in

Ο Τρίτος Δρόμος

editor_image

Του Χρήστου Τσούτση


Η διάχυτη αντίληψη που επικρατούσε μέχρι πρότινος στην αριστερή ιδεολογία συνίστατο κυρίως στην πεποίθηση ότι “o δημοκρατικός δρόμος” ή « o Τρίτος δρόμος» προς την εξουσία σημαίνει σεβασμός του πλαισίου της “αστικής δημοκρατίας” και προώθηση της υπόθεσης του σοσιαλισμού εντός αυτού, στο μέτρο που αυτό καθίστατο εφικτό. Σε αυτή τη λογική είδαμε να συμβαίνει ποικιλοτρόπως ο εκφυλισμός του δημοκρατικού δρόμου σε μια προσπάθεια ταξικής συμφιλίωσης, που στο πολιτικό επίπεδο εκφραζόταν με μια σχεδόν αξιοθρήνητη απόπειρα συμμαχίας με αστικές πολιτικές δυνάμεις – όχι με στόχο μια (συγκυριακή) κοινή εναντίωση στον φασισμό, αλλά ως κυρίαρχο στοιχείο της πορείας προς τον σοσιαλισμό. Εξ ου και η μοιραία τάση αποδοχής του αστικού συστήματος γενικότερα, όταν η Αριστερά συναντούσε την (αναμενόμενη) αδιαλλαξία των αστικών δυνάμεων.

Σίγουρα είναι σωστές οι επισημάνσεις ότι τους κανόνες του αστικού παιχνιδιού, τους οποίους ένα κομμάτι της Αριστεράς θεωρεί απαραβίαστους, δεν τους σεβάστηκαν τα αστικά κόμματα, όταν έκριναν πως δεν λειτουργούσαν υπέρ των συμφερόντων της τάξης που εκπροσωπούσαν. Και γι’ αυτό δεν δίστασαν να τους καταργήσουν στις περιπτώσεις που η Αριστερά πρόβαλε ως απειλή. Τα πραξικοπήματα, άλλοτε με τη συμμετοχή τους, άλλοτε με τη διστακτική συγκατάθεσή τους, οι εκτροπές από τον κοινοβουλευτικό δρόμο, το «κράτος έκτακτης ανάγκης» και οι οργανωμένες προσπάθειες χειραγώγησης των πολιτών διά του ασφυκτικού ελέγχου των ιδεολογικών μηχανισμών ήταν οι απαντήσεις τους.

Αντιθέτως και η σοσιαλδημοκρατία μετά την εγκατάλειψη των ιδρυτικών αρχών της, μετά και την αφυδάτωση του στόχου της περί εξανθρωπισμού του καπιταλισμού, και ο ευρωκομμουνισμός -την εποχή που ήταν ισχυρός- επέμεναν ότι ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό περνάει μέσα από τον σεβασμό του αστικού πλαισίου. Το περιφρούρησαν, αλλά οι δυνάμεις που το εγκατέστησαν τους έθεσαν στο περιθώριο των εξελίξεων με τον έναν ή τον άλλο τρόπο όταν αυτές το έκριναν σκόπιμο.

Ο ευρωκομμουνισμός δεν υπάρχει σήμερα ενώ η σοσιαλδημοκρατία, όπου κυβέρνησε, εφάρμοσε λογικές διαχείρισης και οδηγήθηκε στην απαξίωση στα «μάτια των πολιτών». Πλήρωσε πολύ ακριβά τον ταπεινωτικό συμβιβασμό της επομένως, με το σύστημα και την προσχώρησή της στην οικονομική θεωρία του, τον νεοφιλελευθερισμό. Η κατάληξη του κάποτε μεγαλύτερου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Ευρώπης, του SPD, είναι η απόδειξη. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και με το ΠΑΣΟΚ. Στο συνέδριο ενότητας των σοσιαλιστών στο Επινέ το 1971 ο Φρ. Μιτεράν έλεγε ότι «όποιος δεν αποδέχεται τη ρήξη με την καθεστηκυία τάξη, με την καπιταλιστική κοινωνία, δεν μπορεί να είναι μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος». Στη γενέθλια πράξη του ΠΑΣΟΚ το 1974, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός ήταν ο κεντρικός και αδιαπραγμάτευτος στόχος. Η συνέχεια γνωστή.. Πρόσφατο παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ με το αίτημα για Κυβέρνηση της «Αριστεράς» βγαλμένο από τα κινήματα της περιόδου 2012-2015 να μετατρέπεται γρήγορα σε αυτό της κυβέρνησης «εθνικής σωτηρίας» και να ακολουθεί η ψήφιση του τρίτου μνημονίου, μετά μάλιστα από ένα μαζικό και ξεκάθαρο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015.

Προκύπτουν έτσι τα ερωτήματα: Έχουμε να κάνουμε με προδοσία; Με βάλτωμα των φιλόδοξων εγχειρημάτων λόγω των συνθηκών; Οι συσχετισμοί επέτρεπαν ρήξεις; Σήμερα μάλιστα, γιατί δεν κερδίζουν έδαφος οι αντιλήψεις που πολεμούν το σύστημα, εν μέσω ειδικά μιας πολυ-επίπεδης και βίαιης κρίσης; Γιατί η δυσμενής κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι δεν έχει οδηγήσει σε εξεγέρσεις, αλλά στην αποχή, στην περιφρόνηση της πολιτικής, τον ατομικό δρόμο, στη συλλογική μελαγχολία; Γιατί οι αντίπαλοι του καπιταλισμού δεν είναι σε θέση να παρουσιάσουν μια ελπιδοφόρα και γοητευτική προοπτική; Φταίει μόνον η πολυδιάσπασή τους; Γιατί συμπεριφέρονται σαν να έχουν βολευτεί σε περιβάλλον ήττας; Μια απάντηση έχει δώσει ένας φωτισμένος στοχαστής, πολύ καιρό πριν από τη Θατσερική λογική του Τ.Ι.Ν.Α. –‘ Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική‘.

Συγκεκριμένα σ’ ένα κείμενό του το 1933 ο Τ. Μ. Κέινς έγραφε: «Ο διεθνής και ωστόσο ατομικιστικός καπιταλισμός, στα χέρια του οποίου βρεθήκαμε μετά τον πόλεμο, δεν συνιστά κάποια σπουδαία επιτυχία. Του λείπουν η ευφυΐα, η ομορφιά, η δικαιοσύνη, η αρετή και δεν τηρεί τις υποσχέσεις του. Όταν, όμως, αναρωτιόμαστε με τι να τον αντικαταστήσουμε, αισθανόμαστε τεράστια αμηχανία». Αυτά το 1933 που υπήρχε η Σοβιετική Ένωση, η οποία για πολλούς ήταν το αντίπαλο δέος στον καπιταλισμό και ένα ελκυστικό κοινωνικό μοντέλο για τους εργαζομένους.

Η Σοβιετική Ένωση έχει φύγει από τον «προσκήνιο» εδώ και δεκαετίες ως παράδειγμα, εξαιτίας της πτώσης της δε το ιδεώδες του σοσιαλισμού «ξεχάστηκε» και θριάμβευσε για χρόνια η θεωρία ότι η Ιστορία τελείωσε. Τη δική του απάντηση έδωσε ο Χ. Μ. Εντσενσμπέργκερ πολλά χρόνια μετά τον Κέινς: «Η άποψη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική δεν είναι επιχείρημα, είναι δήλωση συνθηκολόγησης».
Γίνεται όμως σήμερα στον 21ο αιώνα να συνθηκολογήσεις με τη φτώχεια, τις ανισότητες, τη ζωώδη απληστία των πλουσίων, την αδικία, τη διαφθορά, την κολοβή δημοκρατία, τον λουστραρισμένο κυνισμό των ελίτ, με το μέλλον που σου ετοιμάζουν όπως θέλουν χωρίς να σε ρωτήσουν;