in

ΤΟ ΣΤΙΓΜΑ | Η συζήτηση για το μέλλον που δεν έγινε και στην Ήπειρο

editor_image

Του Άρη Ραβανού


Σε λίγες ώρες οι κάλπες θα ανοίξουν για την δεύτερη εκλογική αναμέτρηση σε περίπου 40 μέρες και την Δευτέρα, όπως όλα τα στοιχεία συνηγορούν, θα έχουμε κυβέρνηση. Και σε αυτή την προεκλογική περίοδο ακούστηκαν διάφορα ζητήματα προγραμματικά, αν και όχι στο βαθμό που πολλοί θα περιμέναμε. Μόλις προ ημερών ακούσαμε τι είπαν και για την περιοχή μας, τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο Αλέξης Τσίπρας και αναφέρω αυτούς τους δυο διότι είναι με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών του Μαΐου, ο νικητής των εκλογών και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Προφανώς και τα υπόλοιπα κόμματα έχουν θέσεις για την Ήπειρο, αλλά πρέπει επιτέλους να συζητήσουμε και για την περιφέρειά μας και ευρύτερα όμως για την Ελλάδα.

Τις τελευταίες ημέρες ακούσαμε διάφορα για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα και κατά πόσο θα γίνουν πράξη οι διάφορες εξαγγελίες του Κυρ. Μητσοτάκη, εάν είναι εφαρμόσιμα τα όσα λέει ο Αλ. Τσίπρας, πόσο ρεαλιστικά είναι όσα προτάσσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, κ.λ.π. Πληροφορηθήκαμε όμως από τις Βρυξέλλες ό,τι η επόμενη περίοδος θα είναι δύσκολη καθώς θα σφίξει η δημοσιονομική πολιτική. Και μένει να δούμε τι θα γίνει και ποια θα είναι η επίδρασή του σε όλους. Από την άλλη όμως υπάρχει και το πολυεργαλείο του Ταμείου Ανάκαμψης.

Από πολλές πλευρές, πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες, ανεξάρτητα την ιδεολογική τοποθέτηση του καθενός, εκπέμπεται μήνυμα ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί μια «χρυσή ευκαιρία» για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας.

Είναι κοινή παραδοχή ότι δεν πορευόμαστε σε εποχές εθνικής αυτάρκειας, όπως βέβαια και στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής αυτών των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης και της σύστασης του σύγχρονου Ελληνικού, αλλά εν μέσω συνθηκών οικονομικής αλληλεξάρτησης.

Υπό αυτές τις συνθήκες το μείζον είναι κατά πόσο δύναται μια χώρα όπως η Ελλάδα, εν μέσω των κοσμογονικών αλλαγών, να εξασφαλίσει βαθμό ανεξαρτησίας. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω ενός νέου αναπτυξιακού υποδείγματος στο πλαίσιο ενός μακρόπνοου προγράμματος εθνικής ανασυγκρότησης. Γι ‘ αυτά δεν συζητήσαμε στις δυο προεκλογικές περιόδους.

Το κλειδί για τη χώρα είναι η ανάπτυξη και κατά πόσο αυτή μπορεί να αλλάξει το κλίμα. Μόνο που η ανάπτυξη πρέπει να βασιστεί σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο για την ανασυγκρότηση της χώρας, το οποίο οφείλουν να συζητήσουν, συνεννοηθούν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας.

Οι πολιτικές αντιπαραθέσεις δεν θα εξαλειφθούν. Οι διαφορές θα υπάρχουν σε μείζονα ζητήματα. Οι αντιθέσεις είναι δεδομένες και ως προς το χαρακτήρα και το περιεχόμενο αυτού του προγράμματος παραγωγικής ανασυγκρότησης. Υπάρχει όμως πεδίο συνεννόησης και συναίνεσης σε ορισμένα βασικά σημεία, αρκεί όλοι να το αντιληφθούν και να αφήσουν στην άκρη τις άγονες αντιπαραθέσεις.

Η επόμενη περίοδος είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την Ελλάδα και προπαρασκευαστική για τα επόμενα χρόνια και το Ταμείο Ανάκαμψης είναι το κατάλληλο εργαλείο.

Η Ελλάδα για να εξασφαλίσει ποσοστά οικονομικής ανεξαρτησίας πρέπει να διαφοροποιήσει σημαντικά την παραγωγή της και να επιχειρήσει τη μέγιστη δυνατή κάλυψης των βασικών αναγκών της χώρας από τους ίδιους πόρους και με ανταγωνιστικούς όρους.

Το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα για την Ελλάδα πρέπει να έχει στον πυρήνα του επιχειρηματικά σχέδια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και αύξηση των δημοσίων πολιτικών για την αξιοποίηση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας.

Τα προηγούμενα χρόνια εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και το ιδιαίτερα χαμηλό κόστος δανεισμού δεν αξιοποιήθηκαν για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και τη δημιουργία μιας βιώσιμης ανταγωνιστικής οικονομίας.

Η ανάπτυξη ήταν ρηχή και άναρχη και με ευθύνη του συνόλου του πολιτικού συστήματος υπήρξε άνιση και σπάταλη διανομή του παραγόμενου πλούτου. Το ίδιο το σύστημα δεν ήθελε να δημιουργήσει μια σύγχρονη παραγωγική βάση και μια βιώσιμη και διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία.

Αυτό όμως που απαιτείται άμεσα είναι η εξάλειψη παλαιών και νοσηρών νοοτροπιών, ενώ χρειάζεται να γκρεμιστεί και το υφιστάμενο παλαιό σύστημα διοίκησης και λειτουργίας του κράτους.

Οι όποιες αναγεννητικές λύσεις περνάνε μέσα από τη δημιουργία ενός υγιούς παραγωγικού μοντέλου ανάπτυξης της χώρας προσαρμοσμένο στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης που έχει ξεκινήσει, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών αγνοεί τις αλλαγές που θα επιφέρει. Προτάσεις και σχέδια έχουν κατατεθεί πολλά, αρκεί να τις αξιοποιήσει το πολιτικό σύστημα, βγάζοντας τα γυαλιά του πνευματικού και πολιτικού επαρχιωτισμού.

Πεδία δράσης και παρεμβάσεων υπάρχουν πολλά. Από τον πρωτογενή τομέα, τις υπηρεσίες, τον τουρισμό σε όλες του τις μορφές, ακόμα και την βιομηχανία. Η 4η βιομηχανική επανάσταση θέτει τη χώρα ενώπιον προκλήσεων, αλλά και απειλών και παράλληλα καθιστά επιτακτική την ανάγκη να διαμορφωθεί ένα νέο παραγωγικό μοντέλο.

Το παραγωγικό αυτό μοντέλο εάν το δει κανείς τριγωνικά, θα εστιάσει στον τουρισμό, στον πρωτογενή παραγωγή που πάντοτε αποτελούσε για τη χώρα συγκριτικό πλεονέκτημα, αν και σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις την είχαν υποτιμήσει μεταπολιτευτικά, αλλά και στην βιομηχανία νέας μορφής, εν μέσω της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.

Η Ελλάδα πρέπει άμεσα, με ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας, να αλλάξει ρότα και να ευθυγραμμίσει τις πολιτικές της με γνώμονα την τεχνολογική επανάσταση που εξελίσσεται.

Οφείλει να χαράξει συγκεκριμένη σύγχρονη στρατηγική στο πνεύμα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, δηλ. σε τομείς όπως οι τεχνολογίες της πληροφορικής και των επικοινωνιών, κ.α., ενώ μπορεί να προσαρμοστεί και σε πιο παραδοσιακά πεδία που έχει δεκαετίες συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως ο αγροτικός τομέας, ο τουρισμός και οι μεταφορές.

Είναι το στοίχημα για τις επόμενες γενιές και δυστυχώς αυτή η συζήτηση δεν έγινε με ευθύνη όλων, πολιτικών και ΜΜΕ. Και είναι κρίμα γιατί μας αφορά όλους και εδώ στην Ήπειρο, στην οποία επίσης δεν έγινε καμία συζήτηση.