Μετά την ψήφιση του Νόμου για τα εργασιακά, με τον οποίο καταργείται το οχτάωρο κι οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, περιορίζεται δραστικά το δικαίωμα στην απεργία, απελευθερώνονται οι απολύσεις και υποβαθμίζεται το ΣΕΠΕ, η κυβέρνηση κι ο Υπουργός Εργασίας κατέθεσαν στη βουλή για ψήφιση το νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης των νέων.
Είναι, πράγματι, απορίας άξιο γιατί η κυβέρνηση επείγεται τόσο πολύ να ιδιωτικοποιήσει την επικουρική ασφάλιση, τη στιγμή που, όταν ψήφισε τον Ν. 4670/19, διαβεβαίωνε τους πολίτες, δια του τότε Υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση, ότι το ασφαλιστικό στη χώρα μας δεν έχει κανένα χρηματοδοτικό πρόβλημα ως το 2070. Την ίδια διαπίστωση κάνουν κι ανεξάρτητοι μελετητές όπως π.χ. ο καθηγητής Σάββας Ρομπόλης.
Η βασική διαφορά του κεφαλαιοποιητικού συστήματος που, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, θα ισχύσει υποχρεωτικά για όλους τους νέους που μπαίνουν στην αγορά εργασίας, από 1-1-22, και εθελοντικά για όσους έχουν ηλικία ως 35 ετών, από το αναδιανεμητικό που ισχύει σήμερα είναι ότι στο μεν αναδιανεμητικό γνωρίζεις από την αρχή τι εισφορές καταβάλλεις, αλλά και το ποσό της σύνταξης που θα λάβεις, ενώ στο κεφαλαιοποιητικό γνωρίζεις μεν τις εισφορές που, είναι ακριβώς ίδιες με το αναδιανεμητικό, αλλά είναι άγνωστο το ύψος της σύνταξης που θα λάβεις.
Το ύψος της σύνταξης θα εξαρτάται από την απόδοση των επενδύσεων, όπου θα τοποθετούνται τα αποθεματικά του ταμείου, και από το προσδόκιμο ζωής. Ο κάθε ασφαλισμένος θα επιλέγει κάθε τρία χρόνια ένα επενδυτικό πακέτο, θα αναλαμβάνει ατομικά το ρίσκο της επένδυσης κι από την απόδοσή της θα εξαρτάται η σύνταξή του. Ταυτόχρονα, αν ζήσει περισσότερα χρόνια από το προσδόκιμο ζωής η σύνταξη θα μειώνεται ανάλογα για να μην μηδενισθεί το κεφάλαιο. Είναι η λεγόμενη «ρήτρα θανάτου». Το κράτος εγγυάται μόνο την επιστροφή των εισφορών που καταβλήθηκαν. Σε αυτή την περίπτωση (επιστροφής μόνο των εισφορών) οι επικουρικές συντάξεις θα μειωθούν, περίπου, 30% σε σχέση με τις σημερινές.
Πρόκειται για ένα νομοθέτημα που, επί της ουσίας, καταργεί τον κοινωνικό χαρακτήρα της επικουρικής ασφάλισης και τον επαναπροσδιορίζει με καθαρά ιδιωτικοοικονομικούς όρους.
Με τον διαχωρισμό, δε, των ασφαλισμένων, για μια ακόμη φορά, σε παλιούς και νέους θα δημιουργηθεί ένα τεράστιο κόστος μετάβασης, το οποίο υπολογίζεται από 56 έως 74 δις, για τους παλιούς ασφαλισμένους, αφού πλέον δεν θα εισρέουν εισφορές στο σύστημα, προκειμένου να πληρωθούν οι συντάξεις τους.
Είναι βέβαιο ότι σε 5-10 χρόνια, όταν θα έχουν εξαντληθεί τα αποθεματικά του ΕΤΕΑΕΠ και η εκποίηση των περιουσιακών του στοιχείων το κόστος θα είναι δυσβάσταχτο για τον προϋπολογισμό. Το πιθανότερο είναι, τότε, να ενσωματωθεί η επικουρική σύνταξη των παλιών ασφαλισμένων στην κύρια και να μηδενιστεί.
Το νέο σύστημα, που εισάγει ο Υπουργός Εργασίας έχει δοκιμασθεί σε 30 χώρες εκ των οποίων οι 18 το έχουν καταργήσει, επειδή δημιούργησε τεράστιο δημοσιονομικό πρόβλημα, ιδιαίτερα μετά τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008, που οδήγησε σε δραματικές περικοπές στις συντάξεις των ασφαλισμένων.
Η απάντηση, λοιπόν, στο αρχικό ερώτημα, για το ποιος είναι ο λόγος που η κυβέρνηση φέρνει αυτό το νομοθέτημα δεν είναι άλλη από την εκμετάλλευση – λεηλασία των εισφορών των ασφαλισμένων και των αποθεματικών του νέου ταμείου, που θα φτάσουν αθροιστικά στα 70 δις ευρώ. Τα χρήματα αυτά θα δίνονται στην αγορά, στους ιδιώτες για επενδύσεις, φυσικά, με τεράστιο ρίσκο για τους ασφαλισμένους.
Πρόκειται για την ίδια πρακτική, που ακολουθήθηκε από το 1950 μέχρι πρόσφατα, σύμφωνα με την οποία τα χρήματα των αποθεματικών των Ταμείων δίνονταν σε ιδιώτες (Ν.1611/50 αναγκαστικός νόμος Μαρκεζίνη) με ελάχιστα επιτόκια ή και μηδενικά. Έτσι λεηλατήθηκαν, διαχρονικά, τα αποθεματικά των ταμείων των οποίων η ζημιά έφτασε αθροιστικά, όλα αυτά τα χρόνια, στα 180 δις ευρώ.
Πρόκειται για ιδιωτικοποίηση, πλέον, της επικουρικής ασφάλισης η οποία θα λειτουργεί όπως οι ασφαλιστικές εταιρείες οι περισσότερες εκ των οποίων όταν ήρθε η ώρα να πληρώσουν συντάξεις ή πτώχευσαν (πχ Αμερική) ή έδωσαν πενιχρότατες συντάξεις, που δεν κάλυπταν ούτε το 50% των εισφορών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο νομοσχέδιο προβλέπεται το ακαταδίωκτο των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου για πράξεις ή παραλείψεις του! Ούτε οι ίδιοι, προφανώς, δεν πιστεύουν αυτά που εισηγούνται, για την ευμάρεια του ταμείου και σπεύδουν προκαταβολικά να απαλλάξουν τα μέλη του ΔΣ από δικαστικές περιπέτειες.
Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι στο ΔΣ του νέου ταμείου, το οποίο διαχειρίζεται αποκλειστικά χρήματα των ασφαλισμένων, δεν υπάρχει ούτε ένας εκπρόσωπός τους.
Το Δ.Σ του Ταμείου ορίζεται, ουσιαστικά, από τον Υπουργό Εργασίας και την κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι το νομοθέτημα της κυβέρνησης θα βρει απέναντί του σύσσωμο το συνδικαλιστικό κίνημα και τους εργαζόμενους τόσο του δημόσιου, όσο και του ιδιωτικού τομέα, όπως συνέβη και με το νομοσχέδιο για τα εργασιακά.
Η επικουρική ασφάλιση για μας πρέπει να είναι ΔΗΜΟΣΙΑ, ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ, ΚΑΘΟΛΙΚΗ και να μην έχει καμιά σχέση με επιχειρηματικούς κινδύνους.
Να παρέχεται αποκλειστικά από το κράτος, το οποίο πρέπει να την εγγυάται, όπως ορίζει το Σύνταγμα και οι αποφάσεις του ΣτΕ.