Πατρίδα του ανθρώπου είναι η παιδική ηλικία.
Χωρίς τη φαντασία και τα όνειρα θα είχαμε πεθάνει.
Γιατί να μισεί τον άνθρωπο η φύση; Μήπως για την αλαζονεία του; Να τον εκδικηθεί που γίνεται υπερφίαλος και νομίζει πως η ευτυχία διαρκεί συνεχώς, κι αναβάλλει διαρκώς να ζήσει τη ζωή.
Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος.
Η θάλασσα δεν έχει σύνορο, το νερό δεν ξέρει από φράχτες, βρίσκει τρόπο και ταξιδεύει παντού χωρίς θεώρηση του διαβατηρίου. Η θάλασσα έχει το δικό της βασίλειο.
Μπορείς να επικοινωνήσεις με τα πουλιά;
Τι μπορεί να σου πει ένα σπουργίτι;
Αλήθεια τι είναι ο κόσμος;
Πόσο πόνο κρύβει το κύμα;
Το μαρτυράει το όνομά του: πόντιον οίδμα το κύμα, φουρτουνιασμένο και πρησμένο. Δεν είναι, όμως, μόνο ο πόνος, είναι και το φούσκωμα, η εφόρμηση στην ακροθαλασσιά, αυτό το αιώνιο παιχνίδι, που γίνεται έρωτας. Η αχαλίνωτη ανάγκη να υμνήσει την περιπέτεια, την αγάπη, τη διάθεση να κατακτήσει την ακτή. Το κύμα κουβαλάει πάνω του τους καημούς των ανθρώπων…
Η Γέφυρα της Πλάκας, το παλιό Τελωνείο της Γέφυρας της Πλάκας, τα αυστηρά βουνά των Τζουμέρκων, η Στρογγούλα, ο Άραχθος, η Πράμαντα, η Πλατανούσα του Κοτζιούλα, το μοναστήρι της Τσούκας, η Πρέβεζα, ο Παντοκράτορας, το Κανάλι, το Ιόνιο, η Κομοτηνή, ο φράχτης στον Έβρο, η Θεσσαλονίκη, η Ασπροβάλτα, η Σόφια, ο Αμαζόνιος, το κατόνκα, η πολιτική προσφυγιά, η μπρούτζινη τέχνη του Παπαγιάννη, το μπλοκάκι με το ουράνιο τόξο, η ευθύνη του Μάχου που αγάπη ήταν, η γυναίκα που αγωνιζόταν να μάθει, να ξαναφτιάξει ιστορίες ,να δημιουργήσει παρελθόν, το ξενοδοχείο στην Πλάκα, η σχολή με ράφτινγκ, το τρομερό αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ο ακρωτηριασμός του μυαλού και της ψυχής, οι λαθραίοι της ζωής, οι άνθρωποι χωρίς ρίζα, οι ανύπαρκτοι, αυτοί που μιλάνε με τη θάλασσα, τη νιώθουνε δική τους και τους αφήνει να ονειρεύονται και να ταξιδεύουν, η γλώσσα της θάλασσας, ο νταλκάς του ουρανού για τη θάλασσα, οι άνθρωποι που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη δυστυχία, αυτοί που ξεφύγανε από τον θάνατο αλλά τους αγνοεί η ζωή, ο άνθρωπος των αισθήσεων και των βιωμάτων, η μοναξιά, η θλίψη, η άγονη μνήμη, η μαγική βρύση της μνήμης, το παρελθόν μια μαύρη κουρτίνα, η απώλεια μνήμης, η ασχήμια που αποκαλύπτει μια εσώτερη ομορφιά, το κατάμαυρο χρώμα του Αίσωπου, το κοράκι ο ενδιάμεσος ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο, το «κρα κρα» του κορακιού, το πουλί που έβγαζε ανθρώπινη λαλιά λέγοντας «ποτέ πια», ο κρασάτος κόκορας, η μπίμτσα, η αποκάλυψη της ταυτότητας, το χάρτινο κουτί, ο Κώστας με το κατσικάκι, η ρημαδολακκούβα, η κανούτα, το βετούλι, η ποίηση, οι ανεμογεννήτριες, η αλόη, τα πεύκα, η οξιά, τα πουρνάρια, η φραγκοσυκιά, η φωτίνια, τα γαϊδουρόγκαθα, η λαμπηδόνα, τα σκόρδα, το τσίπουρο, το κουμαροτσίπουρο, τα καρύδια, το ποπ κορν, οι νεράιδες, τα δέντρα -λάμιες, η αλαζονεία των ανθρώπων, η φύση που λυσσομανά, η κοσμοχαλασιά, το δυνατό δρολάπι, η βρόχινη λαίλαπα, η δυνατή βροχή, το ανεμόβροχο, η νεροποντή, το αστραπόβροντο, το αστροπελέκι, οι κεραυνοί, το χοντρό χαλάζι, η γαλακτώδης ομίχλη, η ομίχλη το σύννεφο της γης, τα σύννεφα που γίνονται ένα με τα βουνά, τα δέντρα που γονάτιζαν από την καταιγίδα, το ποτάμι που λυσσομανούσε, ο ποταμός που κατεβαίνει ανταριασμένος, ο δυνατός θόρυβος, η γέφυρα κινδυνεύει, η γέφυρα ψυχορραγεί, η τρομερή πίεση του νερού του Αράχθου στη γέφυρα, το ποτάμι μούγκριζε, τα νερά του ποταμού σπάνε με σφοδρότητα πάνω σ΄ ένα πλατάνι που οι ρίζες του είναι μέσα στο ένα πέδιλο της γέφυρας της Πλάκας, η μανία του νερού που γίνεται μαινάδα, ένας υδάτινος πεντοζάλης, η πίεση στο αριστερό πέδιλο που ήταν μεγάλη και συνεχής, η κατάρρευση της γέφυρας, τα κουφάρια της γέφυρας, η αναστήλωση της γέφυρας…
Το μυθιστόρημα οργανώνεται με άξονα το ανεμόβροχο, το δρολάπι, που εμφανίζεται στην αφήγηση τόσο με την κυριολεκτική του σημασία όσο και με τη μεταφορική.
Τέτοιο είναι και το περιβάλλον που ορίζει όσα συμβαίνουν στα Τζουμέρκα, πάνω από την γέφυρα της Πλάκας. Εκεί η Ρήνα/Ιρένε και ο Κώστας επιχειρούν να χτίσουν τη ζωή τους. Εκεί βρήκαν απάγκιο, για να ξανασταθούν στα πόδια τους, μετά το οικονομικό και το κοινωνικό δρολάπι που έπληξε τις ζωές τους στην Αθήνα. Η οικονομική κρίση τους στέρησε τη ζωή που είχαν. Το δρολάπι γίνεται ανατρεπτικό, κοινωνικό ανεμόβροχο που σαρώνει όσα θεωρούνταν δεδομένα. Επιλέγουν τα Τζουμέρκα ως τόπο για μια νέα αρχή. Αρκεί όμως η καλή πρόθεση και η κοινή τραυματική εμπειρία, για να αντέξει η σχέση αυτή;
Τα Τζουμέρκα γίνεται ο τόπος δοκιμασίας και για τα άλλα δύο ζευγάρια. Είναι η Αρσινόη και ο Λυσίμαχος/Μάχος/Αμέτ, που ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα ισοπέδωσε τον ως τότε κόσμο τους. Έχασαν ονόματα, θύμησες, φίλους, ταυτότητα. Ποιοι είναι; Παλεύουν να ανακτήσουν τη ζωή τους. Από τη Θεσσαλονίκη, στην Πρέβεζα κι από εκεί στα Τζουμέρκα, όπου δοκιμάζονται τα σώματα, τα αισθήματα, οι σχέσεις. Το δρολάπι του ατυχήματος τους ξεριζώνει. Νιώθουν σα τα πλατάνια στον Άραχθο. Οι ρίζες τους μετεωρίζονται, παρασυρμένες από το δρολάπι που γκρεμίζει τη γέφυρα της Πλάκας.
Τα Τζουμέρκα γίνονται ένας δρόλαπας για όλους. Ακόμη και για το τρίτο ζευγάρι, τη Μίκα και τον Κριστ. Ερχόμενοι από την Αμερική, βρίσκονται αντιμέτωποι με τους εαυτούς τους. Η ζωή τους παρασύρεται από το ανεμόβροχο της συμβατικής τους σχέσης. Μπορεί να γίνει η τέχνη, σε οποιαδήποτε μορφή της, δρολάπι για την πνευματική ανασυγκρότηση των ανθρώπων;
Τρία ζευγάρια που αντιμετωπίζουν τους εαυτούς τους, χωρίς τη σκόνη της συμβατικότητας. Το δρολάπι και η γέφυρα που πέφτουν παρασύρουν και τις δικές τους ψευδαισθήσεις. Ένας κόσμος καταρρέει. Οι βεβαιότητες παρασύρονται από το ανεμόβροχο, που μπορεί να είναι το ποτάμι ή όσες οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές βρίσκονται σε εξέλιξη απορρυθμίζοντας τη ζωή.Οι αφηγηματικοί ήρωες καλούνται να επιλέξουν τα δικά τους μονοπάτια. Το δρολάπι υπονομεύει όσα ήξεραν. Διαμορφώνει νέα δεδομένα.
Ο Ευάγγελος Αυδίκος κατασκευάζει σκηνικά τέτοιας ενάργειας που καταφέρνει τις περισσότερες φορές να ενσταλάζει ψυχή ακόμη και στα αντικείμενα·και καταφέρνει να αναγάγει τα χωροχρονικά συγκείμενα σε αυθεντικούς πρωταγωνιστές των ιστοριών του. Το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του σε αυτή τη δεξιότητα το έχει σμιλέψει μέσα από τη συστηματική κατασκευή μυθιστορημάτων στα οποία και ξεχωρίζει.
Το κείμενο δεν εκβιάζει συγκινήσεις ούτε συμπάθειες. Δεν υπάρχουν ήρωες. Αδύναμοι άνθρωποι υπάρχουν με επιθυμίες και σκέψεις αλλά δικές τους κι όχι φυτευτές.
Έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα που επιδιώκει να ψάξει πίσω από τις λέξεις και τις ιστορίες. Που το ζητούμενο είναι σ’ αυτά που δεν λέγονται ή δεν γίνονται από τους πρωταγωνιστές παρά σε όσα εκστομίζουν ή πράττουν.
Υπάρχει, σίγουρα, ενότητα ύφους και λόγου στο μυθιστόρημα.
Ο Ευάγγελος Αυδίκος επιλέγει έναν στρωτό ρεαλισμό με λιτή γλώσσα και επιλεγμένες εξάρσεις.
Διαβάστε το.