in ,

Βιβλιοπαρουσίαση: «Ζωή στο δρόμο», Μιχάλης Πάτσης

Διηγήματα – Ιδιωτική Έκδοση – 2015 – Σελ.171

editor_image

Του Κώστα Τραχανά


Όλα τα διηγήματα της συλλογής «Ζωή στο δρόμο» έχουν σαν επίκεντρο τη ζωή των αστέγων και ξεσπιτωμένων ανθρώπων της Μόσχας.

Μπομζ είναι ρωσική λέξη και σημαίνει ο ξεσπιτωμένος, ο ανέστιος, ο άνθρωπος που ζει στους δρόμους, ο κλοσάρ, ο άνεργος, ο αλήτης των δρόμων.

Οι μπομζ είναι άνθρωποι των ακραίων υπαρξιακών καταστάσεων, ζουν και πεθαίνουν κάθε στιγμή. Οι άσπιτοι έχουν μια διανοητική ιδιοσυστασία και μια δική τους φιλοσοφία. Οι μπομζ δεν διαθέτουν καθόλου κολακεία, αλαζονεία, έπαρση και εγωισμό. Μάλλον, όλες αυτές τις ανθρώπινες αρετές, τις αγνοούν. Ναι, οι άνθρωποι αυτοί έχουν άλλες σπουδαιότερες αρετές. Αυτές εξάλλου τις βλέπουμε καθημερινά. Αργία, τεμπελιά, αδιαφορία, να τι τους χαρακτηρίζει όλους αυτούς. Κυλιούνται μες στις λάσπες και τους αρέσει. Ειλικρινά ανθρώπινα ερείπια, που ούτε θα βρουν έναν μεταμοντέρνο συγγραφέα δεν είναι ικανοί για να τους κατεδαφίσει.

Δέκα ιστορίες για τους ξεσπιτωμένους , αυτούς που βλέπουμε στο δρόμο, στα πεζοδρόμια, στην είσοδο του μετρό, χειμώνα καλοκαίρι. Άνθρωποι διωγμένοι απ΄ τα σπίτια τους. Τσακισμένοι απ΄ τη ζωή.

Οι άσπιτοι είναι το λεύκωμα ζωγραφικής των δρόμων της πρωτεύουσας και αρκετών απόμερων πάρκων και αυλών. Δεν κάθονται μόνο κοντά στα θερμαινόμενα σώματα του μετρό το χειμώνα, εξάλλου το σωματικό ψύχος δεν το φοβούνται, ή δεν προσπαθούν να φάνε κάτι ληγμένο από τα τρόφιμα στους κάδους απορριμμάτων.

Είναι άνθρωποι που ζουν στο δρόμο.

Αν για τους πολλούς είναι παράδειγμα προς αποφυγή, κοινωνικός στιγματισμός αλλά και απειλή για το κοινωνικό σύνολο, οι ίδιοι πρέπει να είναι φίνοι άνθρωποι. Για να σκεφτούμε! Μπορούν να υπάρξουν όντα τελείως εγκαταλειμμένα, τελείως εκδιωγμένα από την κοινωνική συμβίωση, τελείως παραπεταμένα στο περιθώριο της κοινωνίας και εντούτοις να παραμένουν άνθρωποι;

Ζουν στο δρόμο ξεσπιτωμένοι και αποδιωγμένοι από όλους. Δεν το παραδέχονται αλλά δεν τους νοιάζει πια. Το νερό έχει κυλήσει και έχει φτιάξει έναν καινούργιο κόσμο. Βγήκαν εδώ που ο άνθρωπος κίνησε έφοδο για τον ουρανό και σήμερα αγωνίζεται να σηκωθεί από τη γη.

Δεν σκοτίζονται για το που πάει η κοινωνία, οι άλλοι άνθρωποι, τα τεράστια κτίρια που χτίζονται δίπλα τους ή η πρόοδος που όλο και κατακυριεύει τον κόσμο. Δεν τους γεμίζει η κοινωνικότητα των απλών ανθρώπων, δεν τους εκφράζει ο βίος των απλών και λογικών ανθρώπων που θέλουν να φτιάξουν τη ζωή τους. Λες και τη ζωή την βλέπουν διαφορετικά. Η ζωή στο δρόμο είναι το έχει τους.

Η δική τους πίστη, φαίνεται πως είναι η επιστροφή στη φύση. Στην ακραιφνή φύση, στην καθαρότητα του αέρα και του ήλιου, στη διαύγεια του νερού και του χιονιού, στη βρομιά της λάσπης και στα απονέρια του πάγου, στη φύση που μόνη της δημιουργεί τους όρους της ύπαρξής τους. Η κοινωνία τους πλάθεται απ΄ την ίδια τη φύση, δεν είναι σαν τη δική μας που φτιάχνεται από την παράδοση. Αυτούς τους διώχνει η κοινωνία και τους δέχεται η φύση.

Δεν γνωρίζουν το αύριο και δεν ξέρουν αν θα υπάρξει αύριο γι΄ αυτούς.

Δεν είναι επικίνδυνοι, ούτε αντικοινωνικοί ούτε δημιουργούν προβλήματα. Ζουν στις δικές τους φατρίες και δεν βγαίνουν από αυτές. Και μέσα σ΄ αυτές τις ενώσεις νιώθουν ελευθερία. Οι ίδιοι δεν είναι άνθρωποι αλλά ιδέα πια. Ένα σύμβολο της σύγχρονης ζωής, η οποία νόμισε πως έλυσε όλα της τα προβλήματα με τον καταναλωτισμό και τον πλούτο.

Οι άσπιτοι χάνονται στα σκοτάδια.

Πολλοί Μπομζ ζουν σε υπόγεια διαμερίσματα της Βάλαγια Τρόναγια. Ζουν σε μια υπόγεια πόλη χωρίς φως ή ήλιο. Οι ανήλιαγοι αυτοί άνθρωποι καταδικάστηκαν απ΄ τους νόμους της κοινωνίας στο μακροχρόνιο σκοτάδι. Έχουν εγκατασταθεί στα έγκατα. Οι ανήλιαγοι είναι ξένοι, παράνομοι μετανάστες, ομοφυλόφιλοι, άνεργοι.

Οι μπόμζοι δεν αρνιούνται τη δουλειά. Από καιρό εις καιρό κάνουν κάποια μεροκάματα. Κάποιοι από αυτούς έκαναν εργασίες απολύμανσης στο Νέο Πανεπιστήμιο. Καθάρισαν το Πανεπιστήμιο από βλαβερά έντομα και τρωκτικά (κατσαρίδες, ακρίδες, μερμήγκια, ποντίκια, αρουραίους) που λυμαίνονται το ίδρυμα.

Τι άραγε να συνέδεε τους μπομζ των μοσχοβίτικων πεζοδρομίων με την Ασσύρια Ε. που γνώριζε πανάρχαιες γλώσσες, σήμερα χαμένες, όπως χετιτικά, φοινικικά, χαλδαϊκά, σουμεριακά, χαζαρικά και μελετούσε τη Γραμμική Α, έμενε σε ένα μοναστήρι και ήταν συντηρήτρια χειρογράφων και δεινή καλλιγράφος;

Ο Μαξίμ Πασκόφ, ο ποιητής Μπομζ. Η ζωή του ήταν γεμάτη αντιθέσεις, προβλήματα, μια διάθεση μόνιμης παρατήρησης της ζωής και του εαυτού του και μια εγκατάλειψη στο πρόσκαιρο τον χαρακτήριζαν. Δεν ήταν ένας συνειδητός εργαζόμενος. Όταν τον ρωτούσαν τι έκανε, απαντούσε μονότονα «σκέφτομαι». Τι σκεφτόταν όμως, ποτέ δεν έγινε γνωστό.

Ο Αλεξέι ο μπομζ στον Κάτω Κόσμο…Ήταν ένας μικρός φιλόσοφος. Κάποτε, είχε δουλειά και σπίτι. Κατέβηκε στον Άδη από τη λίμνη Αράλη με την βοήθεια του μάγου -πνευματιστή Αζανίδη. Στη ζωή του ανθρώπου αυτού υπάρχουν περίοδοι παραισθήσεων και ψευδαισθήσεων.

Η ανέστια, υπαίθρια τραγουδίστρια Όλγα Ιβάνοβνα και ο Στιόπα ο μπομζ που ζούσε μια ζωή ελεύθερη αλλά σκληρή.

Οι ήρωες του βιβλίου αγωνίζονται, αναρωτιούνται, βαλτώνουν, ανασταίνονται, νικούν ή  γονατίζουν, ζουν στις απρόσωπες σχέσεις των δρόμων, νικημένοι μέσα στον βούρκο της ζωής.

Ο κόσμος που κυκλοφορεί στο «Ζωή στο δρόμο» είναι ο κόσμος που ασφυκτιά στο κουστούμι του, ξεκομμένος από την ήσυχη ζωή των άλλων κατοίκων, χαρακτηριστικά που διατρέχει την Μοσχοβίτικη κοινωνία των μπομζ. Ο Μιχάλης Πάτσης τον νοιάζεται αυτόν τον κόσμο, δεν τον κρίνει, και προβάλλει ανάγλυφα τα αισθήματά του και τις σκέψεις του.

Πολλά συμβαίνουν εκεί έξω και είναι σα να συμβαίνουν σε εμάς.

Λόγος λιτός και δωρικός.

Ιστορίες αιχμηρές, αφήγηση στα άκρα με ένταση.

Διαβάστε το.