Ο πρωθυπουργός πηγαίνει επίσημη επίσκεψη στην Αίγυπτο και παίρνει μαζί την πεθερά του την οποία και συστήνει, μαζί με τα μέλη της αποστολής, στον πρόεδρο της χώρας.
Η σύζυγός του πρωθυπουργού κάνει εσωτερική ανακαίνιση στο Μέγαρο Μαξίμου, δίχως να δίνει εξηγήσεις για το ποιοι το διεκπεραίωσαν, πόσο κόστισε, ποιος πλήρωσε ή ακόμη χειρότερα αν δεν πλήρωσε κανείς, ποιος το πρόσφερε σαν δώρο (κάτι που σε άλλες χώρες όπως π χ οι ΗΠΑ επισύρει έλεγχο από τις επιτροπές των νομοθετικών οργάνων και διώξεις). Σε παλαιότερη επίσκεψη αρχηγού ξένου κράτους στην Αθήνα, το κυβερνητικό κέντρο διένειμε φωτό με την συμμετοχή του υιού του πρωθυπουργού σε συνάντηση. Ο κατάλογος θα μπορούσε να επεκταθεί και να ξεπεράσει την περιορισμένη χωρητικότητα του παρόντος άρθρου. Πρόκειται για ενέργειες εκτός οποιουδήποτε πρωτοκόλλου που όμως αποκαλύπτουν μία αντίληψη, όσον αφορά την άσκηση της εξουσίας και την διαχείριση της περιουσίας του κράτους, από τον επικεφαλής της εκτελεστικής λειτουργίας. Εν ολίγοις η εξουσία ως ιδιοκτησιακό δικαίωμα από τους «φυσικούς κατόχους της».
Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, με λίγες φαεινές εξαιρέσεις, όχι απλώς δεν προβάλλουν τα αντίστοιχα γεγονότα, αλλά επειδή αντιλαμβάνονται τον αντίκτυπό τους, τα αποκρύπτουν και όταν δεν μπορούν, τα εξωραίζουν, τα υποβαθμίζουν και απαξιώνουν την κριτική. Οι Έλληνες πολιτικοί συντάκτες δεν θέτουν καν τις ερωτήσεις για να δώσει τις εξηγήσεις της η κυβέρνηση. Σε άλλες χώρες, ή και στην Ελλάδα παλαιότερα, οι δημοσιογράφοι που δεν θα έκαναν παρόμοιες ερωτήσεις, θα ελέγχονταν από τους αρχισυντάκτες και διευθυντές τους και θα απολύονταν ως ανεπαρκείς ή ως «αργυρώνητοι». Με τον χειρισμό της υπόθεση της δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν, η ελληνική δημοσιογραφία έδειξε ότι έχει απωλέσει ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό, την κοινωνική ενσυναίσθηση.
Στο εξαιρετικό του βιβλίο «Δημοσιογραφία», από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος, ο Michael Schudson, βραβευμένος καθηγητής του Columbia στη Νέα Υόρκη αναφέρει πολύ απλά: «Η δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικά εάν δεν υπάρξει πραγματικά η δημοσιογραφία της λογοδοσίας». Τι ορίζει ως «δημοσιογραφία της λογοδοσίας»; «Κάτι πέραν του παραδοσιακού ερευνητικού ρεπορτάζ, πράγμα που περιλαμβάνει την επαλήθευση των πολιτικών λόγων και την επιθετική καθημερινή κάλυψη διαφόρων ειδήσεων, από την εθνική ασφάλεια, έως την κυβέρνηση και τον ίδιο τον ειδησεογραφικό χώρο». Ο Schudson υιοθετεί τον όρο που πρώτος χρησιμοποίησε ο Leonard Downie, o ιστορικός διευθυντής της Washington Post, σύμφωνα με τον οποίο «ο όρος περιγράφει εκείνο το είδος της δημοσιογραφίας που χρειάζονται όσο τίποτε άλλο οι δημοκρατίες». Ο Schudson σημειώνει ότι κάποιου είδους δημοσιογραφία υπάρχει και στα μη δημοκρατικά καθεστώτα όπου οι δημοσιογράφοι αγωνίζονται για κάτι που προσομοιάζει στον επαγγελματισμό, αντιμετωπίζοντας λογοκρισία, διώξεις, περιορισμούς, απειλές.
To παράδοξο με την Ελλάδα -που είναι πραγματικό όνειδος της ελληνικής δημοσιογραφίας και των διευθυντικών στελεχών των μεγάλων και ιστορικών μέσων ενημέρωσης που έχουν αυξημένη ευθύνη-, είναι ότι δεν χρειάστηκε καν να υποστούν παρόμοιες διώξεις ή απειλές από την εξουσία. Αποκρύπτουν, εξωραίζουν, κολακεύουν, γενικώς συμπεριφέρονται όχι ωσάν επαγγελματίες που η πεμπτουσία του λειτουργήματός τους είναι ο έλεγχος των ασκούντων την εξουσία, αλλά σαν να είναι οργανικό κομμάτι του μηχανισμού της εξουσίας. Αν ισχύει η ρήση του Νόαμ Τσόμσκι ότι «για κάθε κυβέρνηση εχθρός είναι ο λαός», η ελληνική δημοσιογραφία δεν είναι ασπίδα, είναι η ίδια εχθρός του λαού.