in

Οι ανοιχτές πληγές του Μαξίμου και η αναζήτηση νέου αφηγήματος

editor_image

Του Άρη Ραβανού


Σε αναζήτηση νέου αφηγήματος βρίσκεται το Μέγαρο Μαξίμου που δεν πέτυχε το τείχος προστασίας όπως σχεδίαζε το καλοκαίρι και πλέον μεταθέτει τον στόχο για τον Σεπτέμβριο. Μέχρι στιγμής ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί ότι δεν θα υπάρξει άλλο γενικό lockdown και αυτή είναι άλλωστε και η κατεύθυνση που δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση, που επιθυμεί επαναφορά της οικονομικής κανονικότητας και προειδοποιεί με επιστροφή της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Από τον Σεπτέμβριο θα πρέπει να προχωρήσει η «αποσωλήνωση της ελληνικής οικονομίας», όπως επανειλημμένως έχει δηλώσει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις όλων των επιπέδων θα πρέπει να επανέλθουν στην κανονική τους λειτουργία, δίχως ενισχύσεις.

Εξάλλου, το είπε καθαρά ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης, «τα λεφτά τελείωσαν», αν και οι συλλογικοί φορείς των μικρομεσαίων και των ελευθέρων επαγγελματιών προειδοποιούν ότι στο τέλος του χρόνου, όταν θα πρέπει να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους, θα φανεί το πραγματικό πρόβλημα και θα αυξηθούν τα λουκέτα.

Η κυβέρνηση έπεσε έξω σε όλους τις προβλέψεις και τους στόχους που είχε θέσει για το καλοκαίρι, από την πρόβλεψη για την ύφεση της πανδημίας και την οικοδόμηση του τείχους ανοσίας με τους εμβολιασμούς, μέχρι τον τουρισμό στο 50% του 2019, και το “ήσυχο καλοκαίρι” στα ελληνοτουρκικά.

Καθώς το καλοκαίρι χάθηκε, ο στόχος του Μεγάρου Μαξίμου για την δημιουργία του τείχους προστασίας του πληθυσμού με τον εμβολιασμό μετατίθεται για τον Σεπτέμβριο και συνδέεται με την «αποσωλήνωση της οικονομίας». Ο πρωθυπουργός έχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του τις πρόωρες εκλογές, ωστόσο η εξέλιξη της μετάλλαξης Δέλτα είναι αμφίβολο εάν θα το επιτρέψει.

Αν αποκλειστούν οι εκλογές η μόνη πολιτική κίνηση που διαθέτει ο πρωθυπουργός για την “επανεκκίνηση” της κυβέρνησης, είναι ο μεγάλος ανασχηματισμός, που τον έχει μεταθέσει με τα τωρινά δεδομένα για τις αρχές του 2022. Αυτό όμως πάντα μπορεί να αλλάξει ανάλογα με τις συνθήκες και τις εξελίξεις.

Το αποτέλεσμα είναι ότι ο πρωθυπουργός, έχοντας πάρει επάνω του το θέμα του εμβολιασμού και παρακάμπτοντας, σύμφωνα με κόμματα της αντιπολίτευσης, το Σύνταγμα (το οποίο επικαλέστηκε στη συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας), καταφεύγει στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Παράλληλα καθώς δεν μπορεί να κάμψει τις αντιρρήσεις των μεγαλύτερης ηλικίας συμπολιτών, καταφεύγει στον εμβολιασμό των νέων και ακολούθως των ανηλίκων από 12 ετών και επάνω, προκειμένου να εμφανίσει βελτιωμένα ποσοστά. Αντί με τον εμβολιασμό των ενηλίκων να προστατεύσει και τους μικρότερους, κάνει το αντίθετο. Διακινδυνεύει έτσι ένα δεύτερο μέτωπο με τους γονείς, που είναι πιο επιφυλακτικοί με τα παιδιά τους.

Στο ίδιο πλαίσιο αυξάνει τις πιέσεις στους εκπαιδευτικούς, ώστε να ανοίξουν τα σχολεία τον Σεπτέμβριο. Παράλληλα για τα Πανεπιστήμια προαναγγέλλει ότι θα δημιουργηθούν κέντρα εμβολιασμού για τους φοιτητές, κάτι που σημαίνει ότι θα επεκταθεί και σε αυτούς η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού.

Επίσης, από την εξίσωση δεν πρέπει να παραβλέπει κανείς ότι ο Πρωθυπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με το “κίνημα” κατά του εμβολιασμού. Πρόκειται για πολίτες που κατέβηκαν σε διαδηλώσεις με σταυρούς και ελληνικές σημαίες. Είναι εκείνοι που παλαιότερα ο πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίζει «ψεκασμένους» και οι οποίοι αποτελούν προνομιακή δεξαμενή αλίευσης ψήφων για τον Κυριάκο Βελόπουλο και την Ελληνική Λύση και το κόμμα του Γιώργου Τράγκα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *