Τις σκέψεις μου αυτές ξεκίνησα να τις καταγράφω, καθώς ξημέρωνε η 21η Μαρτίου, η ημέρα κατά την οποία τιμάται και γιορτάζεται -μετά από ελληνική πρόταση- παγκοσμίως η ποίηση.
Η ποίηση υπήρξε για εμένα από πολύ νωρίς ένας άμεσος, δραστικός και ιαματικός τρόπος έκφρασης όσο και μια συνεχής διαδικασία επικοινωνίας με τον Άλλον, τον όποιον άλλο: δυνητική, ιδεατή ή άμεση. Το τι κάθε φορά εξέφραζα δεν ήταν θέμα συνειδητής επιλογής∙ εκείνο με επέλεγε και όχι εγώ. Αυτό που φιλτράρεται εντός μας από τον κόσμο που μας περιβάλλει και μας καθορίζει, όπως βιώνεται με τον ιδιοσυγκρασιακό του καθενός μας ρυθμό αποτελεί το προ-ποιητικό μας υλικό. Μετά έρχεται το ταλέντο, η μελέτη και η άσκηση να το μορφοποιήσουν, να το δομήσουν, να το κάνουν ικανό να επικοινωνηθεί, με αποτελεσματικότερο ή λιγότερο αποτελεσματικό τρόπο.
Ανοίγοντας ευρυγώνια την οπτική μας, διαπιστώνουμε πως τις προηγούμενες δεκαετίες, εξακολουθητικά και αρκετά εκτεταμένα, αναπτύχθηκε μία ποίηση που προέβαλλε το ατομικό δράμα και ένα, τρόπον τινά, ιδιωτικό όραμα. Αυτό ωστόσο άλλαξε αρκετά τα τελευταία δέκα χρόνια, στην περίοδο της «κρίσης», όπως ονομάστηκε, όπου παρατηρήθηκε πως επανέκαμψε ένα πιο έντονα κοινωνικό ποιητικό βλέμμα, η επιθυμία αλλά και η ανάγκη να επανιδωθεί λογοτεχνικά το άτομο μέσα στα κοινωνικά και πολιτικά συμφραζόμενα, που άλλαξαν με βίαιο και αιφνιδιαστικό τρόπο το καθημερινό βίωμα και τη μελλοντική του προοπτική.
Αν εστιάσουμε μικροσκοπικά στους τελευταίους μήνες του εγκλεισμού και της πανδημίας η διάσταση αυτή φωτίζεται περισσότερο με έναν ιδιόμορφα επιτατικό τρόπο. Η αγωνία για μια ασθένεια που διαχέεται ραγδαία στον χρόνο και τον χώρο και το άγχος της απομόνωσης από τον άλλο, μαζί με τον αρχέγονο φόβο ότι ενδέχεται σταδιακά όλοι να αφανιστούμε, πολλαπλασιάζει την ανάγκη της ποιητικής έκφρασης. Βλέπουμε να γράφονται συνεχώς νέα κείμενα που μιλούν γι’ αυτήν την απρόσμενη και πρωτόγνωρη συνθήκη και να δημοσιεύονται, στα ηλεκτρονικά κυρίως μέσα -αλλά όχι μόνο. Κι ενώ οι συνθήκες γίνονται ολοένα και πιο δύσκολες για τον εκδοτικό χώρο, η κυκλοφορία των ποιητικών βιβλίων πυκνώνει. (Η δυσαναλογία της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής συντριπτικά υπέρ της ποίησης δεν είναι βέβαια τωρινό φαινόμενο.) Πυκνώνουν επίσης οι εμφανίσεις ποιητικών ανθολογιών, οι οποίες, όπως τα προηγούμενα χρόνια θεματοποιούσαν την κρίση, έτσι τώρα θεματοποιούν την πανδημία ή τις συνθήκες του εγκλεισμού. Εκ παραλλήλου συνεχίζονται οι εκδόσεις επετειακού χαρακτήρα, με αφορμή διάφορα χρονολογικά ορόσημα, όπως φέτος τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης (1821-2021). Αλλά η συγκριτική αποτίμηση ή/και η προσπάθεια κριτικής ερμηνείας αυτών των λογοτεχνικών και εκδοτικών φαινομένων ας αποτελέσει το θέμα μιας άλλης δια-πραγμάτευσης.
Μέχρι τότε ας μοιραζόμαστε την ποίηση, μια που σε κάποιους μας έλαχε να μη μπορούμε να κάνουμε αλλιώς.
Παιχνίδι εγκλεισμού
Οι μέρες ξηλώνουν την άκρη τ’ ουρανού
ο ήλιος συστρέφεται
κι ο άνεμος βογκάει στον φωταγωγό
Πιπιλάω μικρές καραμέλες του λαιμού
στέλνω μηνύματα και τρέχω
Ακουμπάω στον τοίχο πριν με βρουν
με την παλάμη αφουγκράζομαι
όσα δεν έζησα κι επέστρεψαν
όσα προσπέρασα και φύγαν
όσα δεν θέλησες να πεις
κι εγώ ιδρώνοντας
Καρφώνω σε διπλό σταυρό
Ζυγίζοντας στη χούφτα
το ζάρι του θανάτου.
(Άννα Αφεντουλίδου, πρώτη δημοσίευση ηλ. Φρέαρ 17-04-2020)
*Φωτογραφία: Joanna Kosinska