in

Το Θέμα: Aνάγκη στήριξης των Ελαιοπαραγωγών

Το φαινόμενο της ακαρπίας έντονο πρόβλημα σε Άρτα και Πρέβεζα

editor_image

Του Χρήστου Τσούτση


Ο Αγροτικός κόσμος φαίνεται να αγωνιά το τελευταίο χρονικό διάστημα στις περιοχές τόσο του Νομού Άρτας όσο και του Νομού Πρέβεζας αναφορικά με την φετινή συγκομιδή της Ελιάς αλλά και την παραγωγή Ελαιολάδου.

Ο λόγος δεν είναι άλλος από το έντονο πρόβλημα της ακαρπίας το οποίο κυριάρχησε στη φετινή παραγωγή, σε αρκετές ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας μας όπως η Αιτωλοακαρνανία, η Αχαΐα η Άρτα, η Ηλεία καθώς και η Πρέβεζα.

Στην περιφερειακή ενότητα της Πρέβεζας καλλιεργούνται σχεδόν 100.000 στρέμματα με ελαιόδεντρα κυρίως για παραγωγή ελαιολάδου, ενώ αντίστοιχα στην Άρτα ο αριθμός αγγίζει τα 50.000 στρέμματα κυρίως βρώσιμης ελιάς.

Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε όλο και πιο συχνά αποδέκτες παραπόνων από τους ελαιοπαραγωγούς για μειωμένη παραγωγή των ελαιοδέντρων (έως και πλήρη ακαρπία σε κάποιες περιπτώσεις), η οποία ενδεχομένως να σχετίζεται με την έντονη αυξομείωση των θερμοκρασιών και την κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με ειδικούς, καθοριστικός παράγοντας για την καλλιέργεια της ελιάς είναι η θερμοκρασία. Η ελιά δεν επιβιώνει σε θερμοκρασία κατώτερη των -12°C, χρειάζεται όμως μια περίοδο χαμηλών θερμοκρασιών για να γίνει διαφοροποίηση των οφθαλμών της και να παράγει καρπούς. Με βάση τις απαιτήσεις της στην ελάχιστη και στη μέγιστη θερμοκρασία αλλά και στο ετήσιο εύρος διακύμανσης της, έχει εντοπιστεί η καλλιέργεια της στο Βόρειο ημισφαίριο μεταξύ των παραλλήλων 30ο και 45ο του γεωγραφικού πλάτους και στο Νότιο ημισφαίριο μέσα σε μια ευρύτερη ζώνη που περικλείεται μεταξύ των παραλλήλων 15ο και 41ο , οι οποίες έχουν μεσογειακό κλίμα. Σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, δηλαδή κοντά στον Ισημερινό (τροπικές περιοχές), ή ελιά αναπτύσσεται μόνο βλαστικά, χωρίς να καρποφορεί. Η αδυναμία της να καρποφορήσει στις τροπικές περιοχές αποδίδεται στην έλλειψη επαρκούς χειμερινού ψύχους πού είναι απαραίτητο για τη διαφοροποίηση των οφθαλμών και το σχηματισμό των ανθέων της. Μπορεί όμως να καρποφορήσει και στις περιοχές αυτές, αν ικανοποιήσει τις ανάγκες της σε ψύχος, αλλά αυτό μπορεί να συμβεί σπάνια για κάποιες ποικιλίες και μόνο σε περιοχές με μεγάλο υψόμετρο.

Η ελιά ευδοκιμεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας. Η ευαισθησία όμως που έχει στους παγετούς περιορίζει την εξάπλωση της προς βορρά. Όπου ο τόπος είναι βορινός, ψυχρός και ανεμόπληκτος, η ελιά δεν καλλιεργείται σε υψόμετρο πάνω από τα 300 μέτρα. Όπου όμως ο τόπος είναι ανατολικός-μεσημβρινός, ζεστός και προφυλαγμένος από τους ψυχρούς ανέμους, η καλλιέργεια μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 600 μέτρα.

Δεδομένων των συνθηκών αυτών προβάλλει επιτακτική η ανάγκη για την άμεση οικονομική στήριξη των ελαιοπαραγωγών καθώς τα δεδομένα παραγωγής και εσόδων για την τρέχουσα ελαιοκομική περίοδο διαγράφονται ιδιαίτερα δυσμενή.

Η ελάχιστη θερμοκρασία δεν πρέπει να πέφτει κάτω από -7°C, γιατί ζημιώνει τα δένδρα. Αυτό το όριο αποτελεί μια μόνο προσέγγιση, γιατί η αντοχή των δένδρων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως από τη διάρκεια των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών, την ατμοσφαιρική υγρασία, την εδαφική υγρασία, την παρουσία ή την έλλειψη ανέμων, την ποικιλία της ελιάς, τις καιρικές συνθήκες προ του παγετού, την βλαστική και υγιεινή κατάσταση των δένδρων. Η ζημία από παγετό μπορεί ακόμα να ποικίλλει από δένδρο σε δένδρο του ίδιου ελαιώνα ανάλογα με την θρεπτική κατάσταση τους. Αν η πτώση της θερμοκρασίας είναι σταδιακή, τότε η ελιά μπορεί να αντέξει μέχρι -12°C χωρίς να ζημιωθεί. Αναφορικά με τις υψηλές θερμοκρασίες η Ελιά αντέχει σε θερμοκρασίες έως και 40ο C ιδιαίτερα σε περιοχές παραθαλάσσιες, όμως και σε αυτήν την περίπτωση η παρατεταμένη υψηλή θερμοκρασία μπορεί να αποβεί μοιραία στην παραγωγή.

Κάτι τέτοιο άλλωστε φαίνεται να έχει συντελεστεί και κατά τη φετινή χρονιά, όπου παρατηρήθηκαν καιρικά φαινόμενα που έπληξαν σοβαρά την παραγωγή –παγετός, υψηλές θερμοκρασίες-.

Ως εκ τούτου η Ελλάδα κατέθεσε αίτημα από το καλοκαίρι για την παροχή οικονομικής συνδρομής από την Κομισιόν, προκειμένου να πληρώσει έκτακτη ενίσχυση σε παραγωγούς ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών, αφού σύμφωνα με το σχετικό υπόμνημα, η ακαρπία εξαιτίας των παγετών του πρώτου εξαμήνου του έτους τους οποίους διαδέχθηκαν πολύ υψηλές θερμοκρασίες, αναμένεται να προκαλέσει απώλεια ελαιοκάρπου από 70% έως 90% στα βασικότερα παραγωγικά κέντρα της χώρας. Χωρίς όμως να ληφθεί κάποια σχετική απόφαση στο συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας αν και οι συσχετισμοί στο Συμβούλιο Γεωργίας της ΕΕ, φαίνονται ικανοί να ξεκλειδώσουν το ταμείο του αποθεματικού κρίσης.

Σε κάθε περίπτωση, παρά τη βαρύτητα του αιτήματος που κατέθεσε η χώρα, δεν εκπροσωπήθηκε από τα αρμόδια στελέχη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ελέω περιοδείας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Τρίπολη, στην οποία παρευρέθηκε σύσσωμο το στελεχιακό προσωπικό του.

Τεράστιο πλήγμα φαίνεται να υπάρχει ως αποτέλεσμα της ανωτέρω κατάστασης και στα εισοδήματα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις για την περιοχή της Άρτας υπάρχει κίνδυνος για πτώση της παραγωγής πάνω από 80%, στα ημιορεινά και σχεδόν 90% στον κάμπο της . Ο αντιπεριφερειάρχης Βασίλης Ψαθάς αναφερόμενος στους πιθανούς λόγους της ακαρπίας υποστήριξε ότι πιθανόν να υπάρχει σχέση με την κλιματική αλλαγή, ενώ τόνισε ότι η πολιτεία άμεσα πρέπει να αναλάβει τυχόν πιθανές αποζημιώσεις.

Όπως όλα δείχνουν οι υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες τον μήνα Μάρτιο που συνοδεύτηκαν από χαμηλές θερμοκρασίες στο πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου είχαν επιπτώσεις στην παραγωγή. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχει καταστροφή των ανθοφόρων οφθαλμών με συνέπεια την μείωση της ανθοφορίας και κατά συνέπεια της καρπόδεσης και της παραγωγής. Μέσα σε όλα αυτά υπάρχει και ο φόβος για έκρηξη των προσβολών από γλοιοσπόριο στις ελιές, που γεννά η παρατεταμένη περίοδος βροχοπτώσεων, που διανύει η χώρα μας ενώ προβλήματα εντοπίστηκαν και λόγω του Δάκου.

Δεδομένων των συνθηκών αυτών προβάλλει επιτακτική η ανάγκη για την άμεση οικονομική στήριξη των ελαιοπαραγωγών καθώς τα δεδομένα παραγωγής και εσόδων για την τρέχουσα ελαιοκομική περίοδο διαγράφονται ιδιαίτερα δυσμενή.