Κατά την ίδια μάλιστα συνεδρίαση απορρίφθηκαν όλες οι προτάσεις για τη διερεύνηση ενδεχόμενων αδικημάτων από τον κο Κωνσταντίνο Καραμανλή του Αχιλλέα σε βαθμό κακουργήματος, όπως και κάθε άλλη πρόταση που κατατέθηκε από Βουλευτές της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένης της πρότασης για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για την ενδεχόμενη τέλεση αδικημάτων από τον κο Κυριάκο Μητσοτάκη.
Η σχετική απόφαση της Ολομέλειας, όπως και το προηγούμενο που διαμορφώθηκε κατά τη λειτουργία της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης για την ενδεχόμενη τέλεση του αδικήματος της παράβασης καθήκοντος από τον ήδη κατηγορούμενο, κο Χρήστο Τριαντόπουλο, είχαν προετοιμάσει το πολιτικό και νομικό έδαφος για την παράνομη λειτουργία και της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης για τον κο Κωνσταντίνο Καραμανλή του Αχιλλέως.
2. Ενώ η Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης για την ενδεχόμενη τέλεση του αδικήματος της παράβασης καθήκοντος από τον κο Κωνσταντίνο Καραμανλή του Αχιλλέως όφειλε να διενεργήσει προκαταρκτική έρευνα κατά τα οριζόμενα στο Σύνταγμα, τον Κανονισμό της Βουλής και τον νόμο περί ευθύνης Υπουργών, παρ’ όλα αυτά αρνήθηκε, με διαδοχικές αποφάσεις της πλειοψηφίας που προκάλεσαν αντίστοιχες αποχωρήσεις των περισσότερων εκπροσώπων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, να ασκήσει τις κατά νόμο προβλεπόμενες αρμοδιότητες της. Συγκεκριμένα, κατά το πρότυπο της παράνομης διαδικασίας που ακολούθησε η αντίστοιχη κοινοβουλευτική επιτροπή στην περίπτωση Τριαντόπουλου και η οποία καταγγέλθηκε από τη συντριπτική πλειονότητα του νομικού κόσμου και των πολιτών ως παράνομη, αντισυνταγματική και στοχεύουσα στην συγκάλυψη των κυβερνητικών ευθυνών και της ποινικής ευθύνης μελών της κυβέρνησης, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία με την καθοδήγηση του Προέδρου της Επιτροπής
• αρνήθηκε την κλήση μαρτύρων
• αποφάσισε τη μη χορήγηση στα μέλη της επιτροπής της δικογραφίας που έχει διαβιβαστεί στη βουλή με το δήθεν επιχείρημα της προστασίας της μυστικότητας της προδικασίας
• αποφάσισε να μην προβεί σε καμία διαδικαστική ενέργεια πέραν της τυπικής κλήσης του κου Κωνσταντίνου Καραμανλή του Αχιλλέως
• τέλος, αποφάσισε δια βοής το εσπευσμένο κλείσιμο των διαδικασιών της επιτροπής και όρισε ως καταληκτική ημερομηνία κατάθεσης των πορισματικών εκθέσεων την 16η Ιουλίου χωρίς στην πραγματικότητα να έχει υπάρξει όχι μόνο ουσιαστική αλλά οποιαδήποτε διερεύνηση της υπόθεσης.
3. Οι πράξεις και παραλείψεις αυτές κατά τη λειτουργία της Επιτροπής δικαιολογήθηκαν από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στη βάση της καινοφανούς νομικής σύλληψης ότι είναι νόμιμο αλλά και εύλογο να παρακαμφθεί το Σύνταγμα, ο Κανονισμός της Βουλής και ο Νόμος για την Ποινική Ευθύνη των Υπουργών με την τυπική, ή και προσχηματική απλώς, ολοκλήρωση της προδικασίας και την άσκηση της ποινικής δίωξης από την Ολομέλεια της Βουλής, χωρίς να υπάρξει ουσιαστική έρευνα, χωρίς να διακριβωθούν τα πραγματικά περιστατικά και χωρίς νομική υπαγωγή αυτών σε διατάξεις του ποινικού νόμου. Τη θέση αυτή υποστήριξε η πλειοψηφία βασιζόμενη σε μια παραλλαγή της «πρότασης Αλιβιζάτου» σύμφωνα με την οποία η ειδική προδικασία που προβλέπεται από το Σύνταγμα μπορεί να παρακαμφθεί ή να διενεργηθεί προσχηματικά ώστε να αρθούν οι Υπουργοί ενώπιον του φυσικού τους δικαστή που είναι και ο μόνος αρμόδιος να αποφασίσει επί της ενοχής ή της αθωότητας τους. Και τούτο εξαιτίας της υποτιθέμενης ιστορικά αποδεδειγμένης ανικανότητας της Βουλής να ασκήσει αποτελεσματικά τις εισαγγελικές της αρμοδιότητες όπως αυτές καθορίζονται από το Σύνταγμα και το νόμο περί της «Ποινικής Ευθύνης των Υπουργών». Οι προφανείς δε πλημμέλειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν ακόμα και σε ακυρότητα της ποινικής δίωξης πρόκειται, σύμφωνα με τη σύλληψη αυτή, να θεραπευτούν από το Δικαστικό Συμβούλιο που θα διενεργήσει την ανάκριση. Το ότι, βεβαίως, φυσικός δικαστής σε ό,τι αφορά την άσκηση της ποινικής δίωξης είναι η ίδια η Ολομέλεια της Βουλής δεν φαίνεται να απασχολεί ιδιαιτέρως την πλειοψηφία της Επιτροπής, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Κρισιμότερο και σοβαρότερο είναι ότι στο όνομα κάποιου εξωνομικού, πολιτικού σκοπού, νομιμοποιείται για πρώτη φορά, ρητά και περήφανα μάλιστα, η εσκεμμένη παραβίαση του Συντάγματος. Ανοίγει έτσι, όχι απλώς δρόμος, αλλά λεωφόρος ολόκληρη για τον πολλαπλασιασμό και την νομιμοποίηση κάθε είδους κρατικών και κυβερνητικών αυθαιρεσιών με μόνο εργαλείο την πλειοψηφία της Βουλής, την πολιτική δηλαδή ισχύ.
Δεν πρόκειται εδώ μόνο για νομική ακροβασία αλλά για επικίνδυνη θεσμική παρεκτροπή, ώστε να μεθοδευτεί η συγκάλυψη ποινικών ευθυνών μελών της Κυβέρνησης. Ενορχηστρωτής, μάλιστα, αυτής της μεθόδευσης είναι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός.
4. Το νομικό παράδοξο στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνει διαστάσεις τραγέλαφου με το απολογητικό υπόμνημα 130 λέξεων του κου Καραμανλή ο οποίος, ενώ ισχυρίζεται ότι είναι αθώος, ζητά, ταυτόχρονα, την ποινική του δίωξη σαν να έχει εξουσία διαθέσεως του ίδιου του εαυτού του στον ποινικό μηχανισμό. Η δε δήλωση αυτή φαίνεται, κατά την πλειοψηφία, να επαρκεί για την άσκηση της ποινικής δίωξης. Πράγματα ανήκουστα, πρωτοφανή και αδιανόητα σε ένα κράτος δικαίου δικαιολογούνται στο όνομα της αποφυγής του πολιτικού κόστους που θα είχε η διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης σύμφωνα με τα στο νόμο οριζόμενα αλλά και με επίκληση κάποιων μηνυμάτων των καιρών για την ανικανότητα των Βουλευτών να ανταποκριθούν στην ευθύνη τους, μηνύματα στα οποία προφανώς αποκλειστική πρόσβαση, ως εξάλλου συνηθίζει, έχει ο κος Μητσοτάκης.
5. Κατόπιν όλων αυτών δεν είναι μόνο προφανώς αδύνατον να κατατεθεί αιτιολογημένο πόρισμα όπως απαιτεί ο νόμος για την Ποινική Ευθύνη των Υπουργών αλλά ταυτόχρονα είναι νομικά, πολιτικά και ηθικά αδιανόητο από τη μεριά της Νέας Αριστεράς να νομιμοποιήσουμε μια παραδεδεγμένα αντισυνταγματική διαδικασία η οποία στοχεύει στην συγκάλυψη των ποινικών ευθυνών του κου Καραμανλή αλλά και του συνόλου των εμπλεκόμενων προσώπων στο έγκλημα των Τεμπών.
Η παράνομη λειτουργία της Επιτροπής αποτελεί πρόκληση για κάθε δημοκράτη πολίτη αυτής της χώρας αλλά και, κυρίως, προσβολή της μνήμης των θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών, όσων επέζησαν αλλά και των συγγενών τους.
|