Με την πρόσφατη επίσκεψη του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στα Ιωάννινα άνοιξε και πάλι η συζήτηση, αν και γίνεται άναρχα και χωρίς δομή, για την ανάπτυξη της Ηπείρου και το τι πρέπει να γίνει. Ακούστηκαν αρκετά, κυρίως στο πεδίο της υψηλής τεχνολογίας (σ.σ. υπάρχει και σχετικό ρεπορτάζ σήμερα στην Δημοκρατική Φωνή) και περισσότερα λέγονται σε διάφορες συνάξεις επιχειρηματικών της περιοχής.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με μελέτη του ΚΕΠΕ που είδε το φως της δημοσιότητας προ ημερών, είναι μία από τις χώρες της ΕΕ της οποίας η παραγωγικότητα υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ. Ταυτόχρονα παρουσιάζει τις μεγαλύτερες και πιο επίμονες ανισότητες μεταξύ των περιφερειών της, με την Αττική να ξεπερνά σημαντικά την απόδοση και την παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής των υπόλοιπων περιοχών της χώρας.
Άρα, κατανοεί κανείς εύκολα την μεγάλη ανισότητα που υπάρχει μεταξύ του Αθηνοκεντρικού Κράτους και της ελληνικής περιφέρειας. Την ίδια στιγμή, διαπιστώνεται ότι για την Ελλάδα μπορούν να προκύψουν σημαντικά οφέλη από τον ολοκληρωμένο χωρικό σχεδιασμό για τη διαχείριση της αστικοποίησης και των επενδύσεων υψηλής έντασης γης σε περιφερειακό επίπεδο.
Κατά την ανάλυση των δεδομένων, οι συντάκτες της μελέτης εντόπισαν ότι στην Ελλάδα, η αποτελεσματικότητα όλων των περιφερειών, η οποία κατά μέσο όρο κυμάνθηκε στο 54% κατά την περίοδο 2010-2016, υπολείπεται σημαντικά έναντι της μέσης τιμής αποτελεσματικότητας των υπολοίπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μέγιστη τιμή αποτελεσματικότητας (66%), η οποία αντιστοιχούσε στην Αττική, ήταν άνω των 20 ποσοστιαίων μονάδων υψηλότερη από την ελάχιστη τιμή αποτελεσματικότητας η οποία αντιστοιχούσε στην Πελοπόννησο (44%) και αποτελούσε την 8η χαμηλότερη τιμή αποτελεσματικότητας σε ολόκληρη την ΕΕ (το 2016). Η Κεντρική Μακεδονία και οι νησιωτικές περιφέρειες του Νοτίου Αιγαίου, της Κρήτης, του Βορείου Αιγαίου (το 2010) και των Ιονίων Νήσων (το 2016) είχαν τιμές αποτελεσματικότητας άνω του μέσου όρου της χώρας.
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι η σχέση μεταξύ των οικονομιών συσσώρευσης και της αποτελεσματικότητας είναι πολύπλοκη και εξαρτώμενη από το χωρικό πλαίσιο της ανάλυσης. Από τη μία πλευρά, η περιφερειακή αποτελεσματικότητα επηρεάζεται θετικά από τον ρυθμό αύξησης της γεωγραφικής διάχυσης της ανάπτυξης χρήσεων γης πέρα από ένα σημείο, τη λειτουργική συγκέντρωση των χρήσεων γης καθώς και την τομεακή συγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων, την προαγωγή του ανθρώπινου κεφαλαίου και την ενίσχυση της πρόσβασης σε αγορές (και άλλων μεγεθών γεωγραφικής κεντρικότητας).
Τα αποτελέσματα της μελέτης μπορούν να προσφέρουν και σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, χρήσιμες συμβουλές για τη διαμόρφωση πολιτικών. Εξάλλου κάθε περιφέρεια, όπως π.χ. η Ήπειρος, έχει τα δικά της συγκριτικά πλεονεκτήματα και πρέπει να καταρτίσει τον δικό της οδικό χάρτη.
Η Ήπειρος, έχει τα δικά της συγκριτικά πλεονεκτήματα και πρέπει να καταρτίσει τον δικό της οδικό χάρτη. Επειδή έχουμε δρόμο για την τεχνολογική έκρηξη, ας δοθεί έμφαση στον πολιτισμό και τουρισμό σε συνδυασμό με τον πρωτογενή τομέα
Εκτός από την έρευνα όμως και την συζήτηση που τροφοδοτείται και οι αναφορές περί τεχνολογικής ανάπτυξης της Ηπείρου, η Δημοκρατική Φωνή έχει τονίσει ιδιαίτερα την δυναμική του πρωτογενούς τομέα που δεν πρέπει να υποτιμάται.
Παράλληλα, πρέπει να δοθεί έμφαση στον πολιτισμό που συνδέεται με τον τουρισμό σε όλες τις μορφές του και με έμφαση στον θρησκευτικό.
Άρα, πρέπει να εφαρμοστούν κοινές πολιτικές που θα συμβάλλουν εξίσου στην προώθηση των συγκεκριμένων μορφών. Πιο συγκεκριμένα, οι θεματικές διαδρομές και στις δύο περιπτώσεις θα συμβάλλουν στην ελκυστικότητα του προσφερόμενου προϊόντος αλλά και στην ενίσχυση της εξωστρέφειας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα θα μπορούσαν να αποτελέσουν περιηγήσεις συνδυάζοντας ένα σύνολο στοιχείων πολιτισμού, θρησκείας και φύσης.
Ο πολιτισμός και η θρησκεία αποτελούν στοιχεία που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και ως εκ τούτου το ενδιαφέρον για τον πολιτισμό εμπεριέχει και τη γνωριμία με τη θρησκεία και το αντίστροφο. Εξάλλου, ο θρησκευτικός τουρισμός αποτελεί ένα κομμάτι του πολιτισμικού τουρισμού.
Σε αυτό το είδος τουριστικής ανάπτυξης συνδυάζονται κίνητρα ενός θεματικού άξονα –στην προκειμένη περίπτωση αυτόν του πολιτισμού. Συνεπώς, δύναται να προωθηθούν στοιχεία που αφορούν εν γένει τον πολιτισμό όπως αρχαιολογικοί χώροι, τοπικές εορτές (συχνά συνδεδεμένες με τη θρησκεία), θρησκευτικά μνημεία. Άλλωστε, αρκετά θρησκευτικά μνημεία της περιφέρειας Ηπείρου, παρουσιάζουν εξαιρετικό αρχιτεκτονικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον που ξεπερνούν το θρησκευτικό ενδιαφέρον.
Σε όλη αυτή την προσπάθεια κρίνεται σκόπιμη η αύξηση της εξωστρέφειας, δηλαδή της προβολής των δύο αυτών μορφών ως βασικών συνιστωσών του περιφερειακού τουριστικού προϊόντος σε συνδυασμό και με τον πρωτογενή τομέα. Και έπεται και η τεχνολογική ανάπτυξη.