Πολύ σκόνη σηκώθηκε στην Ήπειρο και όχι μόνο για δυο συνέδρια, το ένα στα Ιωάννινα που αφορά τον Αλή Πασά (σ.σ. ξεκίνησε χθες και ολοκληρώνεται αύριο) και το άλλο έγινε προ ημερών στην Πρέβεζα για τον Ιωάννη Κωλέττη. Υπήρξαν και υπάρχουν αρκετές αντιδράσεις κυρίως για το πρώτο συνέδριο στα Ιωάννινα και επί της ουσίας τέθηκαν από πολλούς διάφορα ζητήματα για την χρησιμότητα αυτών των εκδηλώσεων.
Από θέση αρχής, και ως διδάκτορας του Πανεπιστημίου Πειραιώς στο τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων (διατριβή στο πεδίο της Ηγεσίας), άρα έχοντας και ακαδημαϊκή προσέγγιση στα πράγματα, και όχι τόσο ως δημοσιογράφος και δικηγόρος, οφείλω να στηρίξω, και αυτό κάνει και η Δημοκρατική Φωνή, κάθε προσπάθεια που συμβάλλει στην ιστορική μνήμη. Το γεγονός ότι γίνεται ένα συνέδριο δεν σημαίνει αυτόματα πως αθωώνεται ή καθαγιάζεται το πρόσωπο που αποτελεί και το σημείο αναφοράς.
Θα σταθώ ιδιαίτερα σε δυο πρόσωπα που έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό το συνέδριο, τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Τριαντάφυλλο Αλμπάνη που είπε προ ημερών, «δεν πρόκειται για ένα συνέδριο προς τιμή του Αλή Πασά, αλλά για ένα συνέδριο που αφορά τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο» και τον Δήμαρχο Ιωαννίνων, Μωϋσή Ελισάφ που συμπλήρωσε: «Δεν είναι ένα συνέδριο, που θέλει να υμνήσει και να τιμήσει τον Αλή Πασά», αλλά να φωτίσει την προσωπικότητά του και την εποχή που τα Γιάννενα ήταν υπό την ηγεμονία του».
Το συνέδριο συνδιοργανώνεται με το Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και τελεί υπό την αιγίδα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», όντας ενταγμένο στις εκδηλώσεις του δήμου Ιωαννιτών για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Αυτό από μόνο του.
H σχέση με την ιστορία συνήθως γίνεται πιο εύκολη, όσο περισσότερο απομακρυνόμαστε χρονικά από τα γεγονότα. Σύμφωνα με τον καθηγητή της Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Χάγκεν Φλάισερ, «το φαινόμενο της «δεύτερης ζωής» των ιστορικών γεγονότων ήταν ιδιαίτερα ισχυρό, όποτε η επίσημη μνήμη είχε εξοστρακίσει την αυτούσια συλλογική θύμηση των λαών στη χειμερία νάρκη των αποσιωπήσεων».
Ας παραμεινουμε ψύχραιμοι, χωρίς κραυγές και ας δούμε αναλυτικά τα συμπεράσματα των συνεδρίων. Εάν τα συμπεράσματα και τα όσα ειπώθηκαν είναι τέτοια που προσβάλλουν την ιστορική μνήμη ή ακόμα χειρότερα την βιάζουν και ωραιοποιούν μια μαύρη εποχή για τον ελληνισμό, εδώ είμαστε να ασκήσουμε σκληρή κριτική.
Μην ξεχνάμε ότι ο όρος «ιστορική μνήμη» χρησιμοποιείται εκτενέστερα και συχνά καταχρηστικά για να περιγράψει κυρίαρχες αντιλήψεις στη συνείδηση μιας κοινωνίας για την ιστορική πορεία ενός τόπου, ενός έθνους, ενός λαού. Ωστόσο, για τους περισσότερους κοινωνικούς επιστήμονες, και ιδιαίτερα για τους ιστορικούς, η έννοια της συλλογικής μνήμης έχει μικρή σχέση με την επιστήμη της ιστορίας. Η τελευταία βασίζεται στη συστηματική μελέτη ιστορικών τεκμηρίων και, παρά τις διαφορετικές οπτικές των ιστορικών, γίνεται επί τη βάση μιας αυστηρής, αντικειμενικής και κοινά αποδεκτής μεθοδολογίας.
Η συλλογική μνήμη, από την άλλη, είναι πιο εύπλαστη και επηρεάζεται από απλουστευμένες μορφές ιστορικής αφήγησης, υποκειμενικές αναγνώσεις του παρελθόντος, μεγάλης εμβέλειας αναπαραστάσεις (π.χ. σε μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους ή τα ΜΜΕ), κοινωνικά στερεότυπα κ.λπ. Επίσης, ενώ η επιστημονική ιστορία τίθεται διαρκώς στην κρίση των ερευνητών, η συλλογική μνήμη λειτουργεί συχνά σε ένα ασφαλές περιβάλλον και διεκδικεί την αξία μιας αναντίρρητης «αλήθειας». Ως εκ τούτου, μπορεί εύκολα να γίνει αντικείμενο χειραγώγησης από κυρίαρχες κοινωνικές ομάδες μέσα από την επίκληση θριάμβων και αδυναμιών του παρελθόντος.
H έκβαση της σύγκρουσης ανάμεσα στις επιταγές της επιλεκτικής μνήμης και της τυφλής πίστης, από τη μία πλευρά, και της επιστημονικής έρευνας, από την άλλη, δεν είναι ποτέ δεδομένη, καθώς δοκιμάζονται πολιτικές και κοινωνικές αντοχές που βασίζονται συχνά στη γενίκευση της άγνοιας. H προοπτική είναι σαφής: η επιστημονική έρευνα είναι αυτή που πρέπει να διαμορφώνει τη συλλογική μνήμη και όχι η κυρίαρχη συλλογική μνήμη την επιστημονική έρευνα.
«Λαός, ο οποίος χάνει τη μνήμη του, είναι ευάλωτος σε κάθε χειραγώγηση. Και αυτό είναι γνωστό από χιλιετίες καθώς ο κάθε κατακτητής από τα πρώτα που έκανε σε κάθε κατακτημένη χώρα ήταν να εξαφανίσει την ιστορική μνήμη και την ιστορική συνείδηση».
Ως εκ τούτου, η ιστορική μνήμη αποτελεί έννοια ακριβή και ευαίσθητη, η οποία αποτελεί πολύτιμη παρακαταθήκη αλλά και πεδίο διαμάχης, πηγή έμπνευσης αλλά και αιτία αντιπαράθεσης στην κοινωνία.
Ας παραμεινουμε ψύχραιμοι, χωρίς κραυγές και ας δούμε αναλυτικά τα συμπεράσματα των συνεδρίων. Εάν τα συμπεράσματα και τα όσα ειπώθηκαν είναι τέτοια που προσβάλλουν την ιστορική μνήμη ή ακόμα χειρότερα την βιάζουν και ωραιοποιούν μια μαύρη εποχή για τον ελληνισμό, εδώ είμαστε να ασκήσουμε σκληρή κριτική.
Ουδείς λησμονεί πως ζούμε σε μια περιοχή ποτισμένη με αίμα αγωνιστών και επαναστατών κατά την Οθωμανική περίοδο της τυραννίας. Ουδείς θέλει πιστεύω να αθωώσει τον Αλή Πασά και με αυτή την επισήμανση ως οδηγό εδώ είμαστε να δώσουμε την πραγματική εικόνα των όσων έγιναν στο συνέδριο που ξεκίνησε χθες το απόγευμα.
Ίσως, αυτή η διαδικασία να είναι και η αφετηρία ενός γόνιμου αναστοχασμού για το παρελθόν για να κοιτάξουμε προς το μέλλον, όχι με διάθεση πατριδοκαπηλίας, ούτε με εθνομηδενισμό, αλλά με βαθύτατο σεβασμό στην ιστορική μνήμη και κυρίως σε όσα βίωσε ο λαός μας υπό την Οθωμανική, όχι αυτοκρατορία, αλλά τυραννία.