Ο Αμβρακικός κόλπος είναι ένας από τους μεγαλύτερους κλειστούς κόλπους της Ελλάδας και αποτελεί ένα από τα εθνικά πάρκα της Χώρας μας, λόγω της οικολογικής σημασίας του και των περιβαλλοντικών πιέσεων που δέχεται. Τα νερά του βρέχουν τις βόρειες ακτές του Νομού Αιτωλοακαρνανίας , και τις νότιες ακτές των νομών Άρτας και Πρέβεζας με το μεγαλύτερο μέρος να ανήκει στην τελευταία. Ανά περιόδους έχει προστατευτεί από σημαντικές διεθνείς συνθήκες ( Ramsar, Natura 2000, κ.α.). Σήμερα ο Φορέας Διαχείρισης Αμβρακικού Κόλπου – Λευκάδας αποσκοπεί στην προστασία, διατήρηση και διαχείριση της προστατευόμενης περιοχής ,των σπανίων οικοτόπων, των ειδών χλωρίδας και πανίδας και κυρίως της ορνιθοπανίδας που συντίθεται από αρκετά σημαντικά είδη, μερικά από τα οποία θεωρούνται παγκόσμια απειλούμενα.
Η είσοδος του κόλπου είναι στο στενό πέρασμα μεταξύ του Ακτίου (από την πλευρά της Αιτωλοακαρνανίας) και της Πρέβεζας. Ο κόλπος πήρε το όνομά του από την αρχαία Αμβρακία, πόλη κτισμένη στον ποταμό Άραχθο, στη θέση της σημερινής Άρτας. Στον κόλπο εκβάλλουν οι ποταμοί Λούρος και Άραχθος, στον βορρά, και το μικρότερο ποτάμι της Νήσσας στο νότο. Στον μυχό του Αμβρακικού είναι κτισμένη η Αμφιλοχία. Κοντά στην Αμφιλοχία είναι το ακρωτήρι του Αγίου Γεωργίου, όπου λειτουργεί φάρος. Η Βόνιτσα είναι επίσης μια άλλη σημαντική κωμόπολη στην πλευρά του δρόμου από Αμφιλοχία προς Πρέβεζα και Λευκάδα.
Για πολλά χρόνια ως μοναδικός ψαρότοπος υπήρξε πηγή «ζωής» για την Πρέβεζα, την Άρτα, την Βόνιτσα και την Αμφιλοχία.
Ο Αμβρακικός κόλπος στην τωρινή του μορφή είναι το αποτέλεσμα αδιάλειπτης εξέλιξης, φυσικής και ανθρωπογενούς. Η έντονη τεκτονική δραστηριότητα (από 10 εκατομμύρια έως 10.000 χρόνια πριν) δημιούργησε ένα βύθισμα που περιλάμβανε μεγάλο μέρους του σημερινού κόλπου.
Το Βύθισμα άρχιζε σταδιακά να γεμίζει με τις αποθέσεις των ποταμών Λούρου και Αράχθου. Λούρος και Άραχθος αποτελούν τους μεγαλύτερους «αιμοδότες» του κόλπου καθώς είναι τα δύο μεγαλύτερα ποτάμια που καταλήγουν σε αυτόν. Βέβαια το υδρογραφικό δίκτυο των δύο ποταμών ήταν πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Η επέμβαση του ανθρώπου στην περιοχή άρχισε από την παλαιολιθική εποχή αλλά στα πρώτα στάδια της δεν ήταν τόσο έντονη και εμφανής.
Από την Ρωμαϊκή περίοδο και έπειτα με την ανάπτυξη μεγάλων οικισμών, την αύξηση των χερσαίων καλλιεργειών, την αύξηση της γεωργίας , της κτηνοτροφίας και της αλιείας άρχιζε να αλλάζει. Προχωρώντας προς την σημερινή εποχή τα σημάδια της ανθρωπογενούς παρέμβασης είναι ολοένα και πιο έντονα.
Αν θέλουμε να έχουμε αύριο αυτόν τον πανέμορφο τόπο, στην Ήπειρο, είναι απόλυτη ανάγκη να τον προστατεύσουμε.
Παρότι «εισχωρεί» προς την Ηπειρωτική Ελλάδα ο Αμβρακικός κόλπος διατηρεί την σχέση και την ένωση του με το Ιόνιο πέλαγος. Ο στενός δίαυλος που τον ενώνει με τον Ιόνιο φτάνει πλάτος 600 μέτρων περίπου και βάθος από 5 έως 15 μέτρα. Ουσιαστικά μιλάμε για μια κλειστή «εσωτερική θάλασσα» με μέσο βάθος 26 μέτρα και μέγιστο βάθος 65 μέτρα. Η έκταση του κόλπου φτάνει περίπου τα 405 τετρ χιλιόμετρα.
Σε έκταση 220.000 στρεμμάτων απλώνονται οι υγρότοποι του, μεγάλες και μικρές λιμνοθάλασσες. Το χαρακτηριστικό των λιμνοθαλασσών του Αμβρακικού είναι η μεγάλη τους βιολογική παραγωγικότητα. Στον Αμβρακικό, υπάρχουν 24 λιμνοθάλασσες. Σε όλο τον Αμβρακικό, αλλά πιο συγκεκριμένα στο λιμάνι της Αμφιλοχίας, κατά τους θερινούς μήνες και πιο συγκεκριμένα τον Αύγουστο παρουσιάζεται το φαινόμενο του φωσφορισμού της θάλασσας, που οφείλεται στη μεγάλη συγκέντρωση μικροοργανισμών, το γνωστό πλαγκτόν. Δυστυχώς, όπως και σε πολλά μέρη της πατρίδας μας τα προβλήματα της ρύπανσης, δεν άφησαν άθικτο και τον Αμβρακικό κόλπο.
Απέραντοι καλαμιώνες, σπάνια βλάστηση με πολλά είδη χλωρίδας καθώς και λόφοι συνθέτουν ένα ανεπανάληπτο όμορφο και ιδιαίτερα σπάνιο τοπίο. Τα πιο έντονο χαρακτηριστικό όμως είναι τα θηλαστικά και δη τα δελφίνια του καθώς και οι χελώνες καρέτα-καρέτα που μπορεί να εντοπίσει κανείς στο εσωτερικό του. Κι ας μην ξεχάσουμε τον υπέροχο Αργυροπελεκάνο, που απαντάται όλο το χρόνο στον Αμβρακικό και είναι ο μοναδικός σε όλη την ΕΕ που βρίσκεται σε παράκτιες λιμνοθάλασσες και συμβιώνει αρμονικά με ρινοδέλφινα και γλάρους.
Σύμφωνα με μελέτες που πραγματοποιήθηκαν από έγκριτες ερευνητικές ομάδες Πανεπιστημίων αλλά και από αναφορές περιβαλλοντικών οργανώσεων, ο Αμβρακικός κινδυνεύει από γεωργικά, κτηνοτροφικά, αστικά και βιομηχανικά απόβλητα καθώς επίσης και από τα απόβλητα των μονάδων ιχθυοκαλλιεργειών. Οι ιχθυοκαλλιέργειες έχουν ενσωματωθεί κανονικά στην «καθημερινότητα» του κόλπου χωρίς ραγδαία επιδείνωση. Η αύξηση αυτών όμως –ειδικά όταν μιλάμε για κλειστή θάλασσα με αυξάνουσα επιβάρυνση- σίγουρα επιδεινώνει και άλλο τα πράγματα.
Στα ανωτέρω προβλήματα μπορούμε να προσθέσουμε το πρόβλημα της «οξυγόνωσης» που παρατηρείται στην είσοδο του κόλπου (μπούκα)- Αυτό συμβαίνει διότι ο Αμβρακικός κόλπος είναι ένας ιδιαίτερα κλειστός κόλπος , συνεπώς τα νερά του δεν ανανεώνονται επαρκώς. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση του οξυγόνου που υπάρχει διαλυμένο στο νερό και τη δημιουργία του πολύ τοξικού υδρόθειου. Η υπεραλίευεση αλλά και η ανεξέλικτη αλιεία από ερασιτέχνες έχουν επιφέρει περαιτέρω επιδείνωση.
Σύμφωνα με μελέτες προηγούμενων ετών των Πανεπιστημίων Πατρών και Ιωαννίνων, το οξυγόνο κάτω από τα 35 μέτρα, δεν υπάρχει καθόλου, ενώ κάτω από τα 25 μέτρα, είναι ελάχιστο. Αυτό σημαίνει ότι κάτω από τα 35 μέτρα, δεν υπάρχει καθόλου θαλάσσια ζωή. Αν σκεφτούμε ότι ο κόλπος αυτός είναι ο μοναδικός στη Μεσόγειο, τύπου φιόρδ, όπως στις σκανδιναβικές χώρες, και ότι έχει μεγάλο βάθος, καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν μεγάλες ποσότητες θαλασσίων νερών που μένουν χωρίς καμία απολύτως ύπαρξη ζωής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ότι ο πληθυσμός της περίφημης γάμπαρης να μειώνεται δραματικά.
Αν θέλουμε να έχουμε αύριο αυτόν τον πανέμορφο τόπο, στην Ήπειρο, είναι απόλυτη ανάγκη να δημιουργηθούν μονάδες βιολογικής επεξεργασίας των οικιακών και κτηνοτροφικών αποβλήτων και να σταματήσει ή τουλάχιστον να ελαττωθεί η εισροή φωσφορικών λιπασμάτων και πιο γενικευμένα, λιπασμάτων στα νερά του κόλπου, να μπουν κανόνες στην αλιεία αλλά και να σταματήσουν οι ανεξέλεγκτες «ανθρώπινες» επεμβάσεις.
Ας αφήσουμε λοιπόν τη Μάνα Φύση να κάνει τη δουλειά της και να μην καταστρέψουμε στο όνομα της «ανάπτυξης» το σπάνιο αυτό οικοσύστημα που απλόχερα μας έχει χαριστεί. Η λύση για τη διατήρηση και τη σωτηρία του δεν έχει βρεθεί ακόμη, και απ’ ότι φαίνεται, μόνο η αγάπη των ανθρώπων για τη φύση του μπορεί να την αντικαταστήσει…