να εξελιχθεί.

Ας θυμηθούμε λοιπόν εκ νέου το Ελληνικό προσαρμοστικό «τσαγανό».