Η εκδήλωση της πανδημίας, πέραν των υγειονομικών συνεπειών της, αποτελεί τον καταλύτη της παρατηρούμενης τάσης αναθεώρησης των κυρίαρχων αντιλήψεων των τελευταίων δεκαετιών. Η πλειονότητα των πολιτικών δυνάμεων αναγνωρίζει ότι η αντιμετώπιση της τρέχουσας κατάστασης απαιτεί αφενός την βέλτιστη διαχείριση των επιδημιολογικών δεδομένων και της αρνητικής – δυστυχώς – προδιάθεσης μεγάλου μέρους του πληθυσμού ως προς τον εμβολιασμό και αφετέρου την προετοιμασία για την επόμενη ημέρα. “Επόμενη ημέρα” που αναμφίβολα δεν πρέπει να είναι μια επιστροφή στην προγενέστερη αποτυχημένη “κανονικότητα”. Η παγκόσμια κοινότητα οφείλει να ενσωματώσει τα διδάγματα του παρελθόντος και να θέσει ως προτεραιότητα την αντιμετώπιση των βασικών επίδικων του μέλλοντος. Ανισότητες και κλιματική αλλαγή, ζητήματα με έντονη συσχέτιση και αλληλεπίδραση, αποτελούν τα κυριότερα πεδία όπου το σύνολο του πολιτικού και επιστημονικού προσωπικού θα κληθεί να λάβει θέση.
Το θέμα των ανισοτήτων δεν είναι πρόσφατο. Η επικράτηση των νεοφιλελεύθερου μοντέλου οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας από την δεκαετία του 1980 είχε ως συνέπεια την καθήλωση μισθών και εισοδημάτων και την διεύρυνση της ψαλίδας μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Μέσω ειδικών νομοθετημάτων, με βασικό χαρακτηριστικό την απορρύθμιση των επιμέρους αγορών, η όξυνση των ανισοτήτων πέραν των αποδοχών και της συσσώρευσης πλούτου παρατηρήθηκε στην αποδυνάμωση των εργασιακών δικαιωμάτων και των κοινωνικών δομών (παιδεία, υγεία, πρόνοια, πολιτισμός). Σταδιακά η φτωχοποίηση και η περιθωριοποίηση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων αποτέλεσε το πεδίο εκμετάλλευσης από ακραίους πολιτικούς σχηματισμούς. Με κυριότερα χαρακτηριστικά την διακήρυξη “εύπεπτων” ιδεών ως ιδανικών λύσεων, που διανθίζονταν με τις κατάλληλες ποσότητες συνωμοσιολογίας, εθνικισμού και ρατσισμού. Σε επόμενη φάση αυτό μεταφράστηκε στην επικράτηση κατ’ επίφαση δημοκρατικών δυνάμεων, που προχωρώντας στον χρόνο άφησαν εμφανή αποτυπώματα αυταρχισμού και διχασμού. Η δημοκρατία βρέθηκε σε κίνδυνο υποχώρησης σε πολλά σημεία της υφηλίου, ενώ το φαινόμενο της κοινωνικής συντηρητικοποίησης έχει λάβει πλέον γενικευμένα χαρακτηριστικά. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο ο κίνδυνος διάλυσης του ιστορικού κοινού εγχειρήματος αποφεύχθηκε μεν, ωστόσο οι απαιτήσεις της επόμενης περιόδου είναι τέτοιες που απαιτούν εγρήγορση, κατανόηση των προβλημάτων και λύσεις εφαρμοσμένης πολιτικής. Ειδικά για τις προοδευτικές δυνάμεις, αριστερά – οικολόγοι/πράσινοι – σοσιαλδημοκρατία, η αντιμετώπιση των ανισοτήτων είναι θέμα ιδεολογικό και ταυτοτικό. Πρόκειται για σαφή διαφοροποίηση από τις συντηρητικές δυνάμεις που θεωρούν τις ανισότητες αναπόσπαστο φυσικό στοιχείο του κατεστημένου πολιτικοοικονομικού συστήματος.
Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων απαιτεί μια συνολική προσέγγιση συνεκτικής πολιτικής με συγκεκριμένους άξονες και στόχους. Ο πρώτος άξονας είναι η ενίσχυση της εργασίας ως βασικός παράγοντας στην αναπτυξιακή διαδικασία. Η αύξηση των μισθών, η αποκατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων, η επέκταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και ο εκσυγχρονισμός των συνδικάτων αποτελούν βασικά συστατικά στοιχεία ενίσχυσης του ρόλου της εργασίας. Ο δεύτερος άξονας αφορά την δημοσιονομική και φορολογική πολιτική στην κατεύθυνση δίκαιης κατανομής των βαρών, ενίσχυσης των κοινωνικών δομών και της παροχής κινήτρων για την ενίσχυση της απασχόλησης και του διαθέσιμου εισοδήματος. Ο τρίτος άξονας είναι η αναπτυξιακή πολιτική. Ως βασικούς στόχους έχει τον πράσινο μετασχηματισμό και την ψηφιακή μετάβαση, την συμπερίληψη του κοινωνικού συνόλου χωρίς εξαιρέσεις, την στοχευμένη κινητροποίηση κλάδων και ομάδων του πληθυσμού και την περιφερειακή ανάπτυξη. Ο τέταρτος άξονας αφορά την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και την εξασφάλιση της πρόσβασης σε υγεία, παιδεία, πρόνοια, συνταξιοδότηση ενιαία και καθολικά για όλους τους πολίτες. Πέμπτος άξονας, η ενίσχυση της δημοκρατίας και των θεσμών διασφαλίζοντας αφενός την ισότιμη συμμετοχή, τις ίσες ευκαιρίες και την ισονομία και αφετέρου την προάσπιση των καθολικών και ειδικών δικαιωμάτων της κοινωνίας και επιμέρους τμημάτων της.
Η μείωση των ανισοτήτων είναι θεμελιακό ζήτημα για τη σύγχρονη δημοκρατία. Ευθύνη των προοδευτικών δυνάμεων είναι να το αντιμετωπίσουν ως τέτοιο και να εκκινήσουν τις διαδικασίες διαλόγου για την κατάρτιση μιας κοινής ατζέντας θέσεων και διεκδικήσεων. Η επιδίωξη της μετεκλογικής συνεργασίας απαιτεί ενδιάμεσα στάδια και η κοινή αντιμετώπιση των ανισοτήτων είναι το πρώτο απαραίτητο βήμα από εκείνα που απαιτούνται.