in ,

ΤΑΞΙΔΙ στο ΧΡΟΝΟ | του Χρήστου Δημ. Μπανιά

editor_image

• Οικονομολόγου – Λογιστή Α΄ τάξης
• Master in Business Administration (MBA)


Προσπαθώ να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου. Δεν είναι εύκολο. Δεν ξέρω τι να πρωτογράψω. Είναι πάρα πολλά. Είναι Σάββατο πρωί, ήρθα στο γραφείο και είχα την αίσθηση ότι θα σε βρω να πίνεις τον καφέ σου και να γράφεις στον υπολογιστή σου. Ίσως το επόμενο άρθρο σου στην εφημερίδα. Ίσως τα ποσοστά των κομμάτων στις επερχόμενες εκλογές. Και θα σου έλεγα να τακτοποιήσεις τα διάφορα χαρτιά σου, που έγραφες και σημείωνες το οτιδήποτε. Ή θα σου παραπονιόμουνα για τα πολλά τσιγάρα στο τασάκι σου. Και εσύ θα μου έλεγες για το γραφείο, κάτι λογιστικής φύσεως ή κάτι άλλο επί παντός επιστητού. Και μετά θα ανηφόριζες προς την αγορά, με την απαραίτητη στάση στο περίπτερο για τσιγάρα και εφημερίδες. Για να πας να καθίσεις να κάνεις τις συζητήσεις σου, που τόσο αγαπούσες. Ο χαμός σου ήταν πολύ απότομος. Τόσο για την οικογένεια όσο και για τους πολλούς φίλους σου. Είμαι βέβαιος ότι τώρα είσαι κάπου όμορφα. Με φίλους αλλά και συγγενείς, καλούς και αγαπητούς. Και τα λέτε. Για τα πολιτικά, τα κοινωνικά, τα οικονομικά, για τα πάντα. Σίγουρα παρέα με τα τσιπουράκια σας. Και με το τσιγάρο σου, που τόσους καβγάδες είχαμε ρίξει για να το περιορίσεις.

Μια γιαπωνέζικη παροιμία νομίζω λέει ότι ο καλύτερος θάνατος είναι να φεύγεις με τα παπούτσια σου, δηλαδή να φεύγεις όρθιος. Από το πρώτο βράδυ στο νοσοκομείο ήσουν έξω από τα νερά σου. Είχες μάθει έξω. Στην αγορά, στη πιάτσα. Πως εσύ που δεν είχες πάει στο νοσοκομείο ούτε για ακτινογραφία, ξαφνικά θα ήσουν καθηλωμένος σε ένα κρεββάτι νοσοκομείου. Σου φέραμε ένα φορητό υπολογιστή να βλέπεις τις ειδήσεις σου ή ότι άλλο θα σε ενδιέφερε. Αλλά χωρίς όλα τα υπόλοιπα. Τους φίλους, τα τσίπουρα, το τσιγάρο, τα άρθρα σου. Είχα την αίσθηση και την ελπίδα ότι θα το ξεπερνούσες και αυτό. Όπως και πολλές δυσκολίες και πίκρες στη ζωή σου. Και θα ξανά έβγαινες τη βόλτα σου στα αγαπημένα σου στέκια, να τα πεις με τους φίλους σου, να τους πάρεις και να σε πάρουν τηλέφωνο, να πείτε τα δικά σας. Αυτό σκεφτόμουν να κάνω όταν θα ανακτούσες τις δυνάμεις μετά από σχεδόν 50 μέρες στα νοσοκομεία και δύο χειρουργεία. Να σε πήγαινα να κάτσεις έστω λίγα λεπτά στο Maxim ή όπου αλλού ήθελες. Πίστευα βαθιά μέσα μου ότι θα σε ανανέωνε τρομερά. Μετά τα χειρουργεία, είχαμε την ελπίδα ότι τα πολύ δύσκολα περάσανε. Ναι είχαμε μπροστά μας αγώνα. Ανηφόρα μεγάλη. Χημειοθεραπείες, γιατρούς, φάρμακα, ταλαιπωρία. Άλλα θα προχωράγαμε. Θα το καταφέρναμε και αυτό. Και θα ξανά έβγαινες πάλι τη βόλτα σου. Αλλά όπως συνήθως γίνεται, τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως τα έχουμε στο μυαλό μας.

Ανοίξαμε το γραφείο μας το φθινόπωρο του 2008. Σε μια εποχή που σιγά σιγά ερχόταν η οικονομική κρίση. Το στήσαμε και το κρατήσαμε σε πολύ δύσκολες εποχές, παρόλα τα όποια εμπόδια. Βάζοντας πάρα πολύ δουλειά. Με άγχη, με στενοχώριες, αλλά και με χαρές. Ήσουν άνθρωπος της δουλειάς και θεωρούσες ότι μια μέρα χωρίς δουλειά είναι μια μέρα χαμένη. Και καταλάβαινα ότι το γραφείο ήταν το οξυγόνο σου, που πολλοί απέξω δεν το αντιλαμβανότανε. Δεν ήταν θέμα ηλικίας ή ότι ήσουν συνταξιούχος. Ή ότι έχεις κουραστεί πάρα πολύ και έπρεπε να χαλαρώσεις κάποια στιγμή. Δεν ήταν ούτε θέμα χρημάτων, ούτε θέμα υποχρεώσεων. Ήταν θέμα ότι ένιωθες ενεργός και δραστήριος. Την Πέμπτη, την επόμενη της κηδείας σου, ήρθα στο γραφείο. Ξέροντας ότι θα μου έλεγες “το γραφείο και τα μάτια σου“, μην κάθεσαι σπίτι να στενοχωριέσαι. Προχώρα και είμαι εδώ, δεν έφυγα.

Επίσης πρέπει να διατηρήσουμε και να οργανώσουμε το αρχείο σου. Τα άρθρα σου, τα των εκλογών, τα βιβλία σου, οτιδήποτε είχες καταπιαστεί. Σίγουρα πάλι θα μου έλεγες “μη πετάξεις τίποτα, θα χρειαστούν όλα κάπου“. Ελπίζω να μπορέσω να τα συγκεντρώσω, να τα τακτοποιήσω και να μπορέσω να εκδώσω κάτι από αυτά, φυσικά με την βοήθεια φίλων και γνωστών σου. Αν και ήσουν πάντα χαμηλών τόνων, δεν σου αρέσανε ποτέ οι φανφάρες, αισθάνομαι ότι πάρα πολλά από αυτά είναι σημαντικά και δεν πρέπει να πάνε χαμένα!!!

Το φορτίο είναι πολύ μεγάλο και βαραίνει πολύ στις πλάτες. Να προσπαθήσουμε να μπορέσουμε να μπούμε στα παπούτσια σου. Να διατηρήσουμε τα πιστεύω σου. Όλα αυτά, με τα συν και τα πλην, που πρέσβευες. Και να προχωρήσουμε, που έλεγες πάντα ότι η ζωή συνεχίζεται. Σε ευχαριστώ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *