in

Πάμε για 10.000 και το θεωρούν φυσιολογικό [του Δημήτρη Χρ. Μπανιά]

editor_image

Συνταξιούχος-Οικονομολόγος


Έτσι λένε μερικοί από τους ειδικούς της ομάδας για την πανδημία, κάπως το επιβεβαιώνουν οι νοσοκομειακοί γιατροί που είναι στις ΜΕΘ. Κάθε πρωί και κάθε βράδυ βγαίνουν πάρα πολλοί ειδικοί και δημοσιολόγοι στα κανάλια και αναλύουν αριθμούς και πολύ λιγότερο την πανδημία. Ίσως να είναι καλύτερα να δώσουν ή να προσλάβουν έναν καθηγητή στατιστικής να μας τα πει καλύτερα. Έχουμε δύο μέρες που ξεπεράσαμε τις 6.000 κρούσματα ημερησίως και τον Οκτώβρη τους 1.000 θανάτους, που θα σταματήσουμε στις 10.000, γνωρίζει κανείς, μάλλον όχι, απλώς μερικοί τρέμουν στο άκουσμα αυτού του αριθμού. Τότε θα καταρρεύσουν τα πάντα κι ας το απεύχονται οι πάντες κι κυρίως οι κυβερνόντες.

Είχαμε και νέα μέτρα, όπως π.χ να ελέγχει ο μαγαζάτορας εάν έχει κάνει εμβόλιο ο εισελθών στο καφενείο που είναι με τρεις πελάτες. Ένα δύο χοντρά τα άφησε στην άκρη η κυβέρνηση, τα γήπεδα και τις εκκλησίες, εκεί μαζεύεται πολύς κόσμος. Στα γήπεδα οι νέοι, φωνάζουν, χορεύουν, χαίρονται για τις επιτυχίες ή τις καλές φάσεις, δεν φοράνε μάσκες, οπότε η πανδημία τρέχει παντού. Στην εκκλησία που είναι κλειστός χώρος δεν γίνεται έλεγχος για πιστούς «γιατί δεν υπάρχει υπεύθυνος» είπε ο κ. Πρωθυπουργός, θα έχει χρόνια φαίνεται να πάει σε κανένα γάμο, γιατί κάθε εκκλησία έχει 5-7 πιστούς υπεύθυνους. Οι περισσότεροι που χάνονται είναι πάνω από 70 χρονών και τέτοιοι πηγαίνουν στις εκκλησίες, να σώσουν τις ψυχές τους. Ο Αρχιεπίσκοπος που ήταν κι είναι υπέρ του εμβολιασμού δεν κατάφερε να πείσει πολλούς πιστούς να τρέξουν πρώτοι ή ακόμα να βάλει όλους τους ιερείς να κάνουν «κατηχητικό» που είναι εξπέρ σ΄ αυτό στους εκκλησιαζόμενους ηλικιωμένους να κάνουν το φυσιολογικό για τον εαυτό τους. Είδαμε και το αρνητικό στην πόρτα του Αγίου Δημητρίου τον παπά να μαλώνει την αστυνομικό που μοίραζε μάσκες. Είναι κοντά στο 10% το ποσοστό από τους ανεμβολίαστους που περιμένουν τι θα τους πει ο ιερωμένος.

Οι ανεμβολίαστοι, οι περισσότεροι θέλουν ειδική μεταχείριση ο καθένας, ακόμα και σε απλό διάλογο όταν ζορίζονται, η απάντηση είναι μία «άφησε με». Πάρα πολλοί είναι καθαρά «ιδεολόγοι» αρνητές, είναι της άποψης του ανέκδοτου , ότι αφού δεν μας το απαγορεύουν και μας το έφεραν και το δίνουν τζάμπα, κάτι κακό θα κάνει, δεν υπακούω.

Το επεισόδιο στην Καλαμπάκα δείχνει πόσο έχουμε χάσει την μπάλα. Πήγαν οι κύριοι να φάνε, καλώς, βγάλανε τις ταυτότητες, τα χαρτιά, τα κινητά, να δείξουν το «μπόλιασμα», όχι, αλλά περίμεναν από τον μαγαζάτορα να τους βάλει στην γραμμή. Δεν έγινε γιατί σίγουρα αυτός που είχε κλείσει το τραπέζι, τόνισε ότι είναι γιατροί και καθηγητές και ο υπάλληλος αναμέρισε. Έπρεπε να καλέσουν την αστυνομία στην αρχή και όχι αφού χόρτασαν, έπεσαν οι σπρωξιές και η αστυνομία έπρεπε να γράψει κι αυτούς, έκαναν κι αυτοί παράβαση και το μαγαζί. Είχαμε δύο τρεις μέρες που τους ακούγαμε, δεν κάνουν αυτοί να τους βάλεις μπροστά να πείσουν τον κόσμο.

Ο γιατρός στην Λάρισα λιποθύμησε, δεν μπορεί άλλο να αντέξει τέτοιο ρυθμό εργασία, φυσιολογικά πράγματα, ακούσαμε κάποιον υπεύθυνο να μιλήσει για το θέμα, μήπως κι αυτός είναι ένα «νούμερο» κι δεν τους ενδιαφέρει καθόλου. Είναι αδιανόητο να σκέφτονται ότι είμαστε σε κανονικότητα, όπου άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά μετά από λίγες μέρες στο νοσοκομείο. Μπορεί να παίρνουν όποιες αποφάσεις θέλουν, σκέφτονται πάντοτε το πολιτικό κόστος, αλλά ας έχουν υπόψη τους ότι αυτό, το πολιτικό κόστος δεν μπαίνει στην «παλάντζα» με θέματα ζωής και αρρώστιας. Εναντίον των πανδημιών οι λαοί της Άπω Ανατολής πάντοτε είχαν την μάσκα ως ασπίδα και πάντα την χρησιμοποιούσαν, εμείς εδώ την έχουμε ως μπαμπούλα, ένα μέτρο που πρέπει να ξαναέρθει.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *